Με νέα απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση της πρώην προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού Βασιλικής Θάνου με την οποία ζητούσε να ανασταλεί η έκπτωσή της από το αξίωμά της, μετά τη θέσπιση του νόμου για το ασυμβίβαστο.

Μαζί με την κα Θάνου έχουν προσφύγει στο ΣτΕ άλλα τρία στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού που διαμαρτύρονται για την απομάκρυνσή τους, επικαλούμενα σειρά διατάξεων της κοινοτικής και ελληνικής νομοθεσίας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το Τμήμα Αναστολών του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (τρίτο θερινό τμήμα διακοπών που συνεδρίασε σε σχηματισμό Ολομέλειας), με πρόεδρο την Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτριο Εμμανουηλίδη, απέρριψε και τις τέσσερις αιτήσεις αναστολών που έχουν καταθέσει τόσο η κα Θάνου όσο και η τέως αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού Άννα Νάκου, αλλά και τα δύο μέλη Νικόλαος Ζευγώλης και Ιωάννης Παύλοβιτς.

Η συζήτηση της αίτησης έγινε την περασμένη Παρασκευή και τα υπομνήματα των δύο πλευρών υποβλήθηκαν χθες το βράδυ. Οι προσφεύγοντες ζητούσαν να «παγώσει» η έκπτωσή τους από τα συγκεκριμένα αξιώματα  χαρακτηρίζοντας «φωτογραφική» την κυβερνητική ρύθμιση με στόχο την απομάκρυνσή τους από τις θέσεις τους.

Oι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι δεν προκύπτουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για την αναστολή και ούτε προσδιορίστηκε από τους προσφεύγοντες ποιες είναι οι  διοικητικές εκκρεμότητες που έχουν  στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, τις οποίες επικαλέστηκαν, θεωρώντας ότι «είναι στο πλαίσιο των συνήθων καταστάσεων που δεν συνιστούν εξαιρετικό λόγο χορήγησης της αναστολής των προσβαλλόμενων πράξεων». Εξάλλου, προσθέτουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, έχουν ήδη διοριστεί νέα μέλη στην εν λόγω Επιτροπή τα οποία οφείλουν να αντιμετωπίσουν τις εκκρεμότητες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Παράλληλα, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου υπογραμμίζει ότι οι λόγοι ακυρώσεως που προβάλλουν οι προσφεύγοντες δεν παρίστανται ως προδήλως βάσιμοι, διότι αφορούν σε διατάξεις του εθνικού δικαίου και του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες δεν έχουν τύχει επεξεργασίας από τη νομολογία, ενώ η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 8ης Απριλίου 2014,  την οποία επικαλούνται οι προσφεύγοντες, έχει εκδοθεί επί ερμηνείας και εφαρμογής διαφορετικής οδηγίας, η οποία αφορά σε διαφορετικό ζήτημα (προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα).

Διαβάστε όλο το σκεπτικό του ΣτΕ:

«Mε τις 230-232/2019 αποφάσεις της η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας (με πρόεδρο την κα Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και εισηγητή τον κ. Δημήτριο Εμμανουηλίδη) απέρριψε τις αιτήσεις αναστολής κατά των αποφάσεων του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με τις οποίες διαπιστώθηκε η αυτοδίκαιη έκπτωση τεσσάρων μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού (της Προέδρου, της Αντιπροέδρου και δύο μελών-Εισηγητών), ύστερα από το ασυμβίβαστο που θεσπίστηκε με το άρθρο 101 του ν. 4623/2019.

Η Επιτροπή Αναστολών, αφού δέχθηκε ότι εξακολουθεί εν προκειμένω να υπάρχει πεδίο προσωρινής δικαστικής προστασίας παρά το γεγονός ότι ήδη διορίσθηκαν νέα μέλη στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, έκρινε ότι, κατά πάγια νομολογία, οι διοικητικές πράξεις που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση υπαλλήλων ή λειτουργών του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και τον διορισμό ή τη συγκρότηση οργάνων διοίκησης, όπως είναι οι ανεξάρτητες αρχές, συνάπτονται από τη φύση τους με την ομαλή λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας και η άμεση εκτέλεσή τους επιβάλλεται κατ’ αρχήν από λόγους δημοσίου συμφέροντος. Δεν υπόκεινται, συνεπώς, οι πράξεις αυτές σε αναστολή εκτελέσεως, εκτός εάν ο αιτών επικαλείται και αποδεικνύει ότι συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, οπότε είναι κατ’ εξαίρεση δυνατόν να χορηγηθεί αναστολή (Ε.Α. 410/2018 Ολομ., 164, 160, 111/2018, 194, 154, 96, 54/2017, 35/2017 Ολομ., 241, 168, 111, 87-88/2016, 246, 89/2014, 93/2011, 350/2009, 510/2001, 572/1999, 105/1991, 336/1989, 193/1982, 332/1980, 164/1972, 213/1966 κ.ά.). Περαιτέρω, ανεξάρτητα από την πρόκληση βλάβης στον αιτούντα από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, η Επιτροπή Αναστολών χορηγεί την αιτουμένη αναστολή, αν με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης λόγος ακυρώσεως προδήλως βάσιμος. Κατά την έννοια της παραγράφου 7 του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989, περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συντρέχει, ιδίως, όταν ο σχετικός λόγος ακυρώσεως βασίζεται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, και, πάντως, όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμησή του (Ε.Α. 410/2018 Ολομ., 35/2017 Ολομ., 312, 150/2014, 294, 138, 110/2013, 496/2011 Ολομ., 1115 – 1117/2010 Ολομ. κ.ά.).

Κατόπιν τούτων, κρίθηκε ότι η βλάβη, την οποία επικαλούνται οι αιτούντες, δεν επέρχεται από τις προσβαλλόμενες πράξεις, αλλά αποτελεί ευθέως ρύθμιση του άρθρου 101 του ν. 4623/2019, η δε Επιτροπή Αναστολών, κατά πάγια νομολογία, δεν δύναται να αναστείλει την εφαρμογή νομοθετικής διάταξης (Ε.Α. 58/2018 Ολομ., 79/2016 Ολομ., 28-29/2016 Ολομ., 160/2010, 308-309/2002 Ολομ., 294/1998, 97/1997 Ολομ., 593/1995, 395/1985 κ.ά.), ανεξαρτήτως όμως αυτού, πάντως, εν προκειμένω, οι προσβαλλόμενες πράξεις συνάπτονται με την ομαλή λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία έχει συσταθεί ως ανεξάρτητη αρχή με σημαντικές αρμοδιότητες ως προς την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού, και δεν υπόκεινται κατ’ αρχήν σε αναστολή εκτελέσεως για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Περαιτέρω, εφόσον η ρύθμιση του άρθρου 101 του ν. 4623/2019 απέβλεψε, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, στην ενίσχυση της λειτουργικής ανεξαρτησίας και στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ως ανεξάρτητης αρχής, δεν αποδίδεται προσωπική μομφή στα ήδη υπηρετούντα μέλη και, συνεπώς, δεν συντρέχει ηθική βλάβη των αιτούντων, δεδομένου άλλωστε ότι η αυτοδίκαιη έκπτωσή τους δεν συνδέεται με οποιαδήποτε υποκειμενική συμπεριφορά τους, σε κάθε δε περίπτωση η ηθική βλάβη είναι επανορθώσιμη. Επιπλέον, απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί περί οικονομικής βλάβης που προέβαλαν ορισμένοι εκ των αιτούντων, διότι δεν αποδείχθηκε σοβαρή αδυναμία βιοπορισμού, αλλά απλή οικονομική βλάβη, η οποία, όμως, δεν συνιστά εξαιρετικό λόγο που δικαιολογεί κατ’ εξαίρεση τη χορήγηση αναστολής εκτελέσεως και, πάντως, είναι επανορθώσιμη.

Εξάλλου, οι ισχυρισμοί των αιτούντων ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος σχετικά με τη συνέχιση της εύρυθμης, αδιάλειπτης και ομαλής λειτουργίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, πέραν του ότι προβάλλονται εκ συμφέροντος τρίτου, κρίθηκαν απορριπτέοι, διότι αφενός η ύπαρξη πάσης φύσεως διοικητικών εκκρεμοτήτων αποτελεί συνήθη κατάσταση και δεν συνιστά εξαιρετικό λόγο για τη χορήγηση αναστολής, αφετέρου είναι και αναπόδεικτοι, διότι δεν προσδιορίζονται με συγκεκριμένα στοιχεία οι επείγουσες και ιδιαιτέρως σοβαρές εκκρεμείς υποθέσεις, οι οποίες κινδυνεύουν να καθυστερήσουν υπερβολικά ή να παραγραφούν, ενώ, εξάλλου, ήδη έχουν διορισθεί και νέα μέλη στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, τα οποία οφείλουν κατά νόμο να αντιμετωπίσουν τις εκκρεμότητες αυτές. 

Τέλος, κρίθηκε ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως δεν παρίστανται ως προδήλως βάσιμοι, διότι αφορούν διατάξεις του εθνικού δικαίου και του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες δεν έχουν τύχει επεξεργασίας από τη νομολογία».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης