Η πολιτική και η οικονομική αστάθεια στην Ελλάδα έχουν προκαλέσει αλυσιδωτές αρνητικές αντιδράσεις στη ναυτιλία. Μεγάλα τραπεζικά ιδρύματα κλείνουν τα γραφεία τους στον Πειραιά ή συρρικνώνουν τη δραστηριότητά τους, ενώ ξένα επενδυτικά funds αλλά και μεμονωμένοι επενδυτές που ήθελαν να επενδύσουν στο θαύμα της ελληνικής ναυτιλίας έκαναν «κράτει» στις μηχανές του χρήματος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι των τραπεζών, τα θρυλικά πλέον capital controls, έχουν λειτουργήσει αποτρεπτικά για την εισαγωγή ναυτιλιακού συναλλάγματος, αφού όσες εταιρείες συνεχίζουν να φέρνουν μέσα μέρος των κερδών τους δεν μπορούν να το διαχειριστούν. Η χρονιά ξεκίνησε δυναμικά. Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα που εισήλθε στην Ελλάδα ανήλθε το πρώτο εξάμηνο του 2015 στα 6,46 δισ. ευρώ έναντι 6,29 δισ. ευρώ το 2014. Ομως οι εξελίξεις του καλοκαιριού λειτουργούν πλέον ανασταλτικά και τα κέρδη μένουν στο εξωτερικό, στερώντας από την Ελλάδα σημαντικές και βαθιές οικονομικές ανάσες.

Την κατάσταση σε όλη της τη διάσταση περιγράφει στο «newmoney.gr» ο τραπεζίτης Γιώργος Ξηραδάκης, διευθύνων σύμβουλος της XRTC, εταιρείας οικονομικών συμβούλων με εξειδίκευση στη ναυτιλία. «Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα είναι λεφτά που μπαίνουν στη χώρα μας από τις ναυτιλιακές δραστηριότητες. Αυτό τώρα δεν γίνεται στον ίδιο βαθμό. Τα έσοδα από τους ναύλους των πλοίων έρχονταν στην Ελλάδα. Μέρος αυτών δινόταν για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων της κάθε εταιρείας, όπως τις μισθοδοσίες, και τα υπόλοιπα έμεναν στις τράπεζες, σε ποσοστό που έφτανε το 60%. Τώρα δεν εισάγεται συνάλλαγμα στην Ελλάδα γιατί, αν μπουν τα χρήματα, θα πρέπει οι εταιρείες να παίρνουν άδεια για να κάνουν ανάληψη 50.000 ευρώ προκειμένου να πληρώσουν. Αυτό είναι συνταρακτικό», τονίζει ο κ. Ξηραδάκης και συνεχίζει: «Τώρα που έχει ανάγκη η οικονομία μας από τη ναυτιλία, το κλείσιμο των τραπεζών αρχικά και ο κεφαλαιακός έλεγχος επηρέασαν δυσμενώς τα οφέλη της ελληνικής ναυτιλίας στην Ελλάδα. Γενικότερα, υπάρχει πάγωμα στην Ακτή Μιαούλη. Ο διεθνοποιημένος χώρος της ελληνικής οικονομίας, η ναυτιλία, προσπαθεί να αντιδράσει σε όλη αυτή τη στενωπό όπου την έχουν βάλει. Προσπαθεί να σταθεί ανεξάρτητη, αλλά οι δυσκολίες είναι πολύ μεγάλες λόγω του περιορισμού κίνησης κεφαλαίων. Η υφιστάμενη κατάσταση έχει απομακρύνει πολλούς ανθρώπους που θα ήθελαν να επενδύσουν στο θαύμα της ελληνικής ναυτιλίας. Εχει επηρεαστεί το service της ναυτιλίας».

Απομακρύνονται οι ξένες τράπεζες

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, που μοιάζει με κινούμενη άμμο, έχει ως αποτέλεσμα να απομακρύνονται ξένες τράπεζες από τον Πειραιά.

«Οι περισσότερες τράπεζες που στήριζαν την ελληνική ναυτιλία εξαφανίστηκαν από την Ακτή Μιαούλη με τρομερές συνέπειες – τόσο στην εξεύρεση νέων δανείων από μικρομεσαίες εταιρείες όσο και στην απασχόληση. Η κατραπακιά των capital controls δημιουργεί ένα νέο μοντέλο διαχείρισης, όπου τα περισσότερα χρήματα των ναυτιλιακών εταιρειών θα κρατούνται στο εξωτερικό και μόνο ένα μικρό μέρος του ναυτιλιακού συναλλάγματος θα εισάγεται, με σκοπό να εκπληρώσουν τις λιγοστές υποχρεώσεις εντός της Ελλάδας. Ετσι και οι τράπεζες δεν θα επιστρέψουν εύκολα και το ναυτιλιακό συνάλλαγμα θα είναι μικρότερο.

Μέχρι και η ιστορική Royal Bank of Scotland (RBS), η μεγαλύτερα τράπεζα που στήριζε την ελληνική ναυτιλία, άφησε ένα γραφείο αντιπροσωπίας, το οποίο όμως δεν έχει σχέση με τη ναυτιλία. Διαχειρίζεται πλέον τα ναυτιλιακά δάνεια και τους λογαριασμούς από το Λονδίνο. Επίσης, η HSBC παραμένει στην Ελλάδα αλλά έκλεισε κατάστημά της στον Πειραιά. Αυτό σημαίνει ότι όλα τα ελληνικά ναυτιλιακά κεφάλαια που έρχονταν μέσα πάνε πλέον στα υποκαταστήματα της Μεγάλης Βρετανίας και γίνεται από εκεί η διαχείριση», επισημαίνει ο κ. Ξηραδάκης.

Ο διευθύνων σύμβουλος της XRTC υπογραμμίζει ότι, αν και το αρχικό σοκ έχει ξεπεραστεί από τις ναυτιλιακές εταιρείες, υπάρχει ανασφάλεια για το πώς θα φορολογηθεί και πώς θα μπορέσει να λειτουργήσει μέσα στο μνημόνιο η ναυτιλία. Η ανασφάλεια πηγάζει από το ασταθές θεσμικό πλαίσιο, σύμφωνα με τον Ελληνα τραπεζίτη: «Η έλλειψη σταθερού πλαισίου διαχείρισης των ελληνόκτητων πλοίων στην Ελλάδα, που είναι υποχρεωμένα να ανταγωνίζονται στις διεθνείς αγορές, είναι κραυγαλέα. Σε μια χρονική περίοδο αναζήτησης οικονομικών πόρων για την επιβίωση του δημοσιονομικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας κλονίζεται η πίστη του εφοπλισμού και των συνεπενδυτών του στο μοντέλο ύπαρξης της ελληνόκτητης ναυτιλίας στη χώρα. Οι φήμες και μόνο για το περίφημο κυνηγητό, την υπερφορολόγηση ή την αλλαγή αυτής καθαυτής της ευεργετικής για τον τόπο συνθήκης δραστηριοποίησής της δημιουργούν μεγάλη αναστάτωση». Τα αίτια δεν είναι μόνο ελληνικά, αλλά και διεθνή, σύμφωνα με τον κ. Ξηραδάκη: «Δυστυχώς, παράλληλα με τις εσωτερικές δοκιμασίες, η ελληνική ναυτιλία καλείται να αντιμετωπίσει την παγκόσμια ναυτιλιακή κρίση με όλους τους κίνδυνους και τις απειλές που αυτή συνεπάγεται. Ακόμη λοιπόν κι αν ένας σώφρων νομοθέτης ήθελε να αντλήσει φόρους από τις ναυτιλιακές δραστηριότητες, αυτό δεν θα έπρεπε να το κάνει τη συγκεκριμένη στιγμή όπου η ελληνική ναυτιλία θα πρέπει να ανταγωνιστεί για να κρατήσει τα κεκτημένα. Είναι σαν να ζητάς από μια αθλήτρια παγκόσμιας κλάσης να κυοφορήσει σε ολυμπιακή χρονιά!» επισημαίνει και προσθέτει: «Οι επιπτώσεις δυστυχώς από τη διαχείριση του κράτους το τρέχον έτος για την ελληνική ναυτιλία είναι πολλές. Οι ναυτιλιακές εταιρείες στις οποίες συμμετέχουν ξένοι επενδυτές με μεγάλα ποσοστά έπρεπε άμεσα να κοιτάξουν να βρουν εναλλακτικό τόπο δραστηριότητας ανατρέχοντας σε αγορές που φλερτάρουν την έντονη ναυτιλιακή δραστηριότητα των Ελλήνων. Πολλές ναυτιλιακές δραστηριότητες άρχισαν να απομακρύνονται από τον Πειραιά αφήνοντας πολλούς ανέργους και χρησιμοποιούν πλέον διαμεσολαβητή (broker) ή κάποιον εκπρόσωπο».

Για το αν και κατά πόσο υπάρχει προοπτική για την επανεκκίνηση των ναυτιλιακών εργασιών σε όλο το πεδίο δραστηριοτήτων σημειώνει: «Δυστυχώς, με περιορισμένη την τραπεζική δραστηριότητα καμία διεθνή ναυτιλιακή εργασία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί στην ελληνική επικράτεια – συμπεριλαμβανομένης και της ναυπηγοεπισκευαστικής δραστηριότητας. Ο στόχος, λοιπόν, πρέπει να είναι η εξομάλυνση του τραπεζικού τομέα και η πίστη στη διατήρηση του επιτυχημένου μοντέλου διαχείρισης της ελληνικής ναυτιλιακής εταιρείας. Η ναυτιλία με την αγροτιά και τη μετανάστευση μας ξελάσπωσαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και πιστεύω ότι η ναυτιλία και πάλι μαζί με άλλους πλέον τομείς, όπως ο τουρισμός και οι νέες τεχνολογίες, θα ανορθώσουν την ελληνική οικονομία».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης