Η μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, βελτιώνει τη σεξουαλική ζωή των ανδρών

Το ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στη στυτική δυσλειτουργία και τα καρδιαγγειακά προβλήματα, αρχίζει να ξεκαθαρίζει με τη βοήθεια δύο σημαντικών μετα-αναλύσεων. Σύμφωνα με την πρώτη, η στυτική δυσλειτουργία είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών προβλημάτων. Ωστόσο σύμφωνα με τα αποτελέσματα της δεύτερης, οι παρεμβάσεις που βελτιώνουν τους άλλους παράγοντες κινδύνου των καρδιαγγειακών νοσημάτων, φαίνεται να βελτιώνουν και τη στυτική λειτουργία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η πρώτη, συγκέντρωσε δεδομένα από 12 προοπτικές μελέτες και ανέδειξε πως ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, όπως είναι η στεφανιαία νόσος , αλλά και το εγκεφαλικό επεισόδιο, είναι από 35%, έως 48% αυξημένος στους άνδρες με στυτική δυσλειτουργία.

Η δεύτερη μελέτη, συγκέντρωσε δεδομένα από 6 κλινικές δοκιμές και βρήκε πως οι τροποποιήσεις του τρόπου ζωής, καθώς και η θεραπεία με στατίνες για τη μείωση των λιπιδίων που στόχευαν στον έλεγχο και τη βελτίωση των παραγόντων κινδύνου για τα καρδιοαγγειακά, είχαν επίσης σαν αποτέλεσμα την καλύτερη σεξουαλική λειτουργία.

Οι δύο αυτές μελέτες έγιναν με σκοπό να απαντηθεί εάν η σχέση μεταξύ καρδιαγγειακών προβλημάτων και στυτικής δυσλειτουργίας-η οποία είναι γνωστή εδώ και αρκετά χρόνια- είναι σχέση αιτίου αποτελέσματος και πως ποια κατεύθυνση. Ποιο είναι δηλαδή το αίτιο και ποιο το αποτέλεσμα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η αλήθεια είναι πως δεν κατάφεραν να επιλύσουν αυτό το ζήτημα τελείως, αν και η μία ανέδειξε τη στυτική δυσλειτουργία ως ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου των καρδιαγγειακών. Η άλλη φώτισε μια άλλη πλευρά της σχέσης, καταλήγοντας στο ότι η στυτική δυσλειτουργία είναι μια κατάσταση που σχετίζεται με τον τρόπο ζωής και για αυτό ανταποκρίνεται θετικά στις παρεμβάσεις τροποποίησης του lifestyle, οι οποίες ταυτόχρονα βοηθούν στον έλεγχο των παραγόντων κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα.

Άλλες παρεμβάσεις εστίαζαν στον έλεγχο της διατροφής κι άλλες στην αύξηση της φυσικής άσκησης. Καμία όμως δεν εξέτασε εάν η λήψη φαρμακευτικής αγωγής για τη στυτική δυσλειτουργία, μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακού προβλήματος.

Οι περιορισμοί των μελετών σχετίζονταν κυρίως με το γεγονός ότι τα δεδομένα σχετικά με την ύπαρξη και τη σοβαρότητα της στυτικής δυσλειτουργίας, προήρθαν από αυτοαναφορές ασθενών. Οι ειδικοί έχουν λόγους να πιστεύουν πως πολλοί συμμετέχοντες είτε έκρυψαν τα προβλήματα στύσης τους είτε ανέφεραν μικρότερο βαθμό σοβαρότητας από τον πραγματικό. Παρά τα προβλήματα σχετικά με την αξιοπιστία των δεδομένων και τα μικρά μεγέθη δειγμάτων, αμφότερες οι μελέτες είχαν στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το εύρημα ότι οι αλλαγές στον τρόπο ζωής όχι μόνο βοηθούν τον έλεγχό των παραγόντων που σχετίζονται με την εμφάνιση καρδιαγγειακών προβλημάτων, αλλά βελτιώνουν και τη στυτική λειτουργία.

Οι ερευνητές πιστεύουν πως τα ευρήματα αυτά πρέπει να βρουν την εφαρμογή τους απευθείας στην κλινική πρακτική. Σε ασθενείς με στυτική δυσλειτουργία οι ιατροί θα πρέπει να συστήνουν πέρα από τη θεραπεία με τους αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5, την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής.

Πηγή : medpagetoday

Το άρθρο επιμελήθηκε ο Θ.Παλλαντζάς, Χειρουργός,
Ουρολόγος-Ανδρολόγος, συνεργάτης του
Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,

www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης