Του Βασίλη Τατσιόπουλου

Πληροφορίες‌

Τίτλος:‌ The Walking Dead: Saints & Sinners
Διαθέσιμο‌ ‌σε:‌ PlayStation 4 (απαιτείται PlayStation VR), PC (Oculus, Steam)
Δοκιμάστηκε‌ ‌σε:‌ PlayStation 4 ‌
Εταιρεία‌ ‌Ανάπτυξης:‌ Skydance Interactive
Εκδότρια‌ ‌Εταιρεία:‌ Skydance Interactive
Είδος:‌ First-person shooter
Ηλικίες:‌ ‌‌18+‌ ‌
Ημ/νία‌ ‌Κυκλοφορίας:‌ 5 Μαΐου 2020 (PS4), 23 Ιανουαρίου 2020 (PC)

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

 

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Άλλο ένα Walking Dead; Μα γιατί, θα ρωτήσουν πολλοί, ενδεχομένως. Και γιατί σε VR; Τι έχει να προσφέρει αυτό το εγχείρημα, που δεν έχουμε ήδη δει σε τόσα παιχνίδια, σειρές και κόμικς του franchise, ή γενικότερα του «ζόμπι» υποείδους; Όσο κι αν δεν θα το περιμέναμε, όσο κι αν πάει κόντρα σε ό,τι ξέρουμε, το πρόσφατο The Walking Dead: Saints & Sinners έχει λόγο ύπαρξης. Και μάλιστα, έχει λόγο ύπαρξης και ως The Walking Dead παιχνίδι, αλλά και ως τίτλος τρόμου-επιβίωσης με ζόμπι, γενικότερα.
 

Οι αμφιβολίες σχετικά με την ύπαρξη του Saints & Sinners αρχίζουν να εξανεμίζονται την πρώτη φορά που καρφώνουμε ένα ζόμπι στο κεφάλι με μαχαίρι. Εκμεταλλευόμενο την εικονική πραγματικότητα στο έπακρο, το σύστημα μάχης και αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον είναι ένα από τα πιο διασκεδαστικά και πιο λεπτομερή που έχουμε δει ποτέ σε VR. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς πολύ καλά ακόμα και από το tutorial, όταν καρφώνει το κρανίο του απέθαντου και διαπιστώνει πως πρέπει να βάλει δύναμη για να τρυπήσει το κόκκαλο. Η επικοινωνία των κινήσεων είναι τόσο καλοσχεδιασμένη που σχεδόν νιώθουμε στο χέρι μας το μαχαίρι να σπάει το οστό και να περνά στο μυαλό του πλάσματος.

Αργότερα, όταν μάθουμε περισσότερο τα συστήματα, οι μάχες με τα ζόμπι είναι σκέτη απόλαυση. Πιάνουμε το κεφάλι ενός με το χέρι μας, το κρατάμε ώστε να μην μπορεί να πλησιάσει, ενώ ταυτόχρονα πυροβολούμε με το εξάσφαιρο τα υπόλοιπα που πλησιάζουν απειλητικά. Σε άλλη στιγμή, μπορεί να κραδαίνουμε ένα τσεκούρι και να διαπιστώσουμε πως μπορούμε να το πιάσουμε από διάφορα σημεία της λαβής, επηρεάζοντας έτσι τον τρόπο που κινείται όταν κάνουμε επίθεση. Συνεπώς, το πιάνουμε καλά με τα δύο χέρια μας και αρχίζουμε να κόβουμε τα κεφάλια των εχθρών.
 

Γενικά, οι δυνατότητες είναι πάρα πολλές. Μπορούμε, για παράδειγμα, μόλις μας τελειώσουν οι σφαίρες, αν μας πέσει το όπλο κάτω σε μία συμπλοκή, ή αν σπάσει το τσεκούρι από την πολλή χρήση, να αρχίσουμε να χτυπάμε τα ζόμπι με ό,τι βρούμε: με μπουκάλια, με σανίδες, με λοστούς και οτιδήποτε άλλο υπάρχει στον χώρο. Φυσικά, μπορούμε να κρυφτούμε και να «καθαρίσουμε» τους απέθαντους έναν-έναν χωρίς να μας καταλάβουν, που είναι, όπως όλοι ξέρουμε, και ο πιο αποδοτικός τρόπος (ναι, θα πασαλειφτούμε και με εντόσθια).
 

Με λίγα λόγια, το Saints & Sinners είναι πραγματικά εντυπωσιακό όσον αφορά τις μάχες με τα ζόμπι και η εικονική πραγματικότητα του δίνει δυνατότητες που άλλα παιχνίδια του είδους δεν έχουν, τις οποίες μάλιστα εκμεταλλεύεται υπέρ το δέον. Πάντοτε νιώθουμε πως τα ζόμπι είναι απειλή, συνεχώς είμαστε σε εγρήγορση, και το immersion είναι πράγματι ασύλληπτο πολλές φορές.

Εξαιρετικά βοηθάει ο χειρισμός (απαιτείται PS Move), που καταφέρνει να χωρέσει πολλές κινήσεις και λειτουργίες σε ένα σχετικά απλό σύστημα, χωρίς να δημιουργεί μπερδέματα και να ενοχλεί, αλλά και χωρίς να κάνει εκπτώσεις. Η κίνηση γίνεται με locomotion, δεν υπάρχουν δηλαδή οι τηλεμεταφορές που βλέπουμε σε πολλά παιχνίδια σε VR περιβάλλον. Βεβαίως, μπορούμε να παραμετροποιήσουμε αρκετούς παράγοντες στις ρυθμίσεις για να είμαστε πιο άνετα, όπως να αλλάξουμε για παράδειγμα την ταχύτητα περιστροφής από ομαλή και ρεαλιστική, σε εντελώς απότομη που περιορίζει τις ζαλάδες.
 

Οι περισσότερες λειτουργίες γίνονται με πραγματικές κινήσεις, όπως δηλαδή θα τις κάναμε εμείς οι ίδιοι, αν βρισκόμασταν στη θέση του πρωταγωνιστή. Θέλουμε να βγάλουμε το όπλο από τη θήκη; Το τραβάμε από τη θέση του που βρίσκεται ψηλά στο πόδι μας, στα δεξιά. Χρειαζόμαστε το τσεκούρι; Το πιάνουμε από τη θήκη του στην πλάτη μας. Η διάδραση με τα αντικείμενα είναι πολύ ευχάριστη, καθώς γίνεται με ρεαλιστικό τρόπο, και δεν εξαφανίζονται για παράδειγμα όταν τα αφήνουμε κάτω, αλλά ούτε περνούν από μέσα τους τα χέρια μας.
 

Κάθε στοιχείο του χώρου έχει υπόσταση, ενώ υπάρχουν ακόμα και ξεχωριστά physics για καθετί πιάνουμε στα χέρια μας, αφού έχουν μέχρι και διαφορετικό βάρος, το οποίο μεταφέρεται άψογα στον παίκτη. Ο χειρισμός αποδίδει πολύ περισσότερο από όσο θα περίμενε κανείς και κάθε λειτουργία του είναι εύστοχα στημένη, με αποτέλεσμα σε ελάχιστο χρόνο να έχουμε μάθει απ’ έξω όλες τις κινήσεις και να κυκλοφορούμε σαν έμπειρος επιζών στον δυστοπικό κόσμο του Walking Dead. Το μοναδικό πρόβλημα του χειρισμού είναι ο τρόπος που σκαρφαλώνουμε σε ψηλότερα επίπεδα, που είναι εντελώς άγαρμπος και παράταιρος με τις υπόλοιπες κινήσεις.

Βέβαια, δεν αρκεί ένα καλό σύστημα μάχης με σωστό χειρισμό για να στηρίξει ένα παιχνίδι που, αντίθετα με πολλούς παρόμοιους τίτλους, είναι ολοκληρωμένο και η διάρκειά του φτάνει και ξεπερνά άνετα τις 10 ώρες. Ευτυχώς, το Saints & Sinners έχει αρκετά ακόμα κόλπα στο μανίκι του. Καταρχάς, είναι μια απαιτητική εμπειρία επιβίωσης, στην οποία πρέπει να προσέχουμε αρκετούς μετρητές, να κάνουμε crafting και γενικά να διαχειριζόμαστε ορθά τους πόρους μας. Το looting είναι πολύ ευχάριστο· μπορούμε να μαζέψουμε πολλών ειδών αντικείμενα και μετά να τα σπάσουμε σε ξεχωριστά υλικά για να φτιάξουμε όπλα, φαγητά, φάρμακα και ό,τι άλλο χρειαστούμε για να επιβιώσουμε.
 

Τα υλικά που βρίσκουμε είναι περιορισμένα, όπως και ο χώρος στην τσάντα μας, οπότε είμαστε συνεχώς σε μία κατάσταση εγρήγορσης και άγχους, αφού δύσκολα γεμίζουμε πλήρως τη ζωή, την αντοχή και τις σφαίρες -και ακόμα δυσκολότερα πετυχαίνουμε τη διατήρησή τους σε υψηλά επίπεδα. Οι μπάρες έχουν ενδιαφέρον, καθώς έχει γίνει μια προσπάθεια συσχέτισής τους με τρόπο που προκαλεί μιζέρια και απογοήτευση, συναισθήματα επιθυμητά και αρμόζοντα στην προκειμένη περίπτωση.
 

Το σύστημα λειτουργεί ως εξής: όσο πραγματοποιούμε ενέργειες που καταναλώνουν σωματική δύναμη, όπως χτυπήματα ή τρέξιμο, πέφτει το μέγιστο επίπεδο της μπάρας αντοχής. Αν φάμε κάτι που εντοπίζουμε στον κόσμο, όπως μια παλιά κονσέρβα, γεμίζει λίγο η αντοχή, αλλά αδειάζει το μέγιστο επίπεδο της ζωής. Για να αναπληρωθεί η ζωή, χρησιμοποιούμε φάρμακα και επιδέσμους (τους οποίους τυλίγουμε πράγματι γύρω από το χέρι μας).

Έτσι, είμαστε συνεχώς σε αναζήτηση υλικών και το looting, όπως πρέπει σε ένα zombie game, έχει πολλή σημασία, που τονίζεται ακόμα περισσότερο από ένα εκτενές και επαρκώς βαθύ σύστημα αναβαθμίσεων, που μεταξύ άλλων μάς δίνει αρκετά και πολύ διασκεδαστικά όπλα. Επίσης, το γεγονός ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε περιοχές, στις οποίες μεταβαίνουμε μέσω της βάσης μας, παρότι χαλάει ελαφρώς την ατμόσφαιρα, δίνει τη δυνατότητα για εξορμήσεις στις τοποθεσίες αυτές για αναζήτηση loot, και ευτυχώς κάθε μία από τις πίστες είναι αρκετά μεγάλη, ξεχωριστή και καλοσχεδιασμένη.
 

Για να πάει ακόμα ένα βήμα παραπέρα, το Saints & Sinners εισάγει έναν επιπλέον μηχανισμό, που δημιουργεί και τις πιο αναπάντεχες, τρομακτικές αλλά και διασκεδαστικές καταστάσεις. Όταν βρισκόμαστε εκτός βάσης, κάθε μέρα σε συγκεκριμένη ώρα, χτυπούν καμπάνες που προσελκύουν μεγάλους αριθμούς από ζόμπι. Έτσι, πρέπει είτε να τελειώσουμε την αποστολή ή την εξόρμηση πριν ηχήσουν οι καμπάνες (έχουμε ξυπνητήρι στο ρολόι για προειδοποίηση), είτε να καταφέρουμε να φύγουμε διασχίζοντας την πόλη και σκοτώνοντας ή αποφεύγοντας τα ζόμπι. Όταν σημάνει ο συναγερμός, μπορεί οι NPCs που μας έδωσαν μια αποστολή να κρυφτούν ή να φύγουν, και έτσι να τη χάσουμε για πάντα.
 

Με αυτόν τον τρόπο, εντείνεται το άγχος και αυξάνεται η αίσθηση του κινδύνου, ενώ κάθε μέρα που περνάει μας καλημερίζει με το μήνυμα πως «οι πόροι είναι πλέον λιγότεροι και τα ζόμπι περισσότερα», κάνοντάς μας να βιαζόμαστε ταυτόχρονα και να μην κάνουμε τα πάντα με το πάσο μας –αν και το παιχνίδι γενικά δεν γίνεται απαγορευτικά δύσκολο. Ευχάριστο είναι το πώς έχει στηθεί με τρόπο που ενθαρρύνει και απαιτεί την εξερεύνηση, είτε για να βρούμε loot, είτε για να ολοκληρώσουμε τις αποστολές, κεντρικές και παράπλευρες.

Εκτός από ανθρώπους που δίνουν αποστολές, συναντάμε και άλλους, που ανήκουν σε δύο φατρίες, φυσικά με ηθικό κώδικα που κυμαίνεται σε γκρίζα τοπία. Οι άνθρωποι κάνουν τις πόλεις να μοιάζουν ζωντανές, με μαχητικότητα απέναντι στην απέθαντη απειλή. Παντού βρίσκουμε μέλη των δύο factions να φρουρούν την περιοχή τους, να σκοτώνουν ζόμπι αλλά και να πεθαίνουν ή και να μετατρέπονται οι ίδιοι σε ζωντανούς νεκρούς. Βεβαίως, μπορούμε να αφήσουμε κι εμείς το στίγμα μας, σκοτώνοντας όποιον βρούμε μπροστά μας, είτε είναι απλώς περαστικός είτε μας δίνει παράπλευρες αποστολές.
 

Γενικά, έχουμε τη δυνατότητα να σκοτώνουμε τους πάντες, εκτός λίγων εξαιρέσεων, χωρίς συνέπειες ή κάποιο γελοίο και αχρείαστο σύστημα «κάρμα» με επιπτώσεις. Ακόμα, στους διαλόγους, υπάρχουν διάφορες επιλογές απόκρισης που αλλάζουν ελαφρώς τις συμπεριφορές των χαρακτήρων, χωρίς όμως δραματικές εξελίξεις. Γενικότερα, το κομμάτι του ηθικού διλήμματος είναι ελαφρώς απλοϊκό και επιφανειακό. Σαφέστατα μπορούσε καλύτερα, όμως και πάλι προσθέτει πόντους στην ατμόσφαιρα, με την ψευδαίσθηση της επιλογής και το ικανοποιητικό writing που συνοδεύεται από απροσδόκητα πετυχημένες ερμηνείες ηθοποιών.
 

Το μεγαλύτερο πρόβλημα στο σενάριο εμφανίζεται εξαιτίας της δομής των αποστολών, που συνήθως καταλήγουν σε πολύ βασικές δραστηριότητες, του τύπου “fetch” (πήγαινε εκεί, φέρε αυτό, πήγαινε εκεί, φέρε το άλλο κλπ). Επίσης, αν και ταιριαστή επιλογή, το ότι συνήθως μιλάμε με έναν ασύρματο και δεν μπορούμε να απομακρυνθούμε αρκετά μέχρι να τελειώσει ο διάλογος, καταντά κουραστικό.

Τέλος, πού και πού αναγκαζόμαστε να διακόψουμε έναν διάλογο, επειδή ας πούμε μας επιτίθεται ένα ζόμπι, και διαπιστώνουμε πως η ομιλία επανέρχεται από την αρχή και ακούμε ξανά τα ίδια. Δεν είναι το πιο γυαλισμένο σύστημα διαλόγου, αλλά έχει κάτι να προσφέρει, και η πλοκή διατηρεί το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος χωρίς δυσκολία.
 

Το βασικότερο πρόβλημα του τίτλου έγκειται στην εντελώς ανύπαρκτη τεχνητή νοημοσύνη των ανθρώπων που συναντάμε, που τους κάνει να φαίνονται ψεύτικοι και καθιστά τις μονομαχίες μαζί τους, αλλά και το stealth, εντελώς άγαρμπες διαδικασίες, που δείχνουν πρόχειρες.
 

Το stealth ειδικά, αν και έχει μερικές ευχάριστες πινελιές, όπως την απενεργοποίηση χειροποίητων παγίδων με σύρματα και κουτάκια αναψυκτικών, σε γενικές γραμμές είναι μεγάλη απογοήτευση, σε σημείο που ίσως ήταν προτιμότερο να απουσιάζει εντελώς. Η αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους, πάντως, αν και προβληματική, έχει να επιδείξει κάποιες εύστοχες ιδέες, όπως το γεγονός ότι οι περαστικοί αντιδρούν στην παρουσία μας, αν για παράδειγμα τους πλησιάζουμε πάρα πολύ, ή τους αγγίζουμε συνεχώς –μπορεί να βγάλουν ακόμα και όπλο και να μας πυροβολήσουν.

Οπτικά, το Saints & Sinners είναι κατώτερο των περιστάσεων, με θολά textures και pop-ins να εμφανίζονται συνεχώς, αλλά και αρκετά «ξύλινα» animations. Ευτυχώς, η καλλιτεχνική επιμέλεια είναι αποδοτική και κερδίζει τις εντυπώσεις, κάνοντάς μας να προσπερνάμε τα όποια προβλήματα στον οπτικό τομέα.
 

Πρόκειται για την πρώτη φορά που κάποιο κομμάτι της σειράς The Walking Dead είναι τρομακτικό -εδώ και καιρό τουλάχιστον-, αφού η σειρά παραείναι «καθαρή», ενώ τα παιχνίδια της Telltale, αλλά και τα κόμικς, βασίζονται περισσότερο στην ψυχολογία των χαρακτήρων και το πώς συνεχίζει η κοινωνία μετά την αποκάλυψη. Το Saints & Sinners, παρά τον οπτικό σχεδιασμό του που θυμίζει πολύ τα κόμικς και τους τίτλους της Telltale, είναι το πιο σκοτεινό έργο της σειράς, έχει φοβερή ατμόσφαιρα και αρκετές φορές καταφέρνει να τρομάξει τον παίκτη, να τον γεμίσει άγχος και απελπισία, χωρίς καθόλου φθηνά κόλπα.
 

Συμπέρασμα
 

Εν ολίγοις, παρά τις όποιες ανεπάρκειές του,  το Walking Dead: Saints & Sinners είναι ένα παιχνίδι που ξεχωρίζει, είτε το κοιτάμε με άξονα τη σειρά, είτε τα παιχνίδια του είδους ή του VR γενικότερα. Προσφέρει αλληλεπίδραση που σπάνια βρίσκεται, ενώ είναι ολοκληρωμένος τίτλος με επαρκή διάρκεια. Όσα προβλήματα κι αν έχει, εξακολουθεί να είναι πολύ διασκεδαστικό και να αποτελεί έναν από τους σημαντικούς λόγους για να αγοράσει κανείς PS VR.

 

Βαθμολογία:  8/10

Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την εκδότρια εταιρεία για τις ανάγκες του review.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης