Γράφει ο Γιάννης θ. Αγγελόγλου

          Ex situ1                                

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Παρότι η ανθρωπότητα δεν φαίνεται να παραδέχεται τον Μαμμωνά2 ως τον πιο δημοφιλή θεό της, έχει μια μύχια, λατρευτική και συγχρόνως ολέθρια σχέση μαζί του. Παρότι έστω φαινομενικά ανέστιος κι απόκρυφος, όταν η «συμπόρευση -συνεύρεση» μαζί του, είτε ως συναλλαγή στη σχισμή μιας θυρίδας, έξω από το τέμενος, είτε ως «μαύρη» και σωρευτική, η κρίση στη σχέση είναι επικείμενη. 

Και δεν υπάρχει πιο αυτονόητος επιθετικός προσδιορισμός που να περιγράφει πιο πιστά το ετερώνυμο δίδυμο κρίμα-χρήμα και την κρίση της σχέσης αυτής, από τον οικονομικό.

Ακόμη κι απόφανση «… αξιών» έρχεται δευτερεύουσα, ως επικουρική. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ως κι η κρίση στα τέλη της δεκαετίας 1970 -1980, παρεμπιπτόντως, στο ανθρώπινο δυναμικό των υπερδυνάμεων χωρών, όταν είχαν πια καταλαγιάσει κάπως οι μουσώνες κι οι ανεμοστρόβιλοι των πολέμων στο Βιετνάμ, Αφγανιστάν και Σομαλίας, κι ενώ επουλώνονταν σιγά σιγά τα τραύματα κι οι πληγές απεγνωσμένων αντιπολεμικών αντιδράσεων και αγώνων της επίγνωσης στο «ποτέ ξανά» των συνθημάτων…

Ακόμη και τότε, η κρίση που σοβούσε ήταν οικονομική.

Κι αν ονομάστηκε κρίση (κράιζις) των οπιούχων και των οπιοειδών, η φύση της ήταν αυταπόδεικτα οικονομικού ενδιαφέροντος. Ήταν πρωτίστως κρίση των Κροίσων. 

Ο πακτωλός των χρημάτων και τα ιλιγγιώδη ποσά που διακινούνταν, είχε την ίδια υπόσταση της απόλυτης αναγκαιότητας που δίνουν οι λέξεις που θα διαζευχθούν στο μεταίχμιο: «ζωής ή θανάτου». ( Ήταν ζήτημα, θέμα).

Κι οτιδήποτε διασαλεύσει την ισορροπία ρευστότητας και ισορροπίας χρήματος και κρίματος, έχει σαν πιθανή παρενέργεια κι επίπτωση στην παγκόσμια οικονομία, σαν να «ταλαντεύονται δυο αυτοκρατορίες κι η γης να κοιτάζει γύρω της σαν την μάνα, που δεν έχει γάλα για το παιδί της.»

Σ.σ.: “Πατήρ πάντων ο πόλεμος” μας έρχεται στο νου, με υλικά κι εργαλεία του, τα όπλα, που ήδη από τον προηγούμενο αιώνα είναι γνωστά ως οπλικά συστήματα. Και τον πόλεμο -τον κάθε πόλεμο-, δεν τον κάνει ο θόρυβος, η φωτιά, η κλαγγή των όπλων, οι κραυγές? δεν τον κάνει μόνο η αποικιοκρατία το χρήμα και το κρίμα. Τον κάνει πάντα ο θάνατος, ως κοινός παρονομαστής και τον επισπεύδει ο ελλοχεύων θάνατος στο πεισιθανάτιο προοίμιο, «η ζωή μου, ο θάνατός σου, του homo homini lupis».

Ο θάνατος ο αυτοκαταστροφικός, που τον θεωρούν a posteriori επάρατο μόνον όσοι τον βίωσαν κι επέστρεψαν ζωντανοί από πολεμικά γεγονότα στις καταστροφές που άφησε.

Αν ο πόλεμος ως αντίθεση και αντίδραση του Ηράκλειτου ή ως το πολύ γλυκό κρασί που κερνούν οι δυνάμεις της εναντιότητας της Μαχαμπαράτα είναι πατήρ πάντων, μητέρα του είναι σίγουρα η βία. Κι αν ο φόβος του θανάτου «…τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελευθέρους», φθάνουμε στο καθ΄ ημάς ετερώνυμο δίδυμο «αγάς ραγιάς» όπου το χρήμα είναι ο καλύτερος μεν υπηρέτης, αλλά ο χειρότερος αφέντης.Ο βασιλεύς η εξουσία και μητέρα της η υποταγή, η βία νομοτέλεια και τραγικά εγγενής στο συλλογικό και ιστορικό αρχέτυπο  της ανθρωπότητας»

Η βία που υφέρπει κι εναλλάσσεται ανάμεσα στο συνειδητό και το ασυνείδητο, άλλοτε ωμή, άλλοτε εν θερμώ, η βία- πρωτέας, που αλλάζει ονόματα και επωάζεται ως αυταρχικότητα, μισαλλοδοξία, βαρβαρότητα, υφέρπει ως ξενοφοβία, πολιτική ιδεοληψία, η βία που κυοφορείται, ως σοβινισμός, εθνικισμός, ρατσισμός, αυταρχισμός… και πάλι απ΄ την αρχή….

Ο πόνος “τότε” είναι παντού. Ήταν ανέκαθεν. Τόσο στο σώμα όσο στο θυμικό. «Σωματοποιοείται», λέει η γνωστική ασυμφωνία κι οι απανταχού δοκησίσοφοι κήνσορες και θεράποντες είτε ειλικρινά γνωρίζουν είτε αγνοούν την αιτία.

Όμως ο ψυχικός πόνος αναζητά μνησιπήμων κι επίμονος και αναζητούσε πάντοτε έντονα κι εξακολουθητικά τη λύτρωση στην παρηγοριά. Μεταιωρίζεται στην ελπίδα, στην ασφάλεια, στην εξ ασφάλιση, στο αντίδοτο παυσίπονο, -και αλίμονο- και στο κάθε υποκατάστατό τους. Μάταια – επιχειρούσε να τον καταπραΰνει, συχνότατα το αλκοόλ, –καθότι η έξις δευτέρα φύσις, παλιότερα το αφιόνι, που έφερνε τον μορφέα στο κλάμα των βρεφών –   αλλά και το “χόρτο” και η ΤΟΤΕ μαριχουάνα, το χειροποίητο LSD των φοιτητών και η μεσκαλίνη των ερευνητών. 

Τα οπιοειδή είναι μια ευρεία κατηγορία σχετικά ισχυρών αναλγητικών, όπωςη οξυκωδόνη (OxyContin)  υδροκωδόνη (Vicodin) και ενός πολύ ισχυρού αναλγητικού, της φεντανύλης. Η ισχύς και η διαθεσιμότητα αυτών των ουσιών, παρά τον υψηλό κίνδυνο εθισμού και υπερδοσολογίας, τις έχουν καταστήσει δημοφιλείς τόσο ως ιατρικές θεραπείες όσο και ως ναρκωτικά ψυχαγωγικής χρήσης.

Λόγω της ηρεμιστικής τους επίδρασης στο τμήμα του εγκεφάλου που ρυθμίζει την αναπνοή, το αναπνευστικό κέντρο του προμήκους μυελού, τα οπιοειδή σε υψηλές δόσεις παρουσιάζουν το ενδεχόμενο αναπνευστικής καταστολής και μπορεί να προκαλέσουν αναπνευστική ανεπάρκεια και θάνατο, με πολύ μεγαλύτερη συχνότητα απ΄ ό,τι η όποια παρενέργεια των φαρμάκων και των εμβολίων, μπορεί να επιφέρει.

Αν όλος ο κόσμος της ταινίας το σενάριο, της  φαρμακολογίας η δόση της Δίκης το κατηγορητήριο, και πανδημίας των οπιούχων το «φορτίο», δεν υπάρχει πιο δυσεπίλυτο πρόβλημα από τον κατακερματισμό τη διακίνησή του και την διάθεσή της «δόσης» του ως τον τελικό παραλήπτη. Σε αλουμινόχαρτο σε «σκονάκι», «φιξάκι» «χάπι»;  

Ήταν –ΤΟΤΕ- που ξεκίνησε ως ενδημία -453.300 Αμερικανοί πέθαναν από υπερβολική δόση συνταγογραφούμενων ή παράνομων οπιοειδών, όταν πια οι δόσεις διακινούνταν εύκολα ΩΣ  ΧΑΠΙΑ και γρήγορα μετεξελίχθηκε ως πανδημία μαζί με το αμερικανικό όνειρο και την ευημερία του σ΄ όλο τον κόσμο. Στην Πατρίδα μας εισήχθη η μόδα αμέσως, όπως ο άκρατος καταναλωτισμός κι η ευμάρεια.

In situ3

Όταν το πάλαι ποτέ, η Βέροια ήταν μια μικρή επαρχιακή πρωτεύουσα νομού, Βυζαντινή και ακροθιγώς “μιζαντινή”, με μπραντ νέιμ, το ρεβανί• – προ Κικής Κούσογλου3 και Alex Meshiesvili 4 (to death)- και είχε νεποτικό Δήμαρχο, … (δημαρχογιό), τον Ιωάννη Χασιώτη τον Β’, με αφορμή ένα σκάνδαλο με βαρέα ναρκωτικά που είχε ξεσπάσει σε όμορη, αγροτική, ωστόσο παρακμιακή πόλη του τζόγου και των φορτηγών, αλλά και… δυο τρεις σύριγγες ινσουλίνης διαβητικών, που βρέθηκαν στο δημόσιο ουρητήριο της παλιάς λαϊκής αγοράς, συνεκλήθη εσπευσμένα (με τη διαδικασία του επείγοντος) η “εκκλησία του Δήμου”.

Έλαβε ΤΟΤΕ χώρα στο αξιότιμο δημοτικό συμβούλιο, μια έκτακτη πανηγυρική συνεδρίαση με θέμα “ναρκωτικά και νεολαία” και πρωτοστάτησαν με τις ενδελεχείς αναλύσεις στις αγορεύσεις τους, ο ίδιος ο Δήμαρχος ως εισηγητής και όλοι οι αρχηγοί των παρατάξεων: 

Ο πρόεδρος του Δημοτικού συμβουλίου, κύριος Ασλάνογλου Κωνσταντίνος, ο αρχηγός της μείζονος αντιπολίτευσης, Παναγιωτίδης Ευστάθιος, ο κύριος Χιονίδης Γεώργιος, πρώην Βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου, αρχηγός του συνδυασμού “Αγάπη για τη Βέροια”, ο πρώτος σε ψήφους σύμβουλος της μείζονος αντιπολίτευσης, Ορέστης Σιδηρόπουλος, προσωπικός γιατρός του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Παντελεήμονος και ο «πολίτης σε Δράση», αρχηγός του ομώνυμου συνδυασμού, Αγαθαγγελίδης Πέτρος. 

Ως συμπερασματικό πόρισμα -ψήφισμα και ομόφωνη απόφαση, εξήλθε η καθησυχαστική, λιτή κι απέρριτη, πλην όμως ιδιαίτερα λακωνική και μετωνυμική ανακοίνωση, καθότι στις απανταχού εκκλησίες, Χριστού, Δήμου και Βουλής, σε κάθε αναλόγιο, κάθε ευχολόγιο είναι κερί και λιβάνι. (Το κερί κερί είναι που ανάβει τις καρδιές του Λαού και το λιβάνι, ο θεσμός, το «opus dei» των μελών, των ιδεών και των κεκοιμημένων.)

«Ευτυχούμε, καθότι στην αγαπημένη ερατεινή πόλη μας Βέροια, δεν είχαμε, δεν έχουμε, και με την φροντίδα, επαγρύπνισή μας σε σχολεία, μπαρ και μπαρεκκλήσια των νέων, τον όρκο που δώσαμε και την υπόσχεσή μας ενώπιον του Λαού των Βεροιέων, ευελπιστούμε να μην γνωρίσουμε, ούτε στο προσεχές μέλλον, ούτε στο απώτερο ούτε ποτέ. Το πολιτικό μας όραμα, είναι να γίνει πόλη μας, η Πόλη των ονείρων μας, πραγματικότητα». 

Το πρωί της επόμενης μέρας, τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου του 1997, οδηγήθηκε στον ανακριτή τουριστικής Πόλης το 15μελές, -πρωτίστως- και σύνολη η τάξη της τρίτης Λυκείου σχολείου της Βέροιας, αμέσως μετά γιατί στη βαλίτσα μιας μαθήτριας εκτός απ΄ τη στέρηση, την μελαγχολία, και την αθωότητα, είχε βρεθεί ποσότητα 360 γραμμαρίων κάνναβης, για την οποία ποσότητα, η ιδιοκτήτρια και πρόεδρος της τάξης είχε καταθέσει στον ανακριτή αυτολεξεί ότι η εκδρομή, ήταν επταήμερη «και είχαν φοβηθεί να μην ξεμείνουν» και… «πού να ψάχνουν τώρα σε ξένες κι άγνωστες πλατείες…».

Κάτι από το συμβάν, γενικά κι αόριστα, είχε γραφεί τις επόμενες μέρες στα ψιλά, μιας τοπικής εφημερίδας της Βέροιας -σε γραμματοσειρά, memories apla italics (πλάγια), νούμερο μόλις οκτώ.

Τρία χρόνια αργότερα, στον απόηχο της μεγάλης συναυλίας του δημοφιλέστερου συγκροτήματος μοντέρνας μουσικής, τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου, οι σκιές των νεαρών followers και groupies σκορπίζονταν μέχρι αργά. απ’ την Πλατεία Ρακτιβάν, Ρολογίου ή Παλαιών Δικαστηρίων στα στενάκια του κέντρου της πόλης. Χαρούμενα νεαρά παιδιά με την ανησυχία κι ανυπομονησία στο βλέμμα, ζητούσαν από τους αργοπορημένους αστούς δύο ευρώ για να πάρουν εισιτήριο να γυρίσουν στο χωριό τους.

Σ.σ.: Ποιο εισιτήριο, δεν κυκλοφορούν λεωφορεία τη νύχτα, μάλλον ταξί θάπαιρναν. Ή μάλλον εισιτήριο για το όνειρο εκείνο το αγοραστό, που την άφιξή του ανακοινώνουν περιοδικά στους μυημένους, τα πανίσχυρα woofer των αυτοκινήτων κάποιων μελαψών συμπολιτών μας με το τραγούδι τσικουλάτα.

O tempora o mores.

Κι εκεί, στο μικρό παρκάκι της οδού Σολωμού, μπροστά ακριβώς απ’ την βαριά χωνευτή πόρτα του ερειπωμένου Ορτά τζαμιού, η ένοικος της απέναντι πολυκατοικίας, στη βόλτα με τον σκύλο της να την τραβάει επίμονα, διέκρινε με μεγάλη ανησυχία το σώμα μιας κοπέλας πεσμένο μπρούμυτα, σαν να κοιμάται ακίνητο και κρύο.

Με τις φωνές της, μαζεύτηκε κόσμος. Κάποιος είπε,  «δεν είχε σφυγμό».

Την πήρε το ασθενοφόρο. Οι εφημερίδες δεν έγραψαν απολύτως τίποτε. Στο νοσοκομείο δεν καταγράφτηκε εισαγωγή. Είχε μαζί της έγγραφα, δεν είχε; Την έψαξαν οι δικοί της; Δεν είχε κανένα να την περιμένει; Στο σημείο που είχε ξεψυχήσει, βρέθηκε το βιβλίο του Aldus Haxley  ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Μέχρι την, παγκοσμίων διαστάσεων, εξαφάνιση παιδιού -το CNN, είχε στείλει ανταποκριτή – αγνοήθηκαν πολλά παιδιά που φέρονταν ως silver alert* επί μακρόν, αλλά δεν ανευρέθη καν το πτώμα τους. Αρκετά ευτυχώς σχεδόν όσα τα δάκτυλα μπορεί και των δύο χεριών πέθαναν ανάμεσα στους σωρούς των μπουκαλιών ποτών ανεξέλεγκτων που ονομάστηκαν «μπόμπες» έξω από τα μπαρεκκλήσια , έχοντας στο πρόσωπο την σύγκρυα εκδοχή της έκστασης και το ομώνυμο χάπι στα σωθικά τους . Το παγωμένο σώμα ενός απ’ αυτά τα παιδιά,  μάλιστα, βρέθηκε από τον πρωινό οδοκαθαριστή στα κρύα σκαλοπάτια του Χώρου Τεχνών την επόμενη ακριβώς των εγκαινίων του. Δεν γράφτηκε τίποτε, αλλά ειπώθηκαν πολλά. Και σ΄ αυτή την πόλη ακόμη, «όποιος ξέρει δεν μιλά κι όποιος φλυαρεί δεν ξέρει, αλλά φαντάζεται».

Κάποτε  αποκαθηλώθηκαν οι πινακίδες, “Βέροια Βυζαντινή Πόλη”, απ’ όλα τα σημεία πόλης. Μεταφέρθηκαν όλες μαζί στο υπαίθριο μηχανοστάσιο του Δήμου και στο τέλος της βδομάδας έγιναν τα εγκαίνια του περίλαμπρου δικαστικού Μεγάρου, στην ανατολική είσοδο, παραπλεύρως της Εθνικής οδού απ΄ όπου έφυγε η μισή Πατρίδα για τα ξένα. Ακόμη και σήμερα δικάζονται ημεδαποί μικροαπατεώνες, κλεφτοκοτάδες τσιγγάνοι και χρήστες κι αλλοδαποί βαλκάνιοι για «φιξάκια» και πλαστά διπλώματα οδήγησης. Για τους άγνωστους μεγαλεμπόρους που προστατεύει ο νόμος περί περί προσωπικών δεδομένων και θριαμβεύει το τεκμήριο της αθωότητας.

Κι η παιδεραστία; Που απ΄ τις αρχές του αιώνα ομολογείται παγκοσμίως από τους παπικούς κύκλους μέχρι τα κεκλεισμένων θυρών ακροατήρια των δικαστηρίων;  

Κι αυτή εισαγόμενη, δεν πήρε στις μέρες μας το συνθηματικό όνομα metoo;

Kαι γι’ αυτήν ευτυχούσαν οι τοπικοί γνωμαμύντορες και γλωσσαμύντορες, κι η πόλη μας, ότι μόνο σ΄ άλλους παρακμιακούς κόσμους ακμούσε, ενώ στη δική μας γειτονιά δεν είχαμε ευτυχώς παρόμοια περιστατικά. Κρυβόταν αδιάψευστη, βαθειά στην ψευδαίσθηση της προδοτικής τοπιστικής μας αυταρέσκειας…

Σε αντίθεση, βέβαια, με την Κατερίνη που εκεί δόθηκαν στη δημοσιότητα στοιχεία για τον εξιλαστήριο παιδεραστή της –ήταν γνωστός ως παρουσιαστής σε παιδική εκπομπή στην τοπική τηλεόραση –και με την Έδεσσα επίσης που έδωσε στοιχεία για τον αλλοδαπό δικό της βενζινά που εξέδιδε (βοσκούσε χρησιμοποίησαν οι ελευθεριάζουσες γλώσσες ) τα παιδιά του στους όμορους παιδότοπους.

Κυκλοφόρησαν ΤΟΤΕ τρεις αφίσες ΤΟΤΕ με τίτλο «η παιδεραστία έχει πρόσωπο, αν το γνωρίζετε, τηλεφωνήστε» και τίποτε άλλο. Στην τέταρτη συνελήφθη ο δράστης και παραπέμφθηκε για παράνομη αφισοκόλληση γιγαντοαφίσας.

Περίσσεψαν όμως οι αυθωρεί και παραχρήμα συνηθισμένες κακεντρέχειες με δηλητηριώδεις υπαινιγμούς για τους πολιτικούς αντιπάλους των επίδοξων συνεχιστών της καθεστηκυίας άρχουσας τάξης, που εκτοξεύονταν με αριστοτεχνικό συκοφαντικό και μακιαβελικό στυλ, εναντίον τους.

Μόλις το 2015 η αιρετή Δήμαρχος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κυρία Χαρίκλεια Ουσουλτζόγλου καταδικάστηκε για συκοφαντική δυσφήμιση σε φυλάκιση στο ποινικά και πολιτικό Δικαστήριο έξη μηνών με αναστολή.

«Η φρίκη «δεν κουβεντιάζεται» λέει ο Σεφέρης, αλλά είναι ζωντανή, αμίλητη και προχωράει».

Κι όμως είναι λαλίστατη, Σεφέρη μου,

η φρίκη! Κουβεντιάζεται απ΄ τους ημεδαπούς·

ψιθυριστά και χαμηλόφωνα, τα λένε,

γιατί είναι η φρίκη των αλλοδαπών, των άλλων.

Κι είναι μια φρίκη αμίλητη γιατί είναι φρίκη ξένη.

Πηγές: Εφημερίδα «Η ΣΥΝ(+)είδηση»  Μάιος  1997 αρθμ. φύλλου 24, Ιούνιος 1997 αρθμ. φύλλου 25, Απρίλιος 2002 αρθμ. φύλλου 65.

Σ.σ.: Οτιδήποτε εκτός από τα ονόματα είναι φαντασιακό αναμνησιακό απολίθωμα και ή όποια ερμηνεία-περιγραφή κι εκδοχή άφησε η μνήμη.

Βιβλιογραφία κι επεξηγήσεις λέξεων στο κείμενο:

Κικής Κούσογλου3 και Alex Meshiesvili 4 (to death)- ίδε Wikipedia.

Ex situ1 είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για την περιγραφή του «εκτός τόπου». Είναι ακριβώς το αντίθετο επί τόπου και περιγράφει πράγματα ή διαδικασίες μακριά από τη φυσική τοποθεσία. Επομένως, εάν κάποιος θέλει να τραβήξει τη φωτογραφία ενός ζωντανού οργανισμού έξω από την άγρια ??φύση, τότε καλείται ex situ. Επίσης, καλείται η εξέταση των κυττάρων έξω από το όργανο ex situ έρευνα.

Μαμωνάς2 Η λέξη Μαμωνάς απαντά τέσσερις φορές στην Καινή Διαθήκη και είναι αραμαϊκής προέλευσης, πιθανότατα από τη ρίζα «’mn» που σημαίνει “αυτό το οποίο κάποιος εμπιστεύεται”. Η λέξη δεν εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, όμως σε εβραϊκά κείμενα χρησιμοποιείται με τις έννοιες “πόρος”, “κέρδος” (κυρίως το ανέντιμο), “αποζημίωση”,  “λύτρα” ή “δωροδοκία”, δίνοντας πάντα την αίσθηση του αναξιοπρεπούς και αποτελώντας στόχο ηθικής επίκρισης, “πλούτος ή αργύριον”[5].

in situ3 Στην βιολογία, σημαίνει το να εξεταστεί ένα φαινόμενο ακριβώς στο μέρος όπου εμφανίζεται (χωρίς να απομακρυνθεί σε κάποιο ειδικό μέσο, κτλ.). Συνήθως σημαίνει κάτι ενδιάμεσο μεταξύ του in vivo και του in vitro. Για παράδειγμα, το να εξετάζεται ένα κύτταρο μέσα σε ένα ολόκληρο όργανο άθικτο υπό αιμάτωση μπορεί να σημαίνει έρευνα in situ. Αυτό δεν είναι προφανώς πειραματισμός in vivo επειδή το ζώο θυσιάζεται, αλλά και δεν είναι το ίδιο με το να δουλεύει κάποιος με το κύτταρο μόνο (το οποίο μπορεί να είναι μια τέλεια περίπτωση πειράματος in vitro). 

 In situ3 Στην γλωσσολογία, και συγκεκριμένα στο συντακτικό, ένα στοιχείο μπορεί να ειπωθεί ότι είναι in situ εάν προφέρεται στη θέση όπου αυτό ερμηνεύεται.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης