Του Παύλου Κρούστη

Τίτλος: Little Nightmares II
Διαθέσιμο σε: PC / PlayStation 4 / Xbox One / Nintendo Switch / PlayStation 5 / Xbox Series X|S
Δοκιμάστηκε σε: PlayStation 5 (έκδοση PS4)
Εταιρεία Ανάπτυξης: Tarsier Games
Εκδότρια Εταιρεία: Bandai Namco Entertainment
Είδος: Puzzle Platformer / Action/Adventure
Ηλικίες: 16+
Ημ/νία Κυκλοφορίας: 11 Φεβρουαρίου 2021 / Αναμένεται (PlayStation 5 / Xbox Series X|S)
 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

Το 2017 μάς επανασυστήθηκε το studio πίσω από τα LittleBigPlanet 3 και Tearaway, αφήνοντας πίσω του τη… “χαριτωμενιά” για ένα παιχνίδι που γνώρισε σημαντική επιτυχία, με πάνω από 3 εκατ. πωλήσεις, αναγνωρίσιμη πρωταγωνίστρια, πολλαπλά βραβεία και κυρίως μοναδικό ύφος. Το Little Nightmares [διαβάστε το review] μάς χάρισε εφιάλτες συνδυάζοντας στοιχεία από τις προηγούμενες επιτυχίες του studio, που βασίζονταν σε platforming και physics puzzles, μαζί με κάτι απόκοσμο, που μοιραζόταν και με τα παιχνίδια της Playdead (Limbo, Inside).

O τίτλος βασίστηκε κατά πολύ στην ξεχωριστή εικαστική του επιμέλεια για να μοιράσει συγκινήσεις. Τόσο η αξιολάτρευτη πρωταγωνίστρια με το κίτρινο αδιάβροχο, Six, όσο και τα αλληγορικά τέρατα, που την κυνηγούσαν, δημιούργησαν μαζί με το στοιχείο του σουρεαλισμού ένα περιβάλλον που ήταν πραγματικά βγαλμένο από εφιάλτες.  

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Εκεί ακριβώς έρχεται να πατήσει και το Little Nightmares II, με τη Six να αναλαμβάνει πλέον τον ρόλο του συμπρωταγωνιστή, καθώς στο προσκήνιο έρχεται ένα αγοράκι με το όνομα Mono. Ο Mono είναι ο χαρακτήρας που ελέγχουμε στο δεύτερο παιχνίδι της σειράς, όμως η Six δεν θα μας λείψει γιατί θα συναντηθούν κοντά στην αρχή του νέου τίτλου και μαζί θα ξεκινήσουν να περιπλανώνται στον εξίσου εφιαλτικό κόσμο του Little Nightmares II.

Κι ενώ το πρώτο παιχνίδι εκτυλισσόταν κατά βάση στο κύτος του πλοίου, που ονομαζόταν “The Maw”, το δεύτερο παιχνίδι της σειράς έρχεται να εξερευνήσει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος του κόσμου που έχει χτίσει η Tarsier Studios μέσα από μια ευρεία  ποικιλία σε περιβάλλοντα. Το ταξίδι είναι σχετικά μεγαλύτερο αυτήν τη φορά, αφού είναι περίπου 2-3 ώρες παραπάνω σε σχέση με τον προηγούμενο τίτλο, με συνολική διάρκεια τις 5-6 ώρες και παράλληλα εξερευνά τη σχέση του Mono και της Six υπό αυτές τις αντίξοες συνθήκες, στις οποίες πρέπει να επιβιώσουν. Όσοι έχουν τερματίσει τον προηγούμενο τίτλο, σίγουρα θα έχουν απορίες, που δεν έλυσαν ούτε τα DLC του πρώτου τίτλου και οι fans θα περιμένουν καρτερικά να δουν πώς εξηγούνται.

Η μινιμαλιστική προσέγγιση που χαρακτήρισε το πρώτο παιχνίδι επανέρχεται, πατώντας με ακόμη μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση επάνω σε ένα στιλ που θυμίζει κάτι από παιδικό παραμύθι, βουτηγμένο στα απόβλητα μιας σαθρής κοινωνίας και γεμάτο αλληγορίες που συμβολίζουν μια κρυφή πραγματικότητα. Το sequel δηλώνει πιο ξεκάθαρα από τον προκάτοχό του τη σάπια αυτή πτυχή, μέσω ισχυρών εικόνων. Η αφήγηση στο Little Nightmares II, όπως και στο 1, γίνεται μέσω του περιβάλλοντος. Δεν υπάρχει ίχνος διαλόγου, καθώς οι πρωταγωνιστές, αλλά και οι υπόλοιποι χαρακτήρες που θα συναντήσετε, δεν μιλούν. Ο Mono και η Six συνεννοούνται με άναρθρες κραυγές και νοήματα, ενώ άλλοι χαρακτήρες που θα συναντήσετε δηλώνουν τις προθέσεις τους μέσω της βίας σε παθητική ή ενεργητική μορφή. Η δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι μία από τις ελάχιστες ομολογουμένως φρέσκιες ιδέες του δεύτερου τίτλου, η οποία όμως είναι εξίσου καλοφτιαγμένη με τους υπόλοιπους τομείς του παιχνιδιού.

Ο Mono, όπως και η Six στον προηγούμενο τίτλο, εμφανίζεται μπροστά μας χωρίς παρελθόν, με κενή καρτέλα στοιχείων, την οποία θα συμπληρώσουμε σιγά σιγά εμείς, όσο μαθαίνουμε πράγματα γι’ αυτόν μέσα από το παιχνίδι. Στην αρχή θα έχουμε ένα αβοήθητο πλασματάκι με δυσανάλογο όγκο σε σχέση με το περιβάλλον του, το οποίο όπως γνωρίζουμε από τον πρώτο τίτλο σημαίνει ότι έχουμε να κάνουμε με παιδί. Όλο το περιβάλλον είναι γιγαντιαίο σε σχέση με αυτόν και τη Six και οι περισσότερες δυσκολίες που θα συναντήσουν στο ταξίδι τους έχουν να κάνουν με αυτό το γεγονός. Πώς μπορείς να ανοίξεις μια πόρτα, αφού δεν φτάνεις το πόμολό της; Στο προηγούμενο παιχνίδι μπορούσαμε είτε να σκαρφαλώσουμε σε κάποιο διπλανό έπιπλο, είτε να σύρουμε κάποιο για να μας βοηθήσει να φτάσουμε τον στόχο μας. Εδώ, έχουμε και τη βοήθεια της Six.

H αλληλεπίδραση των δύο χαρακτήρων αποτελεί κομβικό σημείο για το gameplay και την επίλυση των γρίφων αυτήν τη φορά. Ακόμη πιο ουσιώδες όμως είναι το γεγονός ότι δεν νιώσαμε ούτε στιγμή ότι η Six είναι μια άψυχη τεχνητή νοημοσύνη που ακολουθεί εντολές και συγκεκριμένο μοτίβο. Μάλιστα, υπάρχουν στιγμές στο παιχνίδι, που είναι προγραμματισμένη κατά τέτοιον τρόπο που θα εκπλήξει τον παίκτη. Αν αργήσουμε για παράδειγμα να εκτελέσουμε μια ενέργεια, μπορεί να προβεί η ίδια σε κίνηση ή αναλόγως context μπορεί να δράσει με διαφορετικό τρόπο. Φυσικά, όλα αυτά εντός ενός πολύ στενού πλαισίου, μέσα στο οποίο λειτουργεί το Little Nightmares II.

Έχουμε να κάνουμε με ένα εξαιρετικά γραμμικό παιχνίδι, το οποίο δυστυχώς δεν προσφέρεται ούτε για εκτεταμένη εξερεύνηση, αλλά ούτε και για αρκετό πειραματισμό. Υπάρχουν μεν collectibles να μαζέψετε, όπως τα καπέλα που μπορείτε να φορέσετε ή τα “glitching remains”, όμως παραμένει περιορισμένο. Για την ακρίβεια, το sequel διατηρεί κατά γράμμα όλα τα μειονεκτήματα του προηγούμενου τίτλου: μικρή διάρκεια, ελάχιστη αντοχή στον χρόνο, περίσσιο “trial and error” και μικροπροβλήματα στον χειρισμό.

Η Tarsier επέλεξε να εστιάσει σε άλλα κομμάτια, όμως τα σχεδόν 4 χρόνια που μεσολάβησαν από την κυκλοφορία του Little Nightmares το 2017 είναι πολλά για τόσο λίγες αλλαγές. Τουλάχιστον έχουμε έναν ιδιαίτερα καλογυαλισμένο τίτλο, με πιο καλά εφαρμοσμένες ιδέες, πιο ξεκάθαρα mechanics, λιγότερα στραβοπατήματα στο platforming και φρέσκια ιστορία, πάντα στο ίδιο ύφος, που φέρνει πιο συνταρακτικά σκηνικά. Για την ακρίβεια η ιστορία βρίσκει ευκαιρίες να εμπλουτίσει τον χαρακτήρα της Six, όπως τον γνωρίζαμε, επεκτείνει τις γνώσεις μας για τον εξαιρετικά ενδιαφέροντα αυτόν κόσμο που εκτυλίσσεται το παιχνίδι και παρουσιάζει και έναν νέο χαρακτήρα με επιτυχία. Μπορεί πάλι να μην παίρνουμε όλες τις απαντήσεις που θα θέλαμε, αλλά βρήκαμε την ιστορία που διηγείται το παιχνίδι συνταρακτική.

Κάτι που είναι φανερά βελτιωμένο επίσης είναι η “φωτογραφία” ή αλλιώς cinematography, όπως ονομάζεται η τέχνη αυτή στη γλώσσα του κινηματογράφου. Η θέση της κάμερας αναδεικνύει πάντα με καταπληκτικά πλάνα το ανυπέρβλητο art direction του τίτλου, το οποίο αυτήν τη φορά ειδικά διαθέτει πολύ μεγαλύτερη ποικιλία και εμπλουτίζεται με νέα περιβάλλοντα και ιδέες. Ο ρόλος του σουρεαλισμού και του υπερφυσικού στοιχείου ντύνουν τα νέα αστικά περιβάλλοντα, τα οποία αποφεύγουν την επανάληψη με έξυπνες ιδέες ενώ το πρώτο κεφάλαιο, που αποτελεί περίπου το 1/5 του παιχνιδιού και λειτουργεί περίπου ως tutorial, διεξάγεται στην ύπαιθρο. Κατά αυτόν τον τρόπο έχουμε έναν τίτλο που τον νιώθουμε πιο “γεμάτο” σε περιεχόμενο και πιο ευχάριστο στο σύνολο, αφού παραμένει φρέσκος μέχρι το τέλος.

Η φρεσκάδα αυτή διατηρείται όχι μόνο λόγω εικαστικών, αλλά και λόγω των πιο έξυπνα δομημένων μηχανισμών, οι οποίοι ναι μεν, δανείζονται ιδέες από άλλα παιχνίδια, όμως είναι προσαρμοσμένοι πλήρως στο ύφος του Little Nightmares. Για παράδειγμα τα puzzles με τις τηλεοράσεις σίγουρα θα θυμίσουν σε κάποιους τη λογική του Portal. Το platforming πάει πακέτο με αυτού του είδους των puzzles της περιήγησης, αφού θα πρέπει πάντα να βρείτε τρόπους να προχωρήσετε παρακάτω. Σε κάποια σημεία θα βρεθούν κάποια δωμάτια τύπου hubs, το οποίο σαν ιδέα το είχαμε δει στο DLC του προηγούμενου τίτλου. Η δομή όλων των παραπάνω, αλλά και η ροή με την οποία παρουσιάζονται είναι σαφώς βελτιωμένη και κουράζει μόνο σε ελάχιστα σημεία. Ξεκάθαρα πλέον, δεν έχουμε ανυπόφορα σημεία, όπως υπήρχαν στο Little Nightmares 1 και αυτό οφείλεται και στις εμπνευσμένες θεματικές του κάθε κεφαλαίου, αλλά και στα είδη των μηχανισμών του gameplay που παρουσιάζονται σε αυτά.

Το platforming είναι σημαντικό για τα παραπάνω puzzles και ο χειρισμός έχει βελτιωθεί μερικώς, κυρίως στα σημεία που πρέπει να περπατήσετε σε κάποια σανίδα ή να ισορροπήσετε κάπου, το οποίο λύνει κάποια θέματα, όμως τα animations και το collision system παραμένουν ανέγγιχτα σε βαθμό που επιστρέφουν κι εκείνες οι άβολες στιγμές που δεν λειτουργούν στιγμιαία τα σημεία διάδρασης, όπως πχ. ένα αντικείμενο που δεν το παίρνει ο χαρακτήρας σας, ένα σημείο που πρέπει να πιαστεί και δεν πιάνεται και άλλα… Ευτυχώς δεν είναι πολλά αυτά, αλλά είναι απορίας άξιο γιατί έχουν παραμείνει αυτά τα προβλήματα σχεδόν 4 χρόνια μετά.

Πέραν του platforming και των physics puzzles όμως, θα βρείτε έναν νέο μηχανισμό “μάχης”. Για την ακρίβεια, δεν είναι ακριβώς μάχη, απλά ο αβοήθητος χαρακτήρας σας πλέον μπορεί να… βοηθηθεί. Κάποια αντικείμενα στον χώρο μπορούν να λειτουργήσουν ως “όπλα”, ώστε να επιτεθείτε στις απειλές που σας κυνηγούν. Δεν υπάρχει κάποιο περίπλοκο σύστημα, απλά μέσω των animations των χαρακτήρων θα πρέπει να υπολογίσετε έναν χρόνο απόκρισης ώστε να κάνετε ζημιά την κατάλληλη στιγμή. Λειτουργεί περισσότερο σαν quick time event, πλήρως όμως εναρμονισμένο και εντός της ροής του gameplay. 
 

Φυσικά, τα chase sequences επιστρέφουν, με τους εχθρούς να αποτελούν εμπνευσμένες δημιουργίες και ακόμη πιο τρομακτικές μορφές. Τα setpieces που συνοδεύουν είναι άκρως κινηματογραφικά και προκαλούν τρομερές εντάσεις, ενώ οι ίδιοι οι villains είναι πραγματικά βγαλμένοι από τους χειρότερους εφιάλτες. Οι ήχοι που παράγουν, τα απόκοσμα animations και ο καταπληκτικός σχεδιασμός τους είναι ικανά να προσπεράσουν τα όποια προβλήματα της AI τους, η οποία είναι ικανοποιητική στις αντιδράσεις της, όμως και πάλι ακολουθεί προκαθορισμένα μονοπάτια. Το stealth πάσχει κάπως γι’ αυτόν τον λόγο, όμως δημιουργείται σαφώς ένταση.

Ο σχεδιασμός των εχθρών δεν είναι το μόνο εικαστικό που βοηθά να προσπεραστούν προβλήματα του τίτλου. Για την ακρίβεια, το παιχνίδι είναι πανέμορφο με πραγματικό εντελώς δικό του στιλ. Αυτό του δίνει “λευκή επιταγή” σε πολλές των περιπτώσεων που κατά τ’ άλλα δεν θα έπρεπε. Ο βελτιωμένος τεχνικός τομέας βοηθά επίσης με καλύτερες σκιές, ατμοσφαιρικό ογκομετρικό φωτισμό, μεγαλύτερη λεπτομέρεια σε υφές με πιο ρεαλιστική απεικόνιση και sound design που τσακίζει κόκκαλα. Από τους άρρωστους ήχους που παράγουν τα τέρατα, τα οποία α αντιμετωπίσετε, μέχρι το τρίψιμο του μπουφάν της Six, όταν τρέχει, o ήχος συνοδεύει εκπληκτικά, ενώ το soundtrack του Tobias Lilja δίνει πλήρως τον τόνο, πατώντας στα themes του προηγούμενου τίτλου, μαζί με φρέσκες ιδέες. Επίσης αυτήν τη φορά υποστηρίζει HDR, με καταπληκτική υλοποίηση, που διορθώνει τα “ξεπλυμένα μαύρα” του προηγούμενου παιχνιδιού. Οπτικοακουστικά, το Little Nightmares II είναι διαμάντι.

Συμπέρασμα
 

Το πολυαναμενόμενο sequel του αξιαγάπητου τίτλου τρόμου της Tarsier Studios επανέρχεται βελτιωμένο στα σημεία, δημιουργώντας ένα συνολικά αντάξιο αποτέλεσμα. Θα θέλαμε να έχουν λυθεί τα προβλήματα του πρώτου τίτλου, όμως δεν δόθηκε καμία σημασία σε αυτά κι έτσι έχουμε ένα δεύτερο μέρος, το οποίο πατάει περισσότερο απ’ όσο θα θέλαμε στο προηγούμενο παιχνίδι και δεν ανοίγει τα φτερά του για να μας δείξει την πλήρη δυναμική του. Παρ’ όλα αυτά, τα βελτιωμένα puzzles, οι δουλεμένες ιδέες, η μοναδική ατμόσφαιρα και η εμπνευσμένη εικαστική επιμέλεια -πιθανώς από τις πιο όμορφες που έχουμε δει τελευταία- σε συνδυασμό με τα βελτιωμένα τεχνικά σημεία καταφέρνουν να βγάλουν ένα καλύτερο παιχνίδι στο σύνολο. Α, ναι… Και πιο τρομακτικό.

Βαθμολογία:  8/10

Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την εκδότρια εταιρεία για τις ανάγκες του review.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης