Σε μία κατάσταση όπου η Ευρωπαϊκή διεθνής τάξη έχει βρεθεί σε τέτοια τεράστια κρίση όπου οι ριζοσπαστικές στρατιωτικές λύσεις έχουν γίνει εφικτές, η πιο φυσική λύση ίσως πραγματικά να είναι η απόκτηση από τη Γερμανία  των δικών της πυρηνικών όπλων . Δεν έχει καμία σημασία ότι αυτός ο στρατός  θα ονομαστεί επίσημα¨ Ευρωπαϊκός¨, όπως, για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία εδρεύει στη Φρανκφούρτη και ασκεί οικονομική πολιτική στην ευρωζώνη .

Για πολλούς αιώνες η Ευρώπη, έχει υπάρξει η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας και στρατιωτικών απειλών για το υπόλοιπο της ανθρωπότητας. Την ίδια στιγμή, σε αντίθεση με τις ηπειρωτικές αυτοκρατορίες της Ανατολής -τις Ρωσικές και Οθωμανικές- τα κράτη της  Δυτικής Ευρώπης είχαν το πλεονέκτημα της- σχεδόν απεριόριστης- διείσδυσης στις πιο απομακρυσμένες περιοχές του πλανήτη, λόγω των τεχνικών επιτευγμάτων τους- πρωτίστως στον τομέα της πλοήγησης .Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη ότι δείγματα μιας νέας στρατιωτικοποίησης της  Ευρωπαϊκής πολιτικής μπορούν να δημιουργήσουν ενδιαφέρον ακόμη και ανησυχία. Αυτή η ανησυχία γίνεται ολοένα και πιο δικαιολογημένη, δεδομένης της δύσκολης οικονομικής κατάστασης στην οποία έχουν βρεθεί οι Ευρωπαϊκές χώρες και της επιθυμίας της διοικούσας γραφειοκρατίας να βρει νέους τρόπους να διαχειριστεί τον πληθυσμό. Πρέπει να πείσουν τους ανθρώπους για την ανάγκη να αποδεχτούν τα κόστη τα οποία προκύπτουν από την ανικανότητα τους να λύσουν συστημικά προβλήματα που συνδέονται με την ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς, καθώς επίσης και τα δημοκρατικά πολιτικά συστήματα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 Σε αυτό το φόντο, η επένδυση 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία ανακοινώθηκε από τη Γερμανική κυβέρνηση το Μάρτιο αυτού του χρόνου,  για τον προϋπολογισμό Αμύνης της χώρας θεωρήθηκε από πολλούς παρατηρητές σαν σημάδι ετοιμότητας και επιθυμίας να ξεκινήσουν το μονοπάτι της πραγματικής στρατιωτικοποίησης. Επιπλέον ,πολλοί Γερμανοί πολιτικοί επιδεικνύουν τώρα μία αποφασιστικότητα να αντιπαρατεθούν στη Ρωσία, όχι μόνο στο κομμάτι της Ουκρανίας, αλλά επίσης με την ευρύτερη γεωγραφική και ηθική έννοια .Οι έντονες συζητήσεις στο θέμα της κατοχής της Ευρώπης της δικής της πυρηνικής ομπρέλας- μία αποθαρρυντική δύναμη η οποία θα μπορούσε να είναι σημαντική και εξίσου σημαντικής ποιότητας για να προκαλέσει ευθέως τη Ρωσία χωρίς την ανάγκη άμεσης ανάμειξης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής- δεν θα πρέπει να περάσουν απαρατήρητες. Μόλις λίγες μέρες πριν ,ένα μεγάλο άρθρο αφιερώθηκε σε αυτό το θέμα σε ένα από τα πολύ μεγάλης κυκλοφορίας Γερμανικά περιοδικά, όπου το ερώτημα  του ρόλου των πυρηνικών όπλων στο μέλλον της ευρωπαϊκής ασφαλείας συζητήθηκε με πολύ υψηλό βαθμό σοβαρότητας.

 Τέτοιες συζητήσεις άμεσα προκάλεσαν τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον της ευρωπαϊκής διεθνούς τάξης. Κεντρικές- μεταξύ άλλων- είναι οι ιδέες του John Mearsheimer , όπως υπογραμμίστηκαν  στο άρθρο του το 1990 για Τον Ατλαντικό (The Atlantic), “ Γιατί σύντομα θα επιθυμήσουμε τον Ψυχρό Πόλεμο ”.  Αμέσως μετά την ενοποίηση της Γερμανίας και μόλις λίγους μήνες πριν την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ένας θεωρητικός της διεθνούς πολιτικής επισήμανε ότι η πιο απειλητική και πιθανή προοπτική ήταν η εξάπλωση του εθνικισμού και η επιστροφή σε μία κατάσταση όπου η στρατιωτική λύση δεν θα αποτελούσε πια επιλογή που δεν θα σκεφτόντουσαν οι Ευρωπαίοι .Ο Mearsheimer  προτείνει ότι “  Δεν υπάρχει συστηματικό στοιχείο που να δείχνει ότι οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι ο πόλεμος είναι απαρχαιωμένος<...> Η κοινή γνώμη σε θέματα εθνικής ασφάλειας είναι κακόφημα ευμετάβλητη  και ανταποκρίνεται στη χειραγώγηση από τις ελίτ καθώς επίσης και στις αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον¨. Την ίδια στιγμή ,δεν έχει σημασία  ,στη θεωρία, ποιος ακριβώς θα είναι ο αποφασιστικός παράγοντας που θα προκαλέσει τέτοιες αλλαγές ,καθώς και μόνο του το γεγονός της επιστροφής στην τοπική πολιτική των στρατιωτικών λύσεων σε σημαντικά θέματα παγκόσμιας τάξης αναπόφευκτα θα οδηγήσει στην εξάπλωση μιας τέτοιας ζωτικής φιλοσοφίας.

 Τώρα οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ,ιδιαιτέρως οι Γερμανοί, ισχυρίζονται επίμονα ότι ο λόγος για την αλλαγή στη στρατηγική τους προσέγγιση είναι οι πράξεις της Ρωσίας και στοχεύουν στην διόρθωση- με τη βία- της αδικίας η οποία προέκυψε σε σχέση με τα βασικά συμφέροντα της τον Ψυχρό Πόλεμο. Ωστόσο ένας άλλος όχι λιγότερο σημαντικός παράγοντας( τον οποίο κανείς δεν αποκρύπτει) είναι η παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στην Ευρωπαϊκή πολιτική ή καλύτερα η υποθετική προθυμία των Αμερικανών να θεωρήσουν τα συμφέροντα των Ευρωπαϊκών εταίρων ίσης σημασίας με τα δικά τους .Με άλλα λόγια οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν και δεν μπορούν να έχουν επιχειρήματα τα οποία μπορούν να πείσουν τους συμμάχους τους σε αυτή την πλευρά του Ατλαντικού ότι είναι έτοιμες να θυσιάσουν τη δική τους ύπαρξη σε μία κατάσταση κατά την οποία η περιοχή των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής δεν απειλείται άμεσα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 Αυτό το πρόβλημα, με τη σειρά του, δεν είναι κάτι καινούργιο. Οι πυρηνικές υπερδυνάμεις είναι, θεωρητικά, αρκετά συγκρατημένες σχετικά με τα συμφέροντα των συμμάχων που πρέπει να λάβουν υπόψιν τους  στο δικό τους στρατηγικό προγραμματισμό. Αυτό συμβαίνει επειδή η επιβίωση των συμμάχων και η ικανότητα τους να παρέχουν ένοπλη στήριξη δεν είναι προαπαιτούμενο για την επιβίωση μιας χώρας με αρκετές χιλιάδες πυρηνικές κεφαλές. Στην περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ,το θέμα είναι περίπλοκο, λόγω της γεωπολιτικής θέσης τους, στην  οποία- ακόμη και σε μία γενική στρατιωτική καταστροφή στην Ευρώπη- δεν θα προκαλέσει άμεση καταστροφή στην Αμερικάνικη περιοχή. Για να μην αναφέρουμε  και την περισσότερο τοπική και τακτική χρήση των πυρηνικών όπλων από τον εχθρό των Ευρωπαίων, κάτι το οποίο φαίνεται να είναι  το πιο πιθανό σενάριο ανάμεσα σε  σύγχρονες συνθήκες.

Επιπλέον, η  θέση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής δεν είναι αρκετά πειστική τώρα όταν η άμεση στρατιωτική παρουσία τους στην Ευρώπη παραμένει λιγότερο σημαντική από ότι ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αξίζει να αναφέρουμε το γεγονός ότι η Ευρώπη δεν είναι ζωτικής σημασίας βάση για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και τα κύρια μακροπρόθεσμα συμφέροντα της συγκεντρώνονται στον Ειρηνικό ωκεανό και την Ασία. Δεν αποτελεί έκπληξη η συζήτηση σχετικά με την Ευρωπαϊκή πυρηνική ¨ομπρέλα¨ η οποία ξεκίνησε όχι τώρα, αλλά κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Donald Trump ,όταν η Αμερικανική πολιτική είχε -ιδιαιτέρως ξεκάθαρα- δείξει την παρουσία εσωτερικής απαίτησης για απομόνωση.

 Τώρα, η Δημοκρατική Διοίκηση των Ηνωμένων Πολιτειών απορρίπτει τέτοια απομόνωση .Αντιθέτως, επιδεικνύει με κάθε δυνατό τρόπο την επιθυμία  να διατηρήσει την Ευρώπη ως την κύρια βάση για την εξωτερική πολιτική της. Η αποφασιστικότητα να συνεχίσει αυτή τη γραμμή θα πρέπει να πείσει τους Ευρωπαίους σχετικά με τον καθησυχασμό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα¨ πολεμήσουν για κάθε ίντσα της περιοχής του ΝΑΤΟ¨ και  τη- μεγάλης κλίμακας- συμμετοχή στην παροχή όπλων στις αρχές του Κιέβου. Ωστόσο ,αυτό ακόμη δεν έχει συνοδευθεί από την επιθυμία ή την ικανότητα να αναλάβουν πραγματικά την ευθύνη για τις συνέπειες της συμπεριφοράς των ίδιων των Ευρωπαίων σε μία κλίμακα περίπου παρόμοια με την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.

Σε περίπτωση αλλαγής της εγχώριας πολιτικής κατάστασης της Ουάσινγκτον και επιστροφής στην εξουσία των Ρεπουμπλικανών, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής έναντι των συμφερόντων των Ευρωπαίων θα αναθεωρηθεί. Επιπλέον, υπό τις συνθήκες μιας πιθανής μείωσης της παγκοσμιοποίησης και της διαίρεσης του κόσμου,μία όψη  μιας διπολικής συσκευής όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Κίνα θα παίξουν το ρόλο των ηγετικών πόλων, η Ευρώπη ίσως αποδειχθεί να είναι χρήσιμο εργαλείο. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, στη θεωρία, είναι αρκετό να ελέγξουν το δυτικό ημισφαίριο με σκοπό να παρέχουν στους εαυτούς τους πηγές. Στην περίπτωση που η Αμερικανική ελίτ πραγματικά καταλάβει τη ματαιότητα της συνέχισης της εδαφικής εξάπλωσης στην οποία εμπλέκονται από τον περασμένο αιώνα και αναλάβει την εσωτερική διευθέτηση της χώρας τους, η Ευρώπη ρισκάρει να γίνει ο πιο αδύναμος κρίκος ανάμεσα στους παίκτες, θεωρητικά ικανή για ανεξαρτησία στο πλαίσιο  παγκόσμιας πολιτικής δύναμης.

 Δεν πρέπει να διαφεύγει της μνήμης μας ότι ,από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και της εμφάνισης της ενοποιημένης Γερμανίας στο κέντρο της Ευρώπης ,οι κύριες προσπάθειες των Ευρωπαίων έχουν στοχεύσει στη δημιουργία μιας βάσης για τη δική τους συγκριτική αυτονομία μακροπρόθεσμα. Η εξάπλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ανατολή, η δημιουργία ενός κοινού νομίσματος και η σταδιακή προσέλκυση  της Ρωσίας στην τροχιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν -όχι τόσο πολύ- το αποτέλεσμα των ευκαιριών οι οποίες εμφανίστηκαν, αλλά η κατανόηση της ανάγκης να εκμεταλλευτούν την κατάσταση παρά τα πιθανά  βραχυπρόθεσμα ή ακόμη  και μεσοπρόθεσμα κόστη. Η  Γερμανία με αυτοπεποίθηση στάθηκε στην κορυφή αυτών των πολιτικών αποφάσεων από την αρχή και τα γεγονότα των τελευταίων 15 ετών απλά έχουν έχουν ενδυναμώσει  τη θέση της εξαιτίας της αποδυνάμωσης των υπερεθνικών  φορέων της Ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης και του δεύτερου πόλου της- της Γαλλίας, η οποία έχει αποδεχτεί να είναι ανίκανη να προσαρμοστεί στις προκλήσεις των σύγχρονων καιρών. Επίσης, η Γερμανία δεν έχει ανταγωνιστές για πολιτική ηγεσία που να έχουν απομείνει μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση τώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο έχει εγκαταλείψει την Ένωση.

 Δεν είναι αρκετά ξεκάθαρο γιατί πρέπει να περιμένουμε τους Ευρωπαίους και ειδικά τους Γερμανούς να εγκαταλείψουν αυτή τη στρατηγική εν μέσω νέων συνθηκών. Αντιθέτως, η ταχεία ανάπτυξη της Κίνας ,η διαμάχη με τη Ρωσία και η ανάγκη να λυθούν εγχώρια προβλήματα για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής- όλοι αυτοί οι παράγοντες απλά δυνάμωσαν την ηγεσία των Ευρωπαίων πολιτικών στη διόρθωση αυτής της επιλογής  στρατηγικής. Σε μία κατάσταση όπου η Ευρωπαϊκή διεθνής τάξη έχει βρεθεί σε τέτοια μεγάλη κρίση ώστε οι ριζοσπαστικές στρατιωτικές λύσεις έχουν γίνει πιθανές, η πιο φυσική λύση ίσως πραγματικά να είναι να αποκτήσει η Γερμανία τα δικά της πυρηνικά όπλα. Δεν έχει καθόλου σημασία ότι αυτός ο στρατός   θα ονομαστεί επίσημα¨ Ευρωπαϊκός¨, όπως, για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία εδρεύει στη Φρανκφούρτη, η οποία ασκεί οικονομική πολιτική στην ευρωζώνη.  Όλοι καταλαβαίνουν ότι στην πραγματικότητα αυτή δεν είναι μία Ευρωπαϊκή Τράπεζα, αλλά ένα εργαλείο για έναν περισσότερο διακριτικό έλεγχο της οικονομικής πολιτικής των εταίρων της από την πιο σημαντική χώρα της Ευρώπης  αναφορικά με τη βιομηχανία, τα χρηματοοικονομικά και τα δημογραφικά.

 Ταυτόχρονα ,κάποιος  δεν θα πρέπει να τρέχει τόσο γρήγορα- όσο αυτό το είδος της λογικής είναι καθαρά υποθετικό στη φύση του. Οι προοπτικές για μετακίνηση προς την συνειδητοποίηση εξαρτώνται από πάρα πολλούς παράγοντες. Πρώτα από όλα, οι  Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για τις οποίες οι Ευρωπαϊκοί σύμμαχοι είναι ακόμη ένα όργανο επιρροής στη Ρωσία. Αυτό είναι σημαντικό στο πλαίσιο του ολοένα  και αυξανόμενου  παγκόσμιου ανταγωνισμού ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και το Πεκίνο .Η  Αμερικανική πλευρά βλέπει τη Ρωσία σαν έναν αδύναμο κρίκο στις αμυντικές θέσεις της Κίνας και αποτυγχάνει ακόμη και να το κρύψει. Δεν νομίζουμε ότι αυτή η άποψη είναι σωστή αλλά η πλάνη της δεν αρνείται την υποκειμενική δέσμευση των Αμερικανών να υιοθετήσουν ακριβώς αυτό το όραμα της κατάστασης.

Ως  εκ τούτου, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής φυσικά θα προσπαθήσουν πολύ να δέσουν τα χέρια της Ρωσίας με μία συνεχή διαμάχη στο Ευρωπαϊκό θέατρο ,και την Washington να προτιμά τον ακτιβισμό των κρατών του παλιού κόσμου εδώ. Ωστόσο, ακόμη και στο πλαίσιο τέτοιων στόχων ίσως αποδειχτεί να είναι πολύ αποφασιστικό βήμα για να προκύψει το θέμα της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής δύναμης που θα έχει στα χέρια της δικές της πυρηνικές ικανότητες .

Δεύτερον, η Γαλλία δεν θα πρέπει να παραμερίζεται τελείως. Το Elysee Palace είναι συγκρατημένο για την απώλεια του αποκλειστικού ελέγχου γύρω από τον πυρηνικό στρατό του έθνους, ειδικότερα αφού τώρα παραμένει το μόνο πραγματικά χρήσιμο εργαλείο  της Δημοκρατίας στο φόντο των πολυάριθμων εγχώριων και εξωτερικών αποτυχιών της.Παρόλα αυτά, επίσης δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι μία περαιτέρω αποδόμηση  της Γαλλίας θα Αναγκάσει την ελίτ της  πραγματικά να τοποθετήσει τα πιο σημαντικά έργα – που σχετίζονται με την ασφάλεια- στα χέρια ενός αλλού εταίρου στην οικονομική διαχείριση της Ευρώπης. Και τελικά, η Ρωσία θα παίξει συγκεκριμένο ρόλο στην επίτευξη των προοπτικών  της Γερμανικής  ατομικής βόμβας. Αυτή τη στιγμή, οι κινήσεις της Μόσχας ενθαρρύνονται σαν δικαιολόγηση της Γερμανικής επιστροφής στην στρατιωτικοποίηση .Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα ότι στο μέλλον η ίδια η Ρωσία δεν θα είναι ιδιαιτέρως ενεργή στην αποτροπή της στρατιωτικής ενδυνάμωσης ακόμη και στην ριζοσπαστική στρατιωτική ενδυνάμωση ενός εκ των πιο σημαντικών γειτόνων της. Η  Μόσχα ίσως σκέφτεται ότι μία περισσότερο σίγουρη Γερμανία θα μπορέσει να εξισορροπήσει τα δικά της συμφέροντα με εκείνα της Ρωσίας καλύτερα από ότι συνέβαινε μέχρι  τώρα. Πόσο αληθής θα αποδειχθεί να είναι αυτή η άποψη δεν το γνωρίζουμε ,ειδικά λαμβάνοντας υπόψιν μας ότι η Ρωσία ήδη έχει εμπειρία στηρίζοντας έμμεσα τις Γερμανικές φιλοδοξίες και τις συνέπειες τέτοιων πράξεων, οι οποίες ήταν πολύ δραματικές. Ωστόσο ,δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να αποκλείσουμε την επανάληψή τους εν μέσω τέτοιων νέων συνθηκών.

Όλοι στον κόσμο καταλαβαίνουν ότι το κύριο πρόβλημά της Ευρώπης είναι η έλλειψη της από  πηγές. Για αυτό για τους Ευρωπαίους,  η εδαφική επέκταση είναι μία ακόμη πιο αναπόφευκτη επιλογή εξωτερικής πολιτικής από ότι για άλλες προηγμένες βιομηχανικά χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ή η  Κίνα ή οι βιομηχανικά υπολειπόμενες Ρωσία και Ινδία.  Ως εκ τούτου, η απόκτηση από τους Ευρωπαίους νέων στρατιωτικών δυνατοτήτων σχεδόν αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε αύξηση της επιθετικότητας τους, τουλάχιστον όταν δεν συνεπάγεται μία δυνητικά θανατηφόρα απειλή. Αυτό θα μπορούσε να αποδειχτεί  ένα πιο ανησυχητικό ρίσκο για την παγκόσμια και Ρωσική ασφάλεια.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης