των Νίκου Βιτσιλάκη και Νίκου Τσαμάνδουρα 

Η εμβληματικότερη των supersport μοτοσυκλετών πλησιάζει τα 30 και το λιγότερο που της αξίζει είναι ένα αφιέρωμα. Ένα αφιέρωμα διδακτικό αν θέλετε, για το πως ορίζεις εκ νέου μια κατηγορία. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

H ιστορία του δεν ξεκινά το Νοέμβριο του 1991, όταν είδαμε στην έκθεση του Μιλάνου το πρώτο Fireblade, αλλά δυο χρόνια πριν, όταν ο Tadao Baba, μηχανικός της Honda από το 1968, οδηγώντας τα supersport μοντέλα όλων των κατασκευαστών είχε αποφανθεί πως αυτές δεν δικαιολογούσαν τον όρο sport σε καμία περίπτωση. Και όπως είχε πει χαρακτηριστικά “Ήταν βαριές και μεγάλες και δεν έστριβαν”. Έτσι αποφασίζει να εξελίξει ένα νέα είδος sport μοτοσυκλέτας με τίτλο «Total Control», που η οδήγησή της θα ήταν διασκεδαστική και ο χειρισμός της ευκολότερος, με απόδοση κινητήρα και οδική συμπεριφορά σε ‘άλλο επίπεδο. 

Σε πρώτη φάση, το πρότζεκτ μιλούσε για κινητήρα 750cc αλλά η Honda είχε σε αυτή την κατηγορία ήδη το V-4 VFR750, ενώ στα “χιλιάρια” υπήρχε το σχεδόν «τουριστικό» τετρακύλινδρο εν σειρά CBR1000F. Ο Baba τότε έκανε κάτι το οποίο θα άλλαζε τα πάντα στο τοπίο των supersport μοτοσυκλετών. «Έχτισε» τη νέα του μοτοσυκλέτα πάνω στις διαστάσεις και το πλαίσιο του 750, ενώ ταυτόχρονα υπερκύβισε τον κινητήρα στα 893cc φτάνοντας σε επιδόσεις τους αντίστοιχους των 1000. Τα αποτελέσματα σε όλα τα επίπεδα ήταν εκπληκτικά, καθόσον το CBR ήταν 41 κιλά ελαφρύτερο από τον πλησιέστερο ανταγωνιστή του. Οι πωλήσεις έσπασαν κάθε ρεκόρ, ενώ όλοι οι κατασκευαστές ακολούθησαν το μονοπάτι της Honda, παρουσιάζοντας 900άρια και 1000άρια με τετρακύλινδρους -κατά βάση εν σειρά- κινητήρες. Η παντοκρατορία της κόκκινης εταιρείας κράτησε μέχρι το 1998, όταν η Yamaha παρουσίασε το R1, με τη Honda να επανέρχεται στις κυριαρχικές διαθέσεις από το 2020, με ένα τελείως νέο μοντέλο που ήδη έχει κάνει αίσθηση με τα χαρακτηριστικά του. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πάμε λοιπόν να δούμε την πορεία του εμβληματικού Fireblade από το 1992 που εμφανίστηκε στο προσκήνιο: 

1992 – Ο Γενάρχης 

Η μοτοσυκλέτα ήταν ήδη έτοιμη από το 1990, ωστόσο το CBR900RR πρώτης γενιάς παρουσιάστηκε το Νοέμβριο του 1991 και βγήκε στους δρόμους το 1992. Όλα τα βλέμματα στράφηκαν πάνω σε μια ριζοσπαστική μοτοσυκλέτα με μεταξόνιο 1.405mm και βάρος 185kg, όσο δηλαδή ένα 600άρι εκείνης της εποχής! Ο τετρακύλινδρος εν σειρά απέδιδε 124Hp και η τελική ταχύτητα έφτανε τα 260Km/h. Πουλήθηκαν 30.000 μονάδες σε δύο χρόνια (1992-1993) και από την παρουσίασή του και έως και το 2000 δέχθηκε σημαντικές αλλαγές. Κάποια ιδιαίτερα συστατικά παρέμεναν ίδια όμως, προκειμένου να παραμείνει ακέραιη η ταυτότητα του μοντέλου, όπως για παράδειγμα το τρυπημένο στο μπροστινό μέρος φέρινγκ, η τροφοδοσία με καρμπυρατέρ και ο τροχός των 16 ιντσών.

Η έλευση των Yamaha R1 και Kawasaki ZX-9R το 1998, αλλά και αυτή του Suzuki GSX-R1000 το 2000, οδήγησαν τη Honda σε μεγάλες αλλαγές για να μπορέσει να κρατήσει το μοντέλο της ανταγωνιστικό. Όμως, παρά των τροχό των 17 ιντσών, τον ηλεκτρονικό ψεκασμό, το ανεστραμμένο πιρούνι, το νέο ελαφρύτερο πλαίσιο και ψαλίδι, το λαιμό και το τελικό της εξάτμισης που ήταν κατασκευασμένα από τιτάνιο, το CBR900RR με τον κινητήρα των 929cc, τους 148Hp και τα 170kg (9 λιγότερα από το προηγούμενο) είδε τον ανταγωνισμό να ξεφεύγει. Το 2002 ο κινητήρας έφτασε τα 954cc και ένα από το ομορφότερα και ελαφρύτερα CBR (ακόμα και από το 600 εκείνης της χρονιάς) βγήκε στην παραγωγή. Ήταν το τελευταίο με το όνομα 900RR μετά από έξι γενιές και έξι ανανεώσεις στην εικόνα του. 

2004 – Πέρασμα στα 1000 κυβικά 

Το 2002 η Honda κερδίζει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Superbike με το δικύλινδρο VTR. Την αμέσως επόμενη χρονιά η FIM αλλάζει τους κανονισμούς και επιτρέπει τη συμμετοχή των τετρακύλινδρων 1000αριών (μέχρι τότε συμμετείχαν μοτοσυκλέτες δικύλινδρες 1000cc και τετρακύλινδρες έως 750cc) και το 2004 οι Ιάπωνες παρουσιάζουν το πρώτο CBR1000RR, μια μοτοσυκλέτα που έμοιαζε στα RCV των MotoGP. Επιτέλους η Honda ξανάμπαινε δυναμικά στην κατηγορία. Με 172 ίππους, εξάτμιση κάτω από τη σέλα του συνεπιβάτη, ram air, δαγκάνες ακτινικής διάταξης, ηλεκτρονικό αμορτισέρ τιμονιού (σταμπιλιζατέρ), πίσω ανάρτηση pro link και σύστημα διπλού ψεκασμού PGM-DSFI, έκανε τον κόσμο να την προσέξει με ενδιαφέρον. To 2006 αναβαθμίζεται ελαφρώς και το 2007, πριν αλλάξει και πάλι ολοκληρωτικά, ο James Toseland παίρνει το Πρωτάθλημα στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK (Superbike). 

2008 – H ένατη γενιά 

To CBR αλλάζει ολοκληρωτικά το 2008, φέροντας τεχνολογία κατευθείαν από τα αγωνιστικά RCV του MotoGP. Γίνεται μικρότερο, ελαφρύτερο και ο κινητήρας του φτάνει τα 999cc. Έχει συμπλέκτη ολίσθησης και το τελικό της εξάτμισης καταλήγει στο πλάι. Το νέο ψαλίδι είναι μακρύτερο για μεγαλύτερη σταθερότητα και το εντυπωσιακότερο όλων είναι πως ζυγίζει πλήρης καυσίμων μόλις 199kg! Την επόμενη χρονιά η Honda ταράζει τα νερά με μία και μόνη κίνηση. Το CBR γίνεται η πρώτη μοτοσυκλέτα του είδους με συνδυασμένο σύστημα φρένων (C-ABS).

Το 2012 είναι η τελευταία ουσιαστική χρονιά εξέλιξης του Fireblade (πριν το μοντέλο του 2020) αλλά όχι αυτή που θα του επέτρεπε να κατακτήσει την κορυφή της κατηγορίας. Νέες αναρτήσεις, σχεδιαστικό φρεσκάρισμα αλλά το μοντέλο της Honda δεν διέθετε αυτά που πρόσταζε η μόδα και το marketing. Έλειπαν από τη λίστα του εξοπλισμού του τα εξελιγμένα ηλεκτρονικά συστήματα αλλά και η ιπποδύναμη, που ήταν “μόλις” 176Hp έναντι των 200 του ανταγωνισμού. Δυστυχώς, οι SP εκδόσεις με τις ευλογίες της Ohlins που πρωτοεμφανίστηκαν το 2014 δεν έφεραν την άνοιξη. 

2017 – Κυνηγώντας τον ανταγωνισμό 

Το 2017 το “Big H” πήρε απόφαση πως έπρεπε να βρεθεί ξανά στη θέση του κυνηγού από εκείνη του θηράματος. Έτσι, στα 25 του το Fireblade επέστρεψε δυνατότερο από ποτέ, με την ισχύ του πλέον να φτάνει τους 189 ίππους και τα κιλά του να είναι 4 λιγότερα από τον προκάτοχο, όντας πλέον 196. Και πάλι όμως και παρά τις SP και SPS εκδόσεις, τα riding modes, το traction control, το quick shifter και την ημιενεργετική ανάρτηση, κάτι έλειπε, με τον ανταγωνισμό να είναι και πάλι ένα βήμα μπροστά και με το κενό να φαίνεται εντονότερο στους βαθμολογικούς πίνακες του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος WSBK.  

2020 – Η τράπουλα ξαναμοιράζεται 

Στη νέα του γενιά, το Fireblade μπορεί να κοιτά και πάλι στα μάτια τον ανταγωνισμό. Από την τελευταία φορά που συνέβη κάτι τέτοιο είχαν περάσει 12 χρόνια, επομένως οι Ιάπωνες σχεδιαστές και μηχανικοί έπρεπε να πάρουν τα λευκότερα των χαρτιών τους και τα πλέον «ακονισμένα» των μολυβιών τους. Οι επιρροές από το MotoGP είναι πλέον περισσότερες από ποτέ, τα ηλεκτρονικά εν αφθονία και κυρίως η γραμμικότητα και εκείνο το πρώτο «Total Control» συνοδεύονται πλέον από τη δύναμη των 215+ ίππων. Η εικόνα έδεσε με την εποχή που προστάζει αεροδυναμικά βοηθήματα, ενώ και το όνομα αγρίεψε με τη σειρά του, αποκτώντας ένα ακόμα «R». Και το όνομα αυτού CBR1000RR-R Fireblade. Η ατυχία του νέου μοντέλου είναι η εποχή που διανύουμε, ωστόσο όταν περάσει η πανδημία οι δρόμοι και οι πίστες θα είναι ανοιχτά για να αποδείξει την κυριαρχία του.

Οι βραβεύσεις του πάντως έχουν ήδη ξεκινήσει.. 

  

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης