Αν τα βραβεία σηματοδοτούν την καλλιτεχνική αξία μιας ταινίας τότε η μικρού μήκους ταινία «Index» του Νικόλα Κολοβού ξεκίνησε την πορεία της με δύο: Καλύτερης Ταινίας στο 42ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας και Καλύτερου Σεναρίου, στο  25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αθηνών.

Αθόρυβα και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, που μονοπωλεί εξάλλου η ταινία Γαβρά/Βαρουφάκη, ο Κολοβός κατάφερε να συγκινήσει διττά με την ταινία του, τόσο το σινεφίλ κοινό όσο και τους κριτικούς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στο «Ιndex παρακολουθούμε μια οικογένεια προσφύγων που έχει ακριβοπληρώσει στους λαθρεμπόρους την ευκαιρία για μια νέα ζωή στην Ελλάδα, τη στιγμή που κινδυνεύει να χάσει το πλοίο που θα τους οδηγήσει στη σωτηρία, λόγω ενός ατυχήματος στο μικρό της παιδί.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας:

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στα λίγα λεπτά, μόλις δώδεκα, της ταινίας ο θεατής συμπάσχει με την αγωνία της οικογένειας και με το συναισθηματικό δίλημμα που αντιμετωπίζει. Οι πρωταγωνιστές, αληθινοί πρόσφυγες και οι ίδιοι, μιλούν στη μητρική τους γλώσσα, την αραβική. Το άκουσμα της αραβικής, ξένο αρχικά στον Έλληνα θεατή σύντομα τον καθηλώνει στην ιστορία δίνοντάς του την αίσθηση ότι μπροστά του εξελίσσεται ένα αυθεντικό δράμα.

Ο σκηνοθέτης Νικόλας Κολοβός μας μίλησε για την ταινία του από το Γκέτεμποργκ της Σουηδίας όπου γεννήθηκε και ζει μέχρι σήμερα.Ο σκηνοθέτης Νικόλας Κολοβός

Παιδί Ελλήνων που μετανάστευσαν το ΄65 στη Σουηδία, τελείωσε το σουηδικό σχολείο, αλλά στο σπίτι άκουγε να μιλούν ελληνικά, όπως και στο Καταφύγι Καρδίτσας, όπου πέρασε τα καλοκαίρια της παιδικής του ηλικίας.

Σήμερα, μετά την πρόσφατη διάκρισή του, φτάνουν σε εκείνον δεκάδες συγκινητικά μηνύματα από Έλληνες ηθοποιούς και θεατές, που του δίνουν χαρά και όρεξη να συνεχίσει.

Κύριε Κολοβέ θα θέλαμε να μάθουμε για τη διαδρομή σας;

Σπούδασα σκηνοθεσία, ενώ από μικρός έγραφα ιστορίες και ποιήματα.  Θυμάμαι ότι στο σχολείο πήγαινα από μόνος μου κάθε μέρα στη βιβλιοθήκη και διάβαζα. Σπούδασα δημοσιογραφία, αλλά κατέληξα στον κινηματογράφο, μια τέχνη που συνενώνει όλα όσα με  ενδιαφέρουν: την εικόνα, τη μουσική, τη ζωγραφική και τη συγγραφή. Έχουν ήδη εκδοθεί κάποια έργα μου, θεατρικά και νουβέλες.

Δεν είναι η πρώτη φορά που φεύγετε με βραβείο από τη Δράμα, σωστά;

(γελάει) Συνολικά έχω τέσσερα βραβεία: δύο στην κατηγορία «Έλληνες του Κόσμου» και έχω κερδίσει το «Χρυσό Διόνυσο» με τις ταινίες «Σύκο» και «Index».

Με τo Index καταπιάνεστε για πρώτη φορά με το προσφυγικό;

Πράγματι, αν και πλέον όλοι μιλάνε για το προσφυγικό. Δεν έκανα μία ταινία με πλάνα που δείχνουν τους πρόσφυγες σα μικρές τελείες, αντίθετα επέλεξα να «ζουμάρω» σε μία τετραμελή οικογένεια προσφύγων. Με αφορμή αυτό που συμβαίνει στο παιδί τους, ήθελα να δείξω πως έχουν τα ίδια συναισθήματα, τα ίδια προβλήματα με εμάς. Ο θεατής μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει να αφήνεις την καθημερινότητά σου και να πηγαίνεις στο άγνωστο. Να ξεριζώνεσαι. Είναι να μη φοβάται κανείς; Και ειδικά τα παιδιά, που δεν έχουν ερωτηθεί εάν θέλουν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους. Ο φόβος τους είναι τρομερός. Γιατί ακριβώς δεν έχουν άλλη επιλογή.

Ξεκινάτε από ένα χαρακτήρα για να ανοίξετε στη συνέχεια το πλάνο…

Το προσφυγικό είναι γύρω μας καθημερινά. Ακόμα εξακολουθεί να φεύγει κόσμος από την πατρίδα του και πάντα θα φεύγει. Οι πόλεμοι δε θα τελειώσουν ποτέ και θα υπάρχουν πάντα αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο κόσμος νοιάζεται για τη ζωή του, όχι για το σπίτι του. Κι έτσι, αν το σκεφτείς καλά, το μόνο που έχεις είναι η αγάπη για τους κοντινούς σου. Καθώς είμαι κι εγώ πατέρας, αναπόφευκτα σκέφτηκα πώς θα ήταν να βρίσκομαι στη θέση τους και το παιδί μου να κινδυνεύει.

Ξεκινήσατε από τη Σουηδία επιλέγοντας πραγματικούς πρόσφυγες αντί για ηθοποιούς για να γυρίσετε την ταινία εδώ στην Ελλάδα.

Είχα γράψει το σενάριο στα σουηδικά και ενημέρωσα την παραγωγό μου πως θέλω να το γυρίσω στην Ελλάδα. Μετά της είπα και το άλλο: πως θέλω να τη γυρίσω στα αραβικά! (γέλια). Μα, μου λέει, εσύ δεν ξέρεις αραβικά. Θα μαθω ό,τι χρειάζεται, της απάντησα. Έκανα ένα μεγάλο κάστινγκ σε πρόσφυγες και βρήκα μόνο έναν -εκείνον που υποδύεται τον πατέρα- που είχε μια κάποια σχετική εμπειρία από γυρίσματα. Όλοι οι υπόλοιποι δεν είχαν την παραμικρή.

Ο νεαρός πρωταγωνιστής, το παιδάκι, είναι Παλαιστίνιος που έχει γεννηθεί στη Σουηδία. Τη μητέρα υποδύεται Ιρακινή, όπως Ιρακινός είναι και ο άλλος γιος. Και ο πατέρας, Κούρδος. Εκεί άρχιζε ένας νέος κύκλος προκλήσεων: ενώ όλοι μίλαγαν αραβικά, δεν είχαν την ίδια προφορά, άρα δε γινόταν να υποδυθούν τα μέλη της ίδιας οικογένειας! Έτσι λοιπόν, καταλήξαμε σε μία προφορά κοινή για όλους ώστε να αποδώσουν πειστικά το σενάριο.

Για τους δεύτερους ρόλους χρησιμοποιήσαμε πρόσφυγες που ζούσαν στην Ελλάδα αφού είχαν κάνει και οι ίδιοι αυτό το ταξίδι.

Άραγε, πώς αντιμετώπισαν την αναβίωση του εφιάλτη, έστω και σε συνθήκες γυρισμάτων;

Έβγαζαν το τηλέφωνο και μου έδειχναν βίντεο, λέγοντας με πάθος «να, κοίτα τη δική μου βάρκα» ή «έτσι, έτσι ακριβώς ήταν και τότε». Ήταν ωραίο, γιατί ήθελαν να βοηθήσουν, να δείξουν κάτι που είχαν περάσει και οι ίδιοι. Και ενώ τους είχα ζητήσει να μας πουν εάν κάποια στιγμή δεν νιώσουν καλά, συμμετείχαν στη διαδικασία των γυρισμάτων με όλη τους την ψυχή, βοηθώντας μας πραγματικά πολύ.

Με τη συμμετοχή, λοιπόν, μη επαγγελματιών ηθοποιών, γυρίσατε ένα δωδεκάλεπτο μονοπλάνο, κάτι που εξ ορισμού φαντάζει δύσκολο.

Πήρα ένα πάρα πολύ μεγάλο ρίσκο. Έκανα, ξέρετε, 19 λήψεις και μου βγήκε μόλις η προτελευταία. Κι ενώ μία λήψη πήγαινε καλά κι έλεγα από μέσα μου «κάνε να συνεχίσει έτσι», λίγο πριν το τέλος το παιδί αφηνόταν σε μια αυθόρμητη κίνηση και χαλούσε το πλάνο. Είχαμε ήδη κάνει καμιά δεκαπενταριά λήψεις, όταν η παραγωγή μου ζήτησε να τελειώσουμε. Αλλά επέμεινα και τους είπα πως θα το καταφέρω! Και τα καταφέραμε!

Φαίνεται από την προσέγγισή σας πως έχετε ασχοληθεί με την παιδική ψυχολογία. Ισχύει;

Όταν ήμουν μαθητής στο λύκειο, είχα πάρει κατεύθυνση νοσηλευτική και βρέθηκα σε νοσοκομείο για παιδιά. Κι αν ήθελα, θα μπορούσα να ασχοληθώ με αυτό επαγγελματικά. Αλλά είχα ήδη νιώσει την ανάγκη να καταπιαστώ με κάτι καλλιτεχνικό. Κι όπως λένε, τίποτα δεν πάει χαμένο. Δεν χρειάζεται να τα βρεις όλα από το μυαλό σου, όταν τα έχεις ζήσει.

Η Σουηδία είναι ένας από τους τελικούς προορισμούς των προσφύγων.

Ναι, εδώ θέλουν να έρθουν, παρόλο που έχουν ήδη έρθει πάρα πολλοί. Και αυτό κάνει τα ακροδεξιά κόμματα να προσπαθούν με την προπαγάνδα τους να τρομάξουν τον κόσμο, λέγοντας πως οι πρόσφυγες απειλούν να πάρουν το κράτος μας, να ζήσουν με τα χρήματά μας. Και ο κόσμος ακούει και φοβάται, τρομάζει. Όχι από την επαφή μαζί τους, αλλά από το φόβο για το άγνωστο.

Πώς βλέπουν οι Σουηδοί τον τρόπο που αντιμετωπίζει η Ελλάδα το προσφυγικό;

Δεν έχω ακούσει κάτι αρνητικό, το αντίθετο. Καταλαβαίνουν πως η Ελλάδα έχει επωμισθεί ένα μεγάλο βάρος, καθώς όλοι εκεί έφταναν. Κι ενώ ήταν ήδη δύσκολα τα πράγματα λόγω της κρίσης. Υπάρχουν πολλά άρθρα στον τύπο που αναγνωρίζουν  πόσο έχει βοηθήσει η Ελλάδα, για παράδειγμα, στην επανένωση οικογενειών.

Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;

Τώρα σκηνοθετώ για το κρατικό ραδιόφωνο. Παράλληλα, ολοκληρώνω το σενάριο μιας ταινίας μεγάλου μήκους, την οποία ελπίζω να γυρίσω στην Ελλάδα. Πρόκειται για μία ανθρώπινη δραματική κομεντί με θέμα την αγάπη! Και φυσικά, θα έκανα ξανά μια ταινία με πρόσφυγες, εάν μου δινόταν η ευκαιρία. Άλλωστε σε όλες μου τις ταινίες μιλάω για ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα, ανθρώπινο.

Κύριε Κολοβέ, tack så mycket, που θα πει στα σουηδικά «ευχαριστώ»;

Varsågod, που θα πει «παρακαλώ»!

Μαρία Μίσσια, Λουκία Σταύρου

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης