Mε την παραδοσιακή ευχή «καλή όρεξη», αρχίζει κάποιος να γευματίζει καθισμένος στο τραπέζι είτε με συγγενείς είτε με φίλους.

Η λέξη όρεξη, επισημαίνει η διαιτολόγος- διατροφολόγος, Τίνα Αντωνίου, εννοιολογικά είναι διαφορετική από τη σημασία της λέξης πείνα και αποτελεί σημαντικό παράγοντα της διατροφής.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η πείνα είναι ένα αίσθημα στέρησης, έλλειψης τροφής, που είμαστε να διατεθειμένοι να ικανοποιήσουμε.

Η όρεξη αντίθετα υπάρχει όταν είμαστε προδιατεθειμένοι ευχάριστα για ένα γεύμα. Το αίσθημα της όρεξης έχει μεγάλη σημασία στη πεπτική διαδικασία, αφού ήδη πριν αρχίσει να τρώει κανείς προετοιμάζει τα γαστρικά υγρά, ώστε να αναπτύξουν τη δράση τους.

Για να δημιουργηθούν οι συνθήκες μιας «καλής όρεξης», προηγούνται της γεύσης η όραση και η όσφρηση. Σίγουρα ένα ευπαρουσίαστο φαγητό βοηθά σε αυτόν τον στόχο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι σεφ στα καλά εστιατόρια γνωρίζουν καλά ότι τα πιάτα των πελατών πρέπει να διακοσμούνται με ιδιαίτερους τρόπους. Για παράδειγμα, το ψάρι το διακοσμούν με τούφες μαϊντανού, φετούλες λεμονιού, ροδέλες από πατάτες και ντομάτες, ποικιλίες χορταρικών, βοστρύχους μαγιονέζας, ενώ υποστηρίζεται ότι ακόμα και το σχήμα και το χρώμα του περιεχομένου έχει σημασία.

Επίσης, το χρώμα των σκευών μπορεί να αλλάξει τη φυσική ή συνηθισμένη όψη των τροφών. Ακόμη και το κρασί θα πρέπει να σερβίρεται πάντα σε ένα γυάλινο ποτήρι, για να μπορεί να εκτιμηθεί καλά το χρώμα του, που -στην περίπτωσή μας- αποτελεί δείκτη ποιότητας.

Μεγάλη σημασία έχουν, σύμφωνα με αυτήν τη λογική, οι γαρνιτούρες. Η σαλάτα, οι ντομάτες, τα λαχανικά δίνουν πάντα μια όψη διαφορετική στα διάφορα πιάτα.

Μια ωραία εμφάνιση μας κάνει να «τρέξουν τα σάλια» μας. Ακόμη και το περιβάλλον που τρώμε και η συντροφιά με την οποία βρισκόμαστε, έχουν αποτέλεσμα ερεθιστικό ή ανασταλτικό ανάλογα με την περίπτωση.

Μετά την όραση, η οσμή και η γεύση είναι οι παράγοντες που παίζουν τον πιο σημαντικό ρόλο στην απελευθέρωση του μηχανισμού που λέγεται όρεξη. Η οσμή προετοιμάζει το έδαφος στη γεύση. Ο πρώτος είναι δείκτης του δεύτερου, τόσο που αν λείψει, τα φαγητά μάς φαίνονται άνοστα. Όταν έχουμε ένα κρυολόγημα που μας εμποδίζει να χρησιμοποιούμε τη μύτη μας, όλα μάς φαίνονται άνοστα. Η γεύση, ωστόσο, είναι ένας μηχανισμός όχι πολύ γνωστός.

Ένα φαγητό γίνεται εύγευστο με την προσθήκη καρυκευμάτων και μυρωδικών. Από την επιλογή, τον συνδυασμό τους και τα συστήματα ψησίματος, εξαρτάται καθοριστικά η μαγειρική τέχνη.

• Το αλάτι είναι το κύριο καρύκευμα, άλλωστε είναι απαραίτητο στον οργανισμό. Η κατάχρησή του, όμως, μπορεί να διευκολύνει τη δημιουργία της κυτταρίτιδας και τον σχηματισμό ουρολίθων.

• Το ξίδι και το λάδι χρησιμοποιούνται πολύ σε όλα τα τραπέζια.

• Το πιπέρι, η μουστάρδα, η κανέλα και η βανίλια είναι κατάλληλα για ειδικά πιάτα και δεν καταναλώνονται κάθε τόσο.

Πιο ευρείας χρήσης είναι ο βασιλικός και ο μαϊντανός, εφόσον δεν αντενδείκνυνται, αντίθετα είναι γνωστές σ’ όλους οι υπακτικές τους ιδιότητες. Τα καρυκεύματα και τα μυρωδικά, τέλος, συμβάλλουν στην καλή διατροφή, ιδιαίτερα αν χρησιμοποιούνται προγραμματισμένα σε ένα διαιτολόγιο.

Πηγή: MediDiatrofi.blogspot.com

Επιμέλεια: Δήμητρα Μπιλάλη

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης