Παρά τις προσπάθειες των τελευταίων δεκαετιών για τη μείωση της ακατάλληλης συνταγογράφησης αντιβιοτικών και τη μείωση του κινδύνου μικροβιακής αντοχής, τα αντιβιοτικά εξακολουθούν να δίνονται -ένα μέρος τους- χωρίς πραγματική αιτία.

Πρόσφατο δημοσίευμα στο British Medical Journal αναφέρει ότι όπως δείχνουν τα στοιχεία, περίπου το 23% των αντιβιοτικών που συνταγογραφήθηκαν από τους γιατρούς είχαν διάγνωση η οποία δεν δικαιολογεί συνταγογραφούμενο αντιβιοτικό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι ερευνητές εξέτασαν τις συνταγές για αντιβιοτικά σε πάνω από 19 εκατομμύρια παιδιά και ενήλικες που είχαν συνταγογραφηθεί το 2016. Στη συνέχεια εξέτασαν τους διαγνωστικούς ισχυρισμούς που υποβλήθηκαν για να δουν αν αυτές οι διαγνώσεις δικαιολογούσαν τη χορήγηση αντιβιοτικού.

Διαπιστώθηκε ότι από 15 εκατομμύρια αντιβιοτικά που έχουν συνταγογραφηθεί σε αυτήν την ομάδα, ποσοστό 23% ήταν εντελώς ακατάλληλα (η εν λόγω διάγνωση ποτέ δεν δικαιολογεί τη χορήγηση αντιβιοτικού), ποσοστό 36% ήταν ενδεχομένως κατάλληλο (η διάγνωση δικαιολογεί σε ορισμένες περιπτώσεις το αντιβιοτικό), ποσοστό 29% είχαν πολύ πρόσφατο κωδικό διάγνωσης, ενώ μόλις το 13% των αντιβιοτικών που χορηγήθηκαν κρίθηκαν κατάλληλα (οι διαγνώσεις που έγιναν δικαιολογούν πάντα τη χορήγηση αντιβιοτικού).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Επειδή ο ρυθμός χρήσης αντιβιοτικών ήταν τόσο υψηλός στη μελέτη μας (περισσότερες από 800 συνταγές ανά 1.000 ασθενείς), διαπιστώσαμε ότι περίπου ένας στους επτά ασθενείς έλαβε περιττές αντιβιοτικές συνταγές το 2016», δήλωσε ο Kao-Ping Chua, Επίκουρος Καθηγητής της Παιδιατρικής, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Michigan και συγγραφέας της μελέτης.

Οι ακατάλληλες συνταγές αντιβιοτικών συνταγογραφήθηκαν συχνότερα για αναπνευστικά συμπτώματα όπως ο βήχας. Τα κύρια αντιβιοτικά που χορηγήθηκαν ήταν κυρίως αζιθρομυκίνη, αμοξυκιλλίνη, δοξυκυκλίνη, μινοκυκλίνη και σουλφαμεθοξαζόλη-τριμεθοπρίμη.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης