Νέα μελέτη ανασκόπησης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης συνιστάται ως θεραπεία πρώτης γραμμής για γυναίκες στην εμμηνόπαυση, οι οποίες δεν έχουν παράγοντες κινδύνου.

Τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης μπορεί να ξεκινήσουν 10 χρόνια πριν από την έναρξη της εμμηνόπαυσης και μπορεί να διαρκέσουν για περισσότερα από 10 χρόνια. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να χειροτερεύσουν σημαντικά την ποιότητα της ζωής πολλών γυναικών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Αν και υπάρχουν πολλές θεραπείες για τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, ο φόβος για τους κινδύνους της ορμονοθεραπείας στην εμμηνόπαυση, καθώς και η έλλειψη γνώσης σχετικά με τις θεραπευτικές επιλογές, συχνά εμποδίζουν τις ασθενείς να κάνουν τη θεραπεία», αναφέρουν οι ερευνητές.

«Παρά τις ανησυχίες που υπήρχαν αρχικά για αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων με την εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία, όλο και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι είναι πιθανή η μείωση των περιστατικών στεφανιαίας νόσου σε νεότερες ασθενείς που λαμβάνουν εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία και ειδικά σε εκείνες που ξεκινούν τη συγκεκριμένη θεραπεία πριν από την ηλικία των 60 ετών ή μέσα σε δέκα χρόνια από την εμμηνόπαυση», προσθέτουν οι συγγραφείς.

Όπως είπε η Dr. Samantha Dunham, διευθύντρια του Κέντρου για την Υγεία και την Εμμηνόπαυση της Μέσης Ηλικίας στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ο όρος «θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης» έχει αντικατασταθεί πλέον από τον όρο «εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία» όταν χορηγείται ορμονοθεραπεία σε ασθενείς στην εμμηνόπαυση. Εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε τον όρο «θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης» για ασθενείς που έχουν πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, δηλαδή οι ωοθήκες τους έχουν σταματήσει να παράγουν οιστρογόνα πριν από την ηλικία των 40 ετών, ή για ασθενείς που έχουν πρόωρη εμμηνόπαυση λόγω χειρουργικής επέμβασης, ακτινοβολίας ή χημειοθεραπείας και λαμβάνουν ορμόνες για τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για δεκαετίες, τα συμπεράσματα διαφόρων ομάδων ερευνητών σχετικά με τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, ήταν αντικρουόμενα.

Μία κλινική δοκιμή είχε δείξει ότι τα περιστατικά στεφανιαίας νόσου αυξήθηκαν αρχικά, αλλά στη συνέχεια μειώθηκαν τα επόμενα χρόνια. Άλλη μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες που είχαν ακόμα τη μήτρα τους, είχαν αυξημένο ποσοστό στεφανιαίας νόσου και καρκίνου του μαστού. Τότε θεωρήθηκε ότι οι κίνδυνοι υπερτερούσαν των οφελών. Μία άλλη μελέτη διακόπηκε λόγω μικρού κινδύνου ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου.

Οφέλη από την εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία

Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Canadian Medical Association Journal η εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία δεν προκαλεί προβλήματα υγείας και είναι ασφαλής, όταν η ασθενής την ακολουθεί σύμφωνα με τις οδηγίες.

«Τα οφέλη υπερτερούν κατά πολύ των κινδύνων. Οι προηγούμενες συστάσεις είχαν βασιστεί σε μελέτη με πολλά μειονεκτήματα. Σήμερα, υπάρχουν επιθέματα και κρέμες που είναι βιολογικά πανομοιότυπα με τα οιστρογόνα μιας γυναίκας. Εάν μια γυναίκα έχει ακόμα τη μήτρα της, χρειάζεται προγεστερόνη και οιστρογόνα.
Αν δεν έχει πλέον μήτρα, δεν χρειάζεται την προγεστερόνη», δήλωσε ο Dr. G. Thomas Ruiz, επικεφαλής του τομέα γυναικολογίας και μαιευτικής στο Memorial Care Orange Coast Medical Center της Καλιφόρνια.

Η ορμονική θεραπεία σταθεροποιεί τα επίπεδα οιστρογόνων και προγεστερόνης στον οργανισμό. Είναι μια αποτελεσματική θεραπεία για τις εξάψεις σε γυναίκες που ενδείκνυται να την χρησιμοποιούν και μπορεί επίσης να βοηθήσει με την ξηρότητα του κόλπου, τον ύπνο και τη διατήρηση της οστικής πυκνότητας.

«Ειδικά για γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας που είναι σεξουαλικά ενεργές, η εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία μπορεί να κάνει το σεξ πιο άνετο. Οι κρέμες οιστρογόνων λειτουργούν τοπικά, επομένως όταν χρησιμοποιούνται στην περιοχή του κόλπου, δρουν τοπικά και δεν προκαλούν προβλήματα σε άλλα σημεία του οργανισμού», είπε ο Ruiz.

«Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης βοηθά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής πολλών ασθενών και είναι λογικά χαμηλού κινδύνου εάν ξεκινήσει τα πρώτα χρόνια στην εμμηνόπαυσης/ περιεμμηνόπαυσης», δήλωσε ο Dr. Adi Katz, διευθυντής γυναικολογίας στο Lenox Hill Hospital της Νέας Υόρκης.

Πριν ξεκινήσει μία γυναίκα ορμονοθεραπεία, απαιτείται ενδελεχής εξέταση από τον γιατρό της και αναλυτική συζήτηση σχετικά με το ιατρικό ιστορικό, τη γενικότερη υγεία της και τα συμπτώματα.

«Είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για πολλά συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, καθώς τα συμπτώματα συχνά σχετίζονται με το γεγονός ότι δεν παράγουν πλέον οι ωοθήκες οιστρογόνα. Εκτός από τη θεραπεία των συμπτωμάτων, γνωρίζουμε ότι η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μειώνει τον κίνδυνο καταγμάτων αργότερα στη ζωή της γυναίκας και αντιμετωπίζει επίσης το ουρογεννητικό σύνδρομο της εμμηνόπαυσης».

Οι κίνδυνοι της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης

Παλαιότερες μελέτες έδειξαν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού σε γυναίκες που έκαναν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης. Τώρα πια, πιστεύεται ότι ο κίνδυνος είναι χαμηλότερος στις γυναίκες που διανύουν την 5 η δεκαετία της ζωής τους σε εκείνες που ξεκινούν τη θεραπεία στα πρώτα 10 χρόνια της εμμηνόπαυσης.

Οι συντάκτες της νέας έκθεσης επισημαίνουν επίσης ότι ορισμένες μελέτες δείχνουν αυξημένο κίνδυνο ισχαιμικού εγκεφαλικού σε γυναίκες άνω των 60 ετών που ξεκινούν τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης 10 χρόνια μετά την έναρξη της εμμηνόπαυσης. Για τις γυναίκες κάτω των 60 ετών, ο κίνδυνος είναι χαμηλός.

Υπάρχει ένας ελαφρά αυξημένος κίνδυνος για στεφανιαία νόσο σε ηλικιωμένες γυναίκες που χρησιμοποιούν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, αλλά αυτό εξαρτάται από την ηλικία της ασθενούς και τις προϋπάρχουσες παθήσεις.

«Τα περισσότερα στοιχεία δείχνουν μια πιθανή μείωση της στεφανιαίας νόσου όταν η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης ξεκινά κοντά στην εμμηνόπαυση. Φαίνεται ότι ο συγχρονισμός είναι το κλειδί. Οι περισσότερες γυναίκες ηλικίας περίπου 50 ετών δεν έχουν αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου», είπε η Dr. Samantha Dunham, από το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.

«Για ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο, υπολογίζουμε αυτόν το πόσο σοβαρός είναι αυτός ο κίνδυνος χρησιμοποιώντας έναν «ψηφιακό εκτιμητή κινδύνου» και στη συνέχεια συζητάμε με την ασθενή» πρόσθεσε. «Ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου βασίζεται σε παράγοντες όπως η ηλικία και η φυλή, η αρτηριακή πίεση της
γυναίκας και οι τιμές της χοληστερόλης της, καθώς και αν έχει διαβήτη, αν καπνίζει και αν λαμβάνει φάρμακα για υπέρταση. Οι ασθενείς με στεφανιαία νόσο δεν πρέπει να κάνουν θεραπεία με οιστρογόνα»».

Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις γυναικών που δεν πρέπει να κάνουν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης. Συγκεκριμένα, γυναίκες με ιστορικό καρκίνου του μαστού, των ωοθηκών ή του ενδομητρίου, ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού, ιστορικό θρομβώσεων, εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής νόσου, ηπατικής νόσου ή υψηλής αρτηριακής πίεση οι οποίες δεν λαμβάνουν θεραπεία.

«Ιδανικά, είναι καλύτερο να χρησιμοποιείτε η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης για το συντομότερο χρονικό διάστημα, στη χαμηλότερη δόση, ειδικά εάν μια γυναίκα είναι κάτω των 60 ετών ή είναι στα πρώτα δέκα χρόνια από τη διάγνωση της εμμηνόπαυσης», πρόσθεσε Dr. Samantha Dunham.

Διαβάστε περισσότερα: https://www.cmaj.ca/content/195/19/E677

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης