Διπλή επανέναρξη για τα μουσεία Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή στην Αθήνα και την Άνδρο στη μετά λοκντάουν περίοδο, τηρώντας πάντα τα υγιειονομικά μέτρα και τις αποστάσεις, που επιβάλλει η πανδημία στους επισκέπτες.

Στην Αθήνα, το μουσείο άνοιξε τις πόρτες του διατηρώντας ένα τμήμα της μουσειολογικής του σκηνογραφίας αλλά και ανανεώνοντας τις αίθουσές του με 58 έργα από τις συλλογές του ζεύγους Γουλανδρή, σε πρώτη παρουσίαση. Ανάμεσά τους μια μικρή αφίσα του Πικάσο αφιερωμένη στο ζεύγος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή από έκθεση του στο Παρίσι, όπως και χιουμοριστικά μικρά σχέδια του Μάρκ Σαγκάλ, το πορτρέτο της Ελίζας Γουλανδρή από τον Μποτέρο, μικρογλυπτική του Σεζάρ από συμπιέσεις κοσμημάτων της Ελίζας Γουλανδρή, σκίτσα του Κριστό και της συζύγου του Ζαν Κλοντ από προπαρασκευαστικές εργασίες τους, με τις οποίες χρηματοδοτούσαν τα φιλόδοξα έργα τους από ατέλειωτα μέτρα υφασμάτων. Επίσης, το μουσείο Γουλανδρή ανακοίνωσε ότι στο πλαίσιο των σχέσεών του με ιδρύματα του εξωτερικού πρόκειται να δανείσει τον Μάρτιο του 2022 και για τρείς μήνες στο Μουσείο Bαν Γκογκ στο Άμστερνταμ, τον πίνακα του Βινσεντ βαν Γκογκ «Η συγκομιδή της ελιάς» (1889) από τη συλλογή Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δείτε το βίντεο:

 

Γιώργος Ρόρρης «Η ευγένεια του απέριττου» στην Άνδρο

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στην Άνδρο, ανοίγει από τις 4 Ιουλίου, με την αναδρομική έκθεση του Γιώργου Ρόρρη «Η ευγένεια του απέριττου» σε μια περιδιάβαση στο έργο του ζωγράφου που «με το μάτι μπολιασμένο στην καρδιά, ξέρει να αποδίδει στην ανθρώπινη υπόσταση όλη την εύθραυστη φύση της, όλη την παροδικότητά της, αλλά και όλο το μεγαλείο της», όπως σημειώνει για τον Γιώργο Ρόρρη, επικαλούμενη φράση του Ροντέν, η επιμελήτρια της έκθεσης και υπεύθυνη της συλλογής Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, Μαρία Κουτσομάλλη-Μονρώ.

Όπως η ίδια εξηγεί «μια μακροχρόνια και συγκινητική ιστορία συνδέει τον Γιώργο Ρόρρη με το Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή εδώ και πάνω από 35 χρόνια. Ο Βασίλης Γουλανδρής, με τη συμβολή του Παναγιώτη Τέτση και του Δημήτρη Παπαστάμου, διέκρινε ήδη από το 1986, ενώ ο Ρόρρης ήταν μόλις 23 ετών, το ταλέντο του νεαρού ζωγράφου. Του έδωσε την ευκαιρία να εκθέσει για πρώτη φορά, εκείνη τη χρονιά, στη Νέα Πτέρυγα του μουσείου της Άνδρου. Υπήρξε από τους πρώτους συλλέκτες έργων του, αγοράζοντας εμβληματικές δημιουργίες όπως ο Καισαρίων και η Μεγάλη σπουδή στο κόκκινο του καδμίου. Τον ενθάρρυνε επίσης να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι, δίνοντάς του την ευκαιρία να υλοποιήσει τον διακαή πόθο του χάρη σε μια υποτροφία-θεσμό που μόλις είχε καθιερώσει το ομώνυμο Ίδρυμα».

Στην αναδρομική έκθεση της Άνδρου «Η ευγένεια του απέριττου» συγκεντρώνονται σχεδόν 60 πίνακες και σχέδια, σε τρεις ενότητες που δεν ακολουθούν χρονολογική σειρά, αλλά συνδιαλέγονται μεταξύ τους για να αποδώσουν την εξελικτική πορεία του έργου του Ρόρρη: η πρώτη είναι το ατελιέ του ζωγράφου, ο χώρος που του χρησιμεύει ως εργαστήριο, διέξοδο. Είναι το καβούκι που τον βοήθησε να διαμορφώσει τη σχέση του με τον εξωτερικό κόσμο, τα μοντέλα του, τις καλλιτεχνικές αναφορές του και, κυρίως, τον ίδιο τον εαυτό του. Σε κάθε πίνακα το ίδιο εργαστήρι αλλάζει οπτική γωνία, επιφάνειες και χρώματα ανάλογα με τον ψυχισμό των μοντέλων, ιδίως γυναικών, που ποζάρουν για ώρες, μέρες, μήνες στην ίδια πάντα πόζα.

Η δεύτερη ενότητα αναφέρεται στις επιδράσεις που δέχτηκε από τους δασκάλους του- Τέτση, Τσαρούχη, τους μεγάλους Βελάσκεθ, Γκόγια, Γκρέκο- και στον διάλογο που άνοιξε μαζί τους μέσω της ζωγραφικής του. Όταν κατονομάζει τους καθηγητές του, εκφράζεται με ευγνωμοσύνη γι’ αυτούς.

Η τρίτη ενότητα είναι αφιερωμένη στην αδιάκοπη εξερεύνηση του σώματος, φτιαγμένου «από σάρκα και οστά». Το γυναικείο σώμα, παραλλαγμένο σε κάθε πίνακα, αποδίδει με συγκινητική ειλικρίνεια το σύμβολο της ανθρώπινης ιδιότητάς μας, της θνητότητάς μας.

«Ζωγραφίζεις μόνος σου, φτιάχνεις μια εικόνα, συνεχίζεις για σένα, για να θεραπεύσεις μια αίσθηση, να επουλώσεις μια πληγή στη ψυχή σου. Το γεγονός ότι αυτή η ιδιωτική δημιουργία ενδιαφέρει κάποια στιγμή κι άλλους ανθρώπους, τους θεατές,είναι έκπληξη. Κάθε έργο, επομένως, έχει τόσες όψεις όσες και οι άνθρωποι που τα βλέπουν», λέει ο Γιώργος Ρόρρης.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης