του Νίκου Βιτσιλάκη

Στην Ευρώπη μεσουρανούν εδώ και χρόνια, όχι τόσο γιατί συναρπάζουν με την τεχνολογία τους όσο γιατί είναι θαυματουργές με τη χρηστικότητά τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο λόγος για τις γυμνές μοτοσυκλέτες δρόμου, αυτές δηλαδή που στερούνται αεροδυναμικών προστατευτικών προσφέροντας σε κοινή θέα όλα τα χαρίσματά τους. Κάποτε “πουλούσαν” και στη χώρα μας, κυριαρχώντας μάλιστα στους σχετικούς πίνακες των ταξινομήσεων, κυρίως τη δεκαετία του ’80. Όμως, η μόδα των on/off ήταν τελικά αυτή που επικράτησε, η εδαφική μας μορφολογία και οι χείριστοι δρόμοι του οδικού μας δικτύου συνέβαλαν κατά πολύ στην επιτυχία τους. Ακόμα και σήμερα, αν ρίξουμε μια ματιά στις πωλήσεις θα δούμε ότι ουσιαστικά κυριαρχούν, έχοντας καταλάβει τις 10 πρώτες θέσεις -και 15 συνολικά- στο Top 20! Με βάση τις στατιστικές, από την άλλη, παρατηρούμε ότι οι “γυμνές κυρίες” αυξάνουν τα μερίδιά τους στην αγορά, όντας πλέον πλήρεις προτάσεις για ένα κοινό που θέλει μοτοσυκλέτα για κάθε μέρα. Η απουσία των πλαστικών αεροδυναμικών βοηθημάτων έχει και τα καλά της, ειδικά σε δύο ευαίσθητους τομείς: αρχικά σε αυτόν της συντήρησης, καθόσον το βάλε-βγάλε αυξάνει κοστολόγια και χρόνους. Και κατά δεύτερον, στο ουσιαστικά ελάχιστο κόστος επισκευής μετά απο μια άτυχη στιγμή. Ψάξαμε λοιπόν και βρήκαμε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, πάντα με γνώμονα τη σχέση τιμής/αξίας. Δεν είναι ακριβές μοτοσυκλέτες, διαθέτουν κινητήρες από 300 έως 900 κυβικά, οι τιμές τους κυμαίνονται από τα 5.700 έως τα 9.850 ευρώ και σας τις παρουσιάζουμε ξεκινώντας από τη φθηνότερη και καταλήγοντας στην ακριβότερη.

KTM 390 Duke 5.690

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για πολλούς μοτοσυκλετιστές, οι Δούκες της ΚΤΜ είναι οι εκπρόσωποι μιας κατηγορίας όπου η έννοια “οδηγική απόλαυση” βρίσκεται στην κορυφή των χαρακτηριστικών τους. Και επειδή υπάρχουν και άλλοι παράγοντες πέραν της απόλυτης ιπποδύναμης που μπορούν να τους συγκινήσουν, η αυστριακή φίρμα έχει επεκτείνει τα τελευταία χρόνια τη γκάμα στα μικρότερα κυβικά, προσφέροντας λιλιπούτειους Δούκες με κορυφαία περιφερειακά που τιμούν επάξια τη φιλοσοφία “Ready to Race” του εργοστασίου. To Duke 390 του 2018 έχει την ικανότητα να φέρει το χαμόγελο στα χείλη ακόμα και αναβατών που θέλουν να το χρησιμοποιούν όλη μέρα κάθε μέρα. Αναβατών που θέλουν κάθε στιγμή να χαίρονται την οδήγηση, είτε μέσα στην πόλη είτε στα στροφιλίκια γύρω από αυτή. Το μοντέλο έχει δεχθεί σημαντικές βελτιώσεις με σκοπό να παραμείνει στην κορυφή των πωλήσεων, προσφέροντας σχεδίαση α λα Super Duke R και περιφερειακά από ράφια υψηλών προδιαγραφών. Έχει αλλάξει σχεδίαση, διαθέτει πλουσιότερο εξοπλισμό και έχει ραφιναριστεί σε καίρια σημεία, αποκτώντας περισσότερο χρηστικό χαρακτήρα και -παράλληλα- βελτιώνοντας ακόμα πιο πολύ τα δυναμικά του χαρακτηριστικά. Nέο πιρούνι με τεχνολογία open cartridge, νέο (μονό) αμορτισέρ με πιστόνι διαχωρισμού του λαδιού από τον αέρα, νέο ατσάλινο τιμόνι τύπου fat bar, νέο -και αφαιρούμενο πλέον- υποπλαίσιο, TFT έγχρωμη οθόνη, ΚΤΜ Μy Ride σύστημα bluetooth διασύνδεσης με το κινητό, συμπλέκτης ολίσθησης και ηλεκτρονικό γκάζι Ride by wire είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν μια σημαντική ανανέωση για τον μικρό Δούκα.

Honda CB300R – 5.990

Θέλει να θυμίζει τον μεγάλο αδερφό CB1000R και ξέρει πως πίσω από τη σχεδίαση φέρνει μαζί του πρωτόγνωρες για τη Honda εφαρμογές στην κατηγορία. Το νέο μικρό “streetfighter” της Honda χρησιμοποιεί τον γνωστό υγρόψυκτο μονοκύλινδρο των 286cc από τη σειρά CB300F/CBR300R, με αυξημένη κατά σχεδόν μισό ίππο απόδοση (31Hp συνολικά). Από εκεί και πέρα, όλα τα υπόλοιπα αλλάζουν, βλέποντας ριζοσπαστικές -για μικρό σε κυβισμό Honda- εφαρμογές. Όπως για παράδειγμα μονάδα αδρανειακής μέτρησης, προκειμένου να κατανέμεται καλύτερα η ισχύς του φρεναρίσματος μέσω του στάνταρ δικάναλου ABS. Όπως επίσης ένα ανεστραμμένο πιρούνι 41mm και μια τετραπίστονη δαγκάνα μπροστά, αλλά και ένα ατσάλινο πλαίσιο τύπου χωροδικτύωμα από συνδυασμό σωληνωτών και πρεσσαριστών κομματιών. Ο φωτισμός, που είναι τεχνολογίας full LED και η ευμεγέθης οθόνη LCD στα όργανα δεν θα αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο, κάτι παρόμοιο ισχύει με το εντυπωσιακό σε όψη τελικό εξάτμισης με τους δύο θαλάμους. Οι 31 ίπποι έχουν να αντιμετωπίσουν μόλις 143 κιλά βάρος και αυτό σημαίνει ότι στην όλη υπόθεση υπεισέρχεται και ο παράγοντας “fun to ride”. Σίγουρα στόχος του δεν είναι να μπει σε κόντρες με τον ισχυρότερο (από πλευράς ιπποδύναμης) ανταγωνισμό, αλλά να αποτελέσει μια κατηγορία μόνο του όσον αφορά στην οικονομία καυσίμου και στην ευρύτερη χρηστικότητα.

Suzuki SV 650 – 6.895

Με δεδομένη την επιστροφή των γυμνών μοτοσυκλετών δρόμου στο προσκήνιο, η Suzuki αναβίωσε ένα μοντέλο που έχει γράψει τη δική του ιστορία. Το SV 650 του σήμερα είναι αισίως η τρίτη γενιά του μοντέλου και -ούτε λίγο ούτε πολύ- έχει δεχθεί αλλαγές και βελτιώσεις σε 140 σημεία, τα 60 εκ των οποίων βρίσκονται στον V-2 κινητήρα των 645 κ.εκ. με τους 2 ΕΕΚ, τα δύο μπουζί ανά κύλινδρο και τις τετραβάλβιδες κεφαλές, αυτόν τον ίδιο αλεξίσφαιρο που κινεί και τις κοσμαγάπητες V-Strom 650 χρόνια τώρα. Η ιπποδύναμη έχει σκαρφαλώσει στους 75 ίππους (από 73,4 στο προηγούμενο μοντέλο), ενώ η κατανάλωση έχει εκτοξευτεί προς τα κάτω (ανακοινώσιμη 3,84 lt/100km) και οι προδιαγραφές έχουν προσαρμοστεί σε επίπεδα Euro4. Σημαντική προσθήκη αποτελεί το νέο σύστημα Low RPM Assist, που στην ουσία είναι ένα ηλεκρονικό βοήθημα διατήρησης των στροφών του κινητήρα στα επιθυμητά πλαίσια όταν κινούμαστε με χαμηλές ταχύτητες, αποφεύγοντας τα σκορτσαρίσματα στο άνοιξε–κλείσε του γκαζιού. Η ποιότητα κατασκευής του SV (made in Japan) είναι καλύτερη από τον ανταγωνισμό (στην κατηγορία πάντα) και αποτελεί σημαντικό παράγοντα για έναν αναβάτη που δεν θέλει να αλλάζει μοτοσυκλέτα συχνά. Όπως επίσης και για τη νέα γενιά αναβατών, που θέλει μια μοτοσυκλέτα σαν βάση για customizing στα δικά της μέτρα και σταθμά.

Yamaha MT-07 7.100

Από την κυκλοφορία τoυ το 2014, το MT-07 κατάφερε να γίνει μια από τις πιο επιτυχημένες μοτοσυκλέτες της Yamaha όλων των εποχών, πετυχαίνοντας περισσότερες από 80.000 πωλήσεις μέχρι σήμερα. Για το 2018, οι σχεδιαστές έκαναν τις απαραίτητες επεμβάσεις για να φρεσκάρουν το best seller τους, τόσο όσον αφορά στη σχεδίαση των πλαστικών όσο και στην αίσθηση της συνολικής ποιότητας. Τα νέα στοιχεία που διαφοροποιούν το ΜΤ-07 προέρχονται από το μεγαλύτερο ΜΤ-09 και έχουν να κάνουν με νέο προβολέα, πίσω φωτιστικό σώμα, ρεζερβουάρ καυσίμου, μπροστινό φτερό και εισαγωγές αέρα, ενώ έχει αλλάξει και η θέση οδήγησης με τη χρήση μιας επανασχεδιασμένης σέλας, που πλέον αγκαλιάζει το δοχείο καυσίμου και είναι ενιαία για οδηγό και συνεπιβάτη. Παράλληλα, το πιρούνι έχει δεχθεί νέες ρυθμίσεις για μια περισσότερο σπορ συμπεριφορά (αυτό είναι αλήθεια ότι το χρειαζόταν), ενώ το αμορτισέρ έχει αλλάξει και διαθέτει νέο ρυθμιστή για την απόσβεση επαναφοράς, κάτι που επιτρέπει στους αναβάτες να το ρυθμίζουν στα μέτρα τους και ανάλογα με τη χρήση και το οδηγικό τους στυλ. Το MT-07 είναι μια από τις καλύτερες μοτοσυκλέτες γενικής χρήσης και δεν νομίζουμε ότι χρειαζόταν περισσότερες αλλαγές. Ευχάριστο οδηγικά και πολύ οικονομικό σε κατανάλωση, με ένα ζωντανό δικύλινδρο σε σειρά κινητήρα (689cc, 75Hp, 68Nm) και όμορφη σχεδίαση, θέλει να συνεχίσει την επιτυχημένη του πορεία και δεν δείχνει διάθεση για πειραματισμούς.

Aprilia Shiver 900 8.320

Με αφορμή τις προδιαγραφές Euro4, το Shiver ανεβαίνει κατηγορία δεχόμενο νέο κινητήρα 896cc και ανανεωμένη εμφάνιση. Όπως και στην περίπτωση του Dorsoduro, η Aprilia αύξησε τον κυβισμό του Shiver δίνοντας μια τονωτική ένεση σε ροπή και ιπποδύναμη. Έτσι, η πρώτη έφτασε τα 90Nm στις 6.500rpm (από 82Nm), ενώ η δεύτερη έφτασε τους 95,2hp στις 8.750rpm (από 90,2). Σε σχέση με το απερχόμενο 750, έχει δεχθεί ένα μικρό face lift με νέα πλαϊνά καλύμματα στο ρεζερβουάρ, τα οποία ενσωματώνουν τους αεραγωγούς, νέα πίσω πλαϊνά πλαστικά (επίσης με αεραγωγούς), διαφορετική ουρά και νέας σχεδίασης τελικά με στρογγυλές απολήξεις. Η βασική αλλαγή, πέραν του κινητήρα, αφορά και στα νέα περιφερειακά, που στόχο έχουν τη μείωση του βάρους στα πιο σημαντικά σημεία της μοτοσυκλέτας, στην περιστρεφόμενη μάζα και στο μη αναρτώμενο βάρος. Στο αδυνάτισμα συνεισφέρει και το νέο σύστημα Ride by Wire (μην ξεχνάμε πως το 2007 το Shiver 750 έγινε η πρώτη μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής με ηλεκτρονικό γκάζι), που ζυγίζει μισό κιλό λιγότερο, ενώ η λίστα με τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό είναι μεγάλη και περιλαμβάνει ρύθμιση της απόδοσης του κινητήρα, traction control, ABS δύο καναλιών και νέα όργανα με οθόνη 4.3 ιντσών τεχνολογίας TFT και δυνατότητα σύνδεσης της μοτοσυκλέτας με smartphone.

Triumph Street Triple S 8.990

Η ολοκαίνουργια οικογένεια Street Triple περιλαμβάνει τρία νέα μοντέλα (S, R, RS), όλα με κινητήρα αυξημένης χωρητικότητας και ιπποδύναμης. Οι μεταξύ τους διαφοροποιήσεις αφορούν στα επίπεδα δύναμης, απόδοσης, τεχνολογίας και ανάρτησης. Ο τρικύλινδρος σε σειρά κινητήρας έχει πλέον χωρητικότητα 765 κ.εκ. και προέρχεται από τη supersport Daytona, αποδίδοντας -στην περίπτωση της S- 113Hp  και 73Nm ροπής. Με 80 αλλαγές και αναβαθμίσεις, που αφορούν σε νέο στρόφαλο και έμβολα, Nikasil χιτώνια, αυξημένη διάμετρο και διαδρομή, το αποτέλεσμα είναι μια σημαντική αναβάθμιση στις επιδόσεις, ιδιαίτερα στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. Συνοπτικά, οι αλλαγές και βελτιώσεις αφορούν στα εξής σημεία: Ελαφρύτερη εξάτμιση με πιο ελεύθερη ροή, αναθεωρημένο φιλτροκούτι αέρα, νέο κιβώτιο ταχυτήτων, γκάζι ride-by-wire και υποβοηθούμενος συμπλέκτης. Ελαφρύτερη κατασκευή από την προηγούμενη γενιά, συνεχίζει να είναι η μοτοσυκλέτα με το χαμηλότερο βάρος στην κατηγορία της. Διαθέτει δύο προγράμματα οδήγησης (Road, Rain), στάνταρ δικάναλο ABS και πλήρως αναθεωρημένο πακέτο οργάνων LCD, ίδιο με αυτό της προηγούμενης γενιάς των Speed Triple 1050. Το ολοκαίνουργιο ψαλίδι gullwing έχει σχεδιαστεί ειδικά για την περίσταση, με αποτέλεσμα την αυξημένη κατά μήκος στρεπτική ακαμψία σε συνδυασμό με μία μηχανική μείωση στην πλευρική ακαμψία. Mε την παρουσίαση του νέου Street Triple, η Triumph ουσιαστικά έβαλε πολύ ψηλά τον πήχη, παραμένοντας στην κορυφή της ολιγομελούς οικογένειας των μεσαίων streetfighter.

Ducati Monster 797 – 9.850

Από το 1993, η σειρά Monster του αρχισχεδιαστή Miguel Angel Galluzzi έφερε πιο κοντά στη μάρκα πολύ κόσμο, καθώς συνδύαζε και συνδυάζει εμφάνιση, χαρακτήρα, χρηστικότητα και επιδόσεις. Στο πέρασμα του χρόνου, οι αερόψυκτοι κινητήρες αντικαταστάθηκαν από πλέον σύγχρονους υγρόψυκτους, όχι τόσο γιατί το απαιτούσε η αγορά όσο γιατί το επέβαλλαν οι όλο και αυστηρότερες προδιαγραφές σε θόρυβο και ρύπους. Όμως, οι κατασκευαστές βρήκαν τον τρόπο να ξεπεράσουν τη σκόπελο και με πολλή δουλειά να καταφέρουν να ξεπερνούν κάθε περιορισμό με αερόψυκτα σύνολα. Το Monster 797 διαθέτει έναν αερόψυκτο L-2 με διβάλβιδες κεφαλές, τον ίδιο που χρησιμοποιείται σε όλα τα μεγάλα Scrambler, με χωρητικότητα 803cc και ιπποδύναμη 75Hp. To ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα που χρησιμοποιεί είναι τελείως νέο, προσαρμοσμένο για σωστή κατανομή βαρών και πάντα με έμφαση στην οδική συμπεριφορά. Υπάρχει μονόδρομος συμπλέκτης, νέο διπλό ψαλίδι, άνευ ρυθμίσεων πιρούνι USD Kayaba 43mm και ρυθμιζόμενο μονό αμορτισέρ Sachs. Τα ηλεκτρονικά βοηθήματα περιορίζονται στη μονάδα ABS 9.1 MP Bosch, κοινώς δεν υπάρχουν συστήματα traction control και οδηγικών προγραμμάτων. Υπάρχουν όμως οι φοβερές τετραπίστονες ακτινικές δαγκάνες Brembo M4.32, που εύκολα χαλιναγωγούν τα 193 κιλά της μοτοσυκλέτας. Ο πίνακας των οργάνων είναι μια ευμεγέθης οθόνη LCD, ενώ μια θύρα USB καλύπτει κάθε ανάγκη φόρτισης ηλεκτρικής συσκευής.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης