Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Η κλιματική κρίση σημαίνει ότι το καλοκαίρι είναι πλέον μια εποχή όλο και πιο επικίνδυνης θερμότητας. Αυτήν την εβδομάδα στο Βορειοδυτικό Ειρηνικό, τα ρεκόρ θερμοκρασίας δεν έχουν απλά σπάσει, αλλά έχουν εξαλειφθεί. Οι θερμοκρασίες έφτασαν τους συγκλονιστικούς 47,9C στη Βρετανική Κολούμπια του Καναδά. Θερμοκρασίες που συναντά κανείς πιο συχνά στην έρημο της Σαχάρας, έχουν προκαλέσει τους θανάτους δεκάδων ανθρώπων από θερμοπληξία, με «δρόμους υπό κατάρρευση και τήξη καλωδίων».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ένα άλλο κύμα θερμότητας, νωρίτερα τον Ιούνιο, είδε πέντε χώρες της Μέσης Ανατολής να φτάνουν τους 50C. Η ακραία ζέστη χτύπησε το Πακιστάν, όπου 20 παιδιά σε μια τάξη, αναφέρθηκε ότι έπεσαν αναίσθητα και χρειάστηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη για αντιμετώπιση θερμοπληξίας. Ευτυχώς, όλα επέζησαν.

Η υπερθέρμανση που προκαλείται από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σημαίνει ότι τέτοια ακραία κύματα θερμότητας είναι ολοένα και πιο πιθανά και οι επιστήμονες μπορούν τώρα να υπολογίσουν την αύξηση της πιθανότητας τους. Για παράδειγμα, το ευρωπαϊκό κύμα θερμότητας του 2019 που σκότωσε 2.500 άτομα ήταν πέντε φορές πιο πιθανό από ότι θα ήταν χωρίς την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Στα περισσότερα μέρη του κόσμου, τα ακραία κύματα θερμότητας – έξω από το συνηθισμένο εύρος για μια περιοχή – θα προκαλέσουν προβλήματα, από τη διαταραχή της οικονομίας έως την εκτεταμένη θνησιμότητα, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων και των ηλικιωμένων. Ωστόσο, σε μέρη της Μέσης Ανατολής και της Ασίας εμφανίζεται κάτι πραγματικά τρομακτικό: η δημιουργία θερμότητας ασύμβατης με τη ζωή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι άνθρωποι μπορούν να επιβιώσουν σε θερμοκρασίες άνω των 50 C όταν η υγρασία είναι χαμηλή, όταν όμως τόσο οι θερμοκρασίες όσο και η υγρασία είναι υψηλές, τότε ούτε η εφίδρωση ούτε η κατάβρεξη με νερό μπορούν να μας δροσίσουν. Αυτό που έχει σημασία είναι η θερμοκρασία «υγρού γλόμπου» – που δίνεται από ένα θερμόμετρο καλυμμένο με ένα υγρό πανί – και δείχνει τη θερμοκρασία στην οποία συμβαίνει η ψύξη από εξάτμιση του ιδρώτα ή του νερού. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιβιώσουν παρατεταμένη έκθεση σε θερμοκρασία «υγρού γλόμπου» πέραν των 35C, επειδή δεν υπάρχει τρόπος να δροσιστεί το σώμα τους. Ούτε καν στη σκιά και ούτε με απεριόριστη χρήση νερού.

Μια θερμοκρασία «υγρού γλόμπου» 35C εθεωρείτο κάποτε αδύνατη. Αλλά, πέρυσι οι επιστήμονες ανέφεραν ότι μερικές τοποθεσίες στον Περσικό Κόλπο και στην κοιλάδα του ποταμού Ινδού του Πακιστάν είχαν ήδη φτάσει σε αυτό το κατώφλι, αν και μόνο για μία ή δύο ώρες, και μόνο σε μικρές περιοχές. Καθώς η αλλαγή του κλίματος αυξάνει τις θερμοκρασίες, τα θερμικά κύματα και οι συνοδές – μη συμβατές με τη ζωή – θερμοκρασίες, προβλέπεται ότι θα διαρκούν περισσότερο και θα εμφανίζονται σε ευρύτερες περιοχές και σε νέες τοποθεσίες, συμπεριλαμβανομένων τμημάτων της Αφρικής και των νοτιοανατολικών περιοχών των ΗΠΑ, τις επόμενες δεκαετίες.

Τι μπορούν να κάνουν οι κυβερνήσεις, οι εταιρείες και οι πολίτες; Πρώτον, διακοπή της δημιουργίας ολοένα και πιο ακραίων κυμάτων θερμότητας, μειώνοντας κατά το ήμισυ τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αυτή τη δεκαετία, με στόχο τις μηδενικές εκπομπές έως το 2050. Δεύτερον, προετοιμασία για τα αναπόφευκτα κύματα θερμότητας του μέλλοντος. Ο σχεδιασμός έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία είναι η αρχική προτεραιότητα: η παροχή βασικών πληροφοριών σε άτομα και η μεταφορά ευάλωτων ατόμων σε κλιματιζόμενα καταλύματα. Οι προβλέψεις θερμοκρασίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν και τις θερμοκρασίες «υγρού γλόμπου», ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να μάθουν να κατανοούν τους κινδύνους.

Τα σχέδια πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι τα κύματα θερμότητας εντείνουν τις διαρθρωτικές ανισότητες. Οι φτωχότερες γειτονιές έχουν συνήθως λιγότερους χώρους πρασίνου και έτσι θερμαίνονται περισσότερο, ενώ οι εργαζόμενοι στην ύπαιθρο, συχνά με χαμηλή αμοιβή, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι. Οι εύποροι αγοράζουν επίσης εξοπλισμό ψύξης σε υψηλές τιμές όταν ένα κύμα καύσωνα βρίσκεται σε εξέλιξη και έχουν πολύ περισσότερες επιλογές για να (ξε)φύγουν, υπογραμμίζοντας τη σημασία του σχεδιασμού δημόσιας υγείας.

Πέρα από τη διαχείριση κρίσεων, οι κυβερνήσεις πρέπει να επενδύσουν για να κάνουν τις χώρες να μπορούν να λειτουργήσουν στο νέο κλίμα που δημιουργούμε, συμπεριλαμβανομένων των ακραίων θερμοκρασιών. Σε όρους πολιτικής για το κλίμα αυτό είναι γνωστό ως «προσαρμογή».

Υψίστης σημασίας είναι ο ενεργειακός εφοδιασμός που θα πρέπει να είναι ανθεκτικός στα κύματα θερμότητας, καθώς οι άνθρωποι θα βασίζονται στην ηλεκτρική ενέργεια για ψύξη από κλιματιστικές μονάδες, ανεμιστήρες και καταψύκτες, που είναι όλοι σωτήριοι σε ένα θερμικό κύμα. Ομοίως, οι διαδικτυακές επικοινωνίες και τα κέντρα δεδομένων θα πρέπει να είναι απόλυτα μονωμένα στο μέλλον, καθώς αυτές είναι βασικές υπηρεσίες που επηρεάζονται από τις υψηλές θερμοκρασίες.

Πέρα από αυτό, χρειάζονται νέοι κανονισμοί για να επιτρέπουν στα κτίρια να διατηρούνται δροσερά και για συστήματα μεταφοράς, από δρόμους έως τρένα, να είναι σε θέση να λειτουργούν υπό πολύ πιο ακραίες θερμοκρασίες.

Πολλές από αυτές τις αλλαγές μπορούν να αντιμετωπίσουν άλλες προκλήσεις. Η αναπροσαρμογή των σπιτιών για να είναι ενεργειακά αποδοτικά παρέχει την τέλεια ευκαιρία για να τροποποιηθούν ώστε να παραμένουν δροσερά. Για παράδειγμα, η εγκατάσταση ηλεκτρικών αντλιών θερμότητας προσφέρει ζεστά σπίτια το χειμώνα και την δυνατότητα να μετατραπούν σε συστήματα ψύξης το καλοκαίρι, με αντίστροφη λειτουργία. Οι πόλεις μπορούν να διατηρηθούν πιο δροσερές με πράσινες στέγες και περισσότερους χώρους πρασίνου – γεγονός που θα τις καταστήσει καλύτερες περιοχές διαμονής.

Το τελευταίο καθήκον είναι η μελλοντική προστασία της γεωργίας και των ευρύτερων οικοσυστημάτων στα οποία βασιζόμαστε όλοι. Οι υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσουν καταστροφή στην αγροτική παραγωγή. Στο Μπαγκλαντές, μόλις δύο θερμές ημέρες τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους κατέστρεψαν 68.000 εκτάρια ρυζιού, επηρεάζοντας πάνω από 300.000 αγρότες με απώλειες 39 εκατ. δολαρίων. Πρέπει να αναπτυχθούν και να παρασχεθούν νέες ποικιλίες ανθεκτικές στη θερμότητα. Η εναλλακτική λύση είναι το υψηλότερο κόστος παραγωγής των τροφίμων και απότομες αυξήσεις των τιμών τους, αύξηση της φτώχειας και των κοινωνικών αναταραχών που συνήθως τις συνοδεύουν.

Δεδομένων αυτών των τεράστιων προκλήσεων, πώς αντιδρούν οι κυβερνήσεις στην ανάγκη προσαρμογής στην αλλαγή του κλίματος; Πολύ άσχημα. Η συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή υποχρέωνε τις χώρες να υποβάλουν τα σχέδια προσαρμογής τους, αλλά μόνο 13 χώρες το έχουν πράξει. Μια από αυτές είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά τα κυβερνητικά σχέδια κρίθηκαν από ανεξάρτητους συμβούλους ότι «απέτυχαν να συμβαδίσουν με την επιδεινούμενη πραγματικότητα του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής».

Οι συνομιλίες σχετικά με το κλίμα της Γλασκόβης Cop26 το φθινόπωρο, θα πρέπει να δώσουν έμφαση στο σχεδιασμό προσαρμογής και στη χρηματοδότηση ευάλωτων χωρών. Για να περιοριστούν  οι επιπτώσεις των ολοένα και πιο άγριων θερμικών κυμάτων, η μείωση των εκπομπών θα πρέπει να συμβαδίζει με την προσαρμογή στον καυτό κόσμο που δημιουργούμε. Η σταθεροποίηση του κλίματος έως το 2050 είναι εντός του χρονικού πλαισίου μιας εργάσιμης ζωής, καθώς αυτή αναγκάζεται να προσαρμοστεί προκειμένου να δώσει την ευκαιρία σε όλους να ευημερήσουν – στο μέτρο του δυνατού – σε αυτόν τον νέο κόσμο. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.

Πηγή: The Guardian

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης