Τον αγώνα που έδωσαν μόνοι τους για να σωθούν από την πύρινη λαίλαπα στο Μάτι περιγράφουν οι μάρτυρες που καταθέτουν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, στη δίκη που συνεχίζεται για τη φονική πυρκαγιά που στοίχισε 104 ανθρώπινες ζωές.

«Μπήκαμε στη θάλασσα, κάποια στιγμή χάσαμε τη στεριά, δεν βλέπαμε. Κολυμπούσαμε, προσπαθούσαμε να μείνουμε ενωμένοι, ο αέρας δυνάμωνε όσο περνούσε η ώρα. Προσπαθούσαμε να μείνουμε σε κοντινή απόσταση ο ένας από τον άλλο. Έπεφταν σπίθες, κουκουνάρια στο νερό. Κάποια στιγμή δυσκόλεψαν τα πράγματα πάρα πολύ. Ακούγαμε τα αεροπλάνα και νομίζαμε ότι έρχονταν να μας σώσουν, φωνάζαμε βοήθεια. Κάποια στιγμή η γυναίκα μου λέει, «αυτό ήταν…», τόνισε στην κατάθεσή του ο Αλέξανδρος Φλώρος ο οποίος υποστήριξε πως δεν τους ειδοποίησε κανείς να φύγουν από τα σπίτια τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όπως εξήγησε ο μάρτυρας, οι άνθρωποι μέσα στη θάλασσα, κολυμπούσαν χωρίς να ξέρουν προς τα πού κατευθύνονται. Είχαν αρχίσει να χάνουν το κουράγιο τους και προσπαθούσαν μόνο να παραμένουν ενωμένοι. 

«Μετά από πολλές ώρες είδαμε κάτι φώτα. Είχαμε φτάσει κοντά στο λιμάνι της Ραφήνας, ήταν φώτα πλοίου. Ερχόταν ένα ψαροκάικο. Μας έριξε φως με φακό, μετά μια κουλούρα. Η γυναίκα μου είχε πάθει υποθερμία, τα παιδιά είχαν γίνει μπλε. Μας έδωσαν κουβέρτες. Βλέπαμε ανθρώπους να επιπλέουν. Είδα έναν παππού να επιπλέει στη θάλασσα… Ανέσυραν μια γυναίκα, της έκαναν ανάνηψη, δεν τα κατάφερε… Μας έβγαλαν στην ακτή, από το σοκ δεν θυμόμασταν να πάρουμε τηλέφωνο κάποιον δικό μας… Δεν βλέπαμε καλά, στην ακτή φαίνονταν κάποια ασθενοφόρα. Εκεί είδαμε πλαστικές σακούλες μαύρες που τις έκλειναν… Αν μέναμε μέσα στο σπίτι θα καιγόμασταν ζωντανοί. Ήταν τόσο το θερμικό φορτίο που έλιωσαν τα σίδερα…», είπε με τρεμάμενη φωνή και πρόσθεσε πως καθ’ όλη τη διάρκεια της προσπάθειάς του να σώσει τον εαυτό του και την οικογένειά του δεν είδε ούτε έναν εκπρόσωπο των αρχών. «Τον μόνο ένστολο που είδα ήταν μια λιμενικός στις 11 τη νύχτα στο λιμάνι της Ραφήνας», είπε.

Η υπεράσπιση αντέδρασε κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του μάρτυρα επισημαίνοντας το γεγονός πως δεν έχει χάσει συγγενείς του και παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων μόνο για υλικές ζημιές, με την πολιτική αγωγή να ανταπαντά σε υψηλούς τόνους, ενώ από το ακροατήριο συγγενείς θυμάτων φώναζαν «ντροπή σας».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για την απουσία πυροσβεστικών μέσων μίλησε ο Ιωάννης Χατζηαθανασιου  που έχασε την αδελφή του στην φονική πυρκαγιά. Όπως κατέθεσε και ο ίδιος κινδύνεψε από την πυρκαγιά. «Δυστυχώς δεν εμφανίστηκε κάποιο ελικόπτερο να κάνει ρίψεις. Μόνο μία ρίψη είδα γύρω στις 5-5 παρά. Δεν υπήρχε μέριμνα, δεν ειδοποιήθηκα από κανέναν, ούτε είχα κάποια πληροφόρηση».

Στο ίδιο μήκος κύματος κι η επόμενη κατάθεση του Κωνσταντίνου Χατζησταματίου ο οποίος νοσηλεύτηκε με εκτεταμένο έγκαυμα στο πρόσωπο για πάνω από ένα μήνα. Βρισκόταν με τη σύζυγο, τη νύφη του και τον εγγονό του στο σπίτι τους στο Μάτι. «Καμία υπηρεσία δεν μερίμνησε. Δεν υπήρξε από κανέναν ειδοποίηση, εάν δεν βλέπαμε τον καπνό και τη φωτιά δεν θα φεύγαμε», ανέφερε.

«Γύρω στις πεντέμιση – έξι παρά είδαμε πυκνούς καπνούς. Στις έξι άρχισαν να πέφτουν μεγάλες καύτρες. Είδα τη φωτιά μέσα στην αυλή μας. Έξι και δέκα πήρα τη γυναίκα μου τη νύφη μου και τον εγγονό  μου και φύγαμε», κατέθεσε ο μάρτυρας.

«Είδα τη φωτιά να έρχεται προς τα εμάς, υπήρχαν παντού στάχτες. Έβλεπα πυκνή ροή οχημάτων από τη Μαραθώνος και κάτω. Φωνάζω στην οικογένεια να βγουν έξω και μπήκαμε στο αυτοκίνητο να φύγουμε», είπε ακόμη ο ίδιος, ο οποίος μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του κατάφεραν να φτάσουν στην ακτή.

Στην συνέχεια όπως είπε είδε μέσα στο καπνό ένα τζιπ και αυτή ήταν η σωτηρία του. «Είδα κόκκινα φώτα και έτρεξα να δω ποιος ήταν για βοήθεια. Τους είπα σας παρακαλώ κινδυνεύει η ζωή μου και να με πάρουν. Με κατέβασαν από τον τζιπ με έβαλαν σε ιδιωτικό ασθενοφόρο και με πήγε στο νοσοκομείο. Είχα εγκαύματα. Έμεινα 40 ημέρες στο νοσοκομείο. Υποβλήθηκα σε δύο πλαστικές επεμβάσεις», περιέγραψε ο μάρτυρας σχετικά με τις δραματικές στιγμές που βίωσε.

Απαντώντας σε ερωτήσεις του εισαγγελέα, ο μάρτυρας τόνισε πως έπαιρναν τηλέφωνο το λιμενικό και δεν απαντούσε κανείς. «Το πυροσβεστικό έφτασε γύρω στις 10:30 το βράδυ και όταν είπε μία κυρία δε ρίχνετε το νερό στο σπίτι που καίγεται, είπαν άστο αυτό κάηκε τώρα! Δεν υπήρξε καμία ειδοποίηση», τόνισε ο μάρτυρας.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης