Συμπληρώνεται σήμερα ένας χρόνος από την επιβολή κεφαλαιακών περιορισμών (capital controls) στις ελληνικές τράπεζες.

Οικονομικοί αναλυτές, πάντως, επισημαίνουν ότι η επιβολή των capital controls ήταν μονόδρομος στις 28 Ιουνίου 2015​

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Το αδιέξοδο στην πολύμηνη διαπραγμάτευση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τους δανειστές, όπου επικράτησε μπόλικη «δημιουργική ασάφεια» και ήταν συνεχή τα «ήξεις αφήξεις» όσον αφορά στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που ζητούσαν επίμονα οι θεσμοί για να δώσουν τις επόμενες δόσεις, είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει απορρύθμιση της οικονομίας και ο κόσμος να βρεθεί αντιμέτωπος με πρωτόγνωρες καταστάσεις. Χιλιάδες άνθρωποι σχημάτιζαν καθημερινά ουρές μπροστά από τα ΑΤΜ για να βγάλουν τα 60 ευρώ, την ώρα που απελπισμένοι συνταξιούχοι -ειδικά στην επαρχία- ζούσαν με την αβεβαιότητα για το τι μέλλει γενέσθαι με τα χρήματα στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους.

Ειδικά σε περιπτώσεις όπου δεν υπήρχαν κάρτες ανάληψης, το σοκ ήταν ακόμα μεγαλύτερο, μιας και οι πόρτες των τραπεζών παρέμεναν ερμητικά κλειστές. Έναν χρόνο μετά, τα capital controls παραμένουν σε ισχύ. Οι συστημικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν εκ νέου και η χώρα δανείστηκε επιπλέον χρήματα με ακόμα σκληρότερους όρους. Παράλληλα, η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα και η επιστροφή στην ανάπτυξη συνεχίζει να αποτελεί προεκλογική εξαγγελία.

Οικονομικοί αναλυτές, πάντως, επισημαίνουν ότι η επιβολή των capital controls ήταν μονόδρομος στις 28 Ιουνίου 2015, καθώς σε αντίθετη περίπτωση το τραπεζικό σύστημα θα κατέρρεε λόγω της μαζικής φυγής των καταθέσεων, της κάθετης πτώσης των επενδύσεων και της κρίσης εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία ως απόρροια των χειρισμών της πρώτης περιόδου παραμονής του Αλέξη Τσίπρα στον πρωθυπουργικό θώκο.

«Βαρύς» λογαριασμός

Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) υπολογίζει το κόστος στα 80 δισ. ευρώ, ενώ μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM, του μηχανισμού που εκδίδει ομόλογα για να δανείζει το ελληνικό Δημόσιο και τις τράπεζες, το ανεβάζει στα 100 δισ. ευρώ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αναζητώντας τις επιπτώσεις μέσα από επίσημους αριθμούς και δείκτες διαπιστώνονται τα εξής:

– Το 2015 το ΑΕΠ έκλεισε με οριακή μείωση έναντι ανάπτυξης 2,50% – 3% που προβλεπόταν από επίσημους θεσμούς και αναλυτές μέχρι και το α΄ τρίμηνο της ίδιας χρονιάς. Η ύφεση εφέτος αναμένεται να ξεπεράσει το 2% έναντι προβλεπόμενης ανάπτυξης περί το 3%. Η συνολική απώλεια στο ΑΕΠ ξεπερνά μέσα σε δύο χρόνια τα 15 δισ. ευρώ.

– Ανεκόπη ο ρυθμός μείωσης της ανεργίας. Σήμερα το ποσοστό των ανέργων βρίσκεται λίγο κάτω από το 25% και αναμένεται μέχρι το τέλος του έτους να ξεπεράσει αυτό το επίπεδο, έως και κατά 5 μονάδες βάσης.

– Το τραπεζικό σύστημα παραμένει εν ζωή χάρη στον «αναπνευστήρα» που παρέχει το Ευρωσύστημα, μέσω των μηχανισμών ρευστότητας που διατηρεί ενεργούς. Οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι έχασαν μέσα στους πρώτους 6 μήνες του 2015 το 25% των καταθέσεων των πελατών τους.

Κι ενώ ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν σε νέες δανειοδοτήσεις προς την πραγματική οικονομία τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ την περσινή χρονιά, αποκλείονται εκ νέου από τις διεθνείς αγορές και οι προγραμματισμένες δράσεις «παγώνουν».

Λόγω της αλλαγής του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, υποβλήθηκαν σε νέα stress tests, από τα οποία προέκυψε η ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίησή τους με επιπλέον 8,3 δισ. ευρώ. Για το 2015 κατέγραψαν ζημιές που ξεπερνούν τα 9 δισ. ευρώ.

Οι τράπεζες θα χρειαστούν πολύ καιρό ακόμη, ώστε να μπορέσουν να διαδραματίσουν τον ρόλο τους ως χρηματοδότες της οικονομίας.

– Τα προβλήματα άρχισαν να φαίνονται από την πρώτη στιγμή στην πραγματική οικονομία. Πολλές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, οδηγήθηκαν στο κλείσιμο, μην αντέχοντας μια νέα μείωση στον τζίρο, χωρίς τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, το οποίο πλέον απλώς δεν μπορεί να βοηθήσει.

Τα «λουκέτα» από τα μέσα του 2015 έχουν φτάσει έως σήμερα τα 25.990. Ο αριθμός των νέων επιχειρήσεων που ιδρύονται περιορίζεται κατά 3.000 ή 20% σε ετήσια βάση. Από τις 15.379 νέες επιχειρήσεις πέρυσι, εφέτος ενεγράφησαν στο ΓΕ.ΜΗ 12.486 νέες επιχειρήσεις, έναντι των 18.030 το 2014 και των 20.024 το 2013.

– Οι εξαγωγές υποχωρούν εφέτος κατά 11,7%.

– Η μείωση των επενδύσεων προσεγγίζει το 3%.

– Η κατανάλωση υποχωρεί κατά 4,3%.

– Ο δείκτης οικονομικού κλίματος έχει πέσει στο 89,7 από 99,5 στο τέλος του 2014.

– Η χώρα έχει υποστεί απώλεια έξι θέσεων στον χάρτη της ανταγωνιστικότητας, πέφτοντας στη 56η θέση μεταξύ 61 χωρών.

Διαβάστε επίσης:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης