Τους παράγοντες που θα οδηγήσουν στην ενίσχυση της ζήτησης για θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και υψηλής ειδίκευσης και δεξιοτήτων, αναλύει στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων η Alpha Bank, παραθέτοντας ως κορυφαίο παράγοντα τον βαθμό επιτάχυνσης της υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων.

Αναλυτικά, η τράπεζα αναφέρει:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, στο πρώτο τετράμηνο του 2017, διατηρήθηκε ο αργός ρυθμός μείωσης του ποσοστού των ανέργων στο εργατικό δυναμικό της χώρας, συμβαδίζοντας με την ασθενική ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας στο πρώτο τρίμηνο του έτους κατά 0,4%. Ειδικότερα, τον Απρίλιο του 2017, το ποσοστό των ανέργων μειώθηκε περαιτέρω στο 21,7% του εργατικού δυναμικού, έναντι 22,0% τον Μάρτιο και 23,5% τον Δεκέμβριο 2016.
Η σωρευτική μείωση τον Απρίλιο σε σχέση με το υψηλότερο επίπεδο προ τετραετίας (Ιούλιος 2013) έφθασε τις 6,2 εκατοστιαίες μονάδες παρά την οικονομική στασιμότητα αυτής της περιόδου υποστηριζόμενη κατά κύριο λόγο από την αυξημένη απασχόληση στον τουρισμό, τη μεταποίηση καθώς και τη δημιουργία θέσεων μερικής απασχόλησης.

Ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 2,2% τον Απρίλιο το 2017 σε ετήσια βάση, ενώ το εργατικό δυναμικό παρουσίασε μείωση κατά 0,3%. Επίσης μειώθηκε ο μη οικονομικά ενεργός – αλλά ικανός για εργασία – πληθυσμός κατά 22,8 χιλ. Τον Απρίλιο, σε ετήσια βάση.

Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στους επόμενους μήνες αναμένεται να επηρεαστεί θετικά από την προσδοκώμενη ενίσχυση του τομέα του τουρισμού που αναμένεται να αυξήσει τη ζήτηση για μερική και εκ περιτροπής απασχόληση. Η ενίσχυση της ζήτησης για θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και υψηλής ειδίκευσης και δεξιοτήτων θα εξαρτηθεί κυρίως από το βαθμό επιτάχυνσης της υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων. Οι ορίζουσες αυτού του μεγέθους είναι (α) η άρση της αβεβαιότητας μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την εκταμίευση της δόσης του Ιουλίου, (β) η ανάγκη εκσυγχρονισμού και αντικατάστασης του μηχανολογικού εξοπλισμού μετά από μία μακρά περίοδο επενδυτικής άπνοιας, (γ) ο βαθμός της μεταρρυθμιστικής κόπωσης και η προσήλωση στην υλοποίηση του συμφωνηθέντος προγράμματος, (δ) το ύψος της απορροφητικότητας των διαθεσίμων κοινοτικών κονδυλίων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στο παρόν δελτίο θα επιχειρήσουμε μία συγκριτική ανάλυση της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα και στις χώρες του ΟΟΣΑ δίδοντας έμφαση στη σύγκριση με άλλες χώρες που υιοθέτησαν προγράμματα οικονομικής προσαρμογής τα προηγούμενα χρόνια.

Η ανάλυση επικεντρώνεται στη μελέτη των χαρακτηριστικών της αγοράς εργασίας τα οποία, πρώτον, επηρεάζουν το επίπεδο κοινωνικής ευημερίας και προσδιορίζουν την ανθεκτικότητα του κοινωνικού ιστού, και δεύτερον, καθορίζουν τις οικονομικές και παραγωγικές δυνατότητες της χώρας.

Η μακρoχρόνια οικονομική ύφεση έχει αφήσει το αποτύπωμά της στην ελληνική αγορά εργασίας. Η μεγάλη εκροή υψηλής ποιότητας ανθρώπινου δυναμικού από τη χώρα συνιστά μία εξέλιξη που έχουμε συχνά αναλύσει στο Δελτίο και η οποία εμπεριέχει σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό κόστος για τη χώρα.
Η πολυδιάστατη επίπτωση της οικονομικής ύφεσης αξίζει, επιπλέον, να μελετηθεί υπό το πρίσμα μιας σειράς ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών, που παρουσιάζει η σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ (Employment Outlook 2017), και αντανακλούν τις επιδράσεις των συνθηκών στην αγορά εργασίας επί της κοινωνικής ευημερίας αλλά και δεικτών που αντικατοπτρίζουν τη διατάραξη της κοινωνικής συνοχής και την ενδυνάμωση φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού.

Οι τρεις ποσοτικοί δείκτες που χρησιμοποιούνται εκτενώς για την προσέγγιση του βαθμού αξιοποίησης του εργατικού δυναμικού είναι το συνολικό ποσοστό απασχόλησης, το ποσοστό απασχόλησης σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης (δηλαδή το ποσοστό απασχόλησης προσαρμοσμένο ως προς τον λόγο του μέσου όρου εβδομαδιαίων ωρών απασχόλησης όλων των εργαζομένων και των αντιστοίχων ωρών των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης) και το ποσοστό ανεργίας.

Οι τρεις ποιοτικοί δείκτες είναι ο δείκτης “ποιότητας αμοιβών”, που υποδηλώνει το κατά πόσο τα εισοδήματα των εργαζομένων συνεισφέρουν στην ευημερία τους και ως προς το απόλυτο αλλά και το σχετικό μέγεθος, η εργασιακή ανασφάλεια (ο φόβος απόλυσης, η ανασφάλεια που νιώθουν οι εργαζόμενοι ως προς τις κοινωνικές παροχές, δηλαδή τον χρόνο και το ύψος των επιδομάτων ανεργίας σε περίπτωση απόλυσης), και το εργασιακό άγχος).

Τέλος, οι δείκτες κοινωνικού αποκλεισμού, οι οποίοι περιγράφουν τις ανισότητες στην αγορά εργασίας είναι: το ποσοστό ατόμων σε ηλικία εργασίας που αναγκάζονται να διαβιούν με πολύ χαμηλά εισοδήματα (κάτω του 50% του διάμεσου εισοδήματος), οι μισθολογικές αποκλίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών (όσο μεγαλύτερη η απόκλιση τόσο μεγαλύτερη η ανισότητα), και η απόκλιση του ποσοστού απασχόλησης μεταξύ των αντρών ηλικίας 25-54 ετών (prime age men) και των ατόμων που ανήκουν σε ειδικές κατηγορίες εργαζομένων που βρίσκονται σε μειονεκτικότερη θέση (όσο μεγαλύτερη η απόκλιση τόσο μεγαλύτερη η ανισότητα), όπως οι νέοι και οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι, ειδικά αυτοί με χαμηλή ειδίκευση, μητέρες με ανήλικα τέκνα, άτομα με ειδικές ανάγκες και μετανάστες.

Οι τρεις ποιοτικοί δείκτες είναι ο δείκτης “ποιότητας αμοιβών”, που υποδηλώνει το κατά πόσο τα εισοδήματα των εργαζομένων συνεισφέρουν στην ευημερία τους και ως προς το απόλυτο αλλά και το σχετικό μέγεθος, η εργασιακή ανασφάλεια (ο φόβος απόλυσης, η ανασφάλεια που νιώθουν οι εργαζόμενοι ως προς τις κοινωνικές παροχές, δηλαδή τον χρόνο και το ύψος των επιδομάτων ανεργίας σε περίπτωση απόλυσης), και το εργασιακό άγχος).

Τέλος, οι δείκτες κοινωνικού αποκλεισμού, οι οποίοι περιγράφουν τις ανισότητες στην αγορά εργασίας είναι: το ποσοστό ατόμων σε ηλικία εργασίας που αναγκάζονται να διαβιούν με πολύ χαμηλά εισοδήματα (κάτω του 50% του διάμεσου εισοδήματος), οι μισθολογικές αποκλίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών (όσο μεγαλύτερη η απόκλιση τόσο μεγαλύτερη η ανισότητα), και η απόκλιση του ποσοστού απασχόλησης μεταξύ των αντρών ηλικίας 25-54 ετών (prime age men) και των ατόμων που ανήκουν σε ειδικές κατηγορίες εργαζομένων που βρίσκονται σε μειονεκτικότερη θέση (όσο μεγαλύτερη η απόκλιση τόσο μεγαλύτερη η ανισότητα), όπως οι νέοι και οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι, ειδικά αυτοί με χαμηλή ειδίκευση, μητέρες με ανήλικα τέκνα, άτομα με ειδικές ανάγκες και μετανάστες.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης