«Μαγνησία και πολιτική εν καμίνω, 1934-1967. Ανατομία της κάλπης και μετασχηματισμοί» είναι ο τίτλος του βιβλίου του Πάνου Σκοτινιώτη, το οποίο προλογίζει ο αείμνηστος καθηγητής και εκλογολόγος Ηλίας Νικολακόπουλος και κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας (το εξώφυλλο έχει σχεδιάσει ο Βολιώτης εικαστικός-καθηγητής Αλέξανδρος Ψυχούλης). Νομικός, με πολύχρονη και δημιουργική παρουσία στον δημόσιο βίο, τόσο στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο και στη δημοτική και νομαρχιακή αυτοδιοίκηση, ο Π. Σκοτινιώτης ξεδιπλώνει στις σελίδες του βιβλίου του την πολιτική ιστορία της Μαγνησίας κατά τη διάρκεια μιας μακράς περιόδου, η οποία αρχίζει από τις παραμονές της δικτατορίας Μεταξά και τελειώνει με την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών ενόσω μεσολαβούν η καυτή δεκαετία του 1940 και η μετεμφυλιακή «καχεκτική δημοκρατία».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το κυριότερο χαρακτηριστικό του έργου, μια εμπεριστατωμένη ανάλυση πολιτικής επιστήμης, είναι ο τρόπος με τον οποίο συναρθρώνεται στις σελίδες του το τοπικό (η Μαγνησία) με το πανελλαδικό (την εθνική κλίμακα) μέσα από την ανάλυση των αντίστοιχων βουλευτικών και των δημοτικών εκλογών. Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο συγγραφέας, «η τοπική πολιτική ιστορία κρύβει πάντοτε μια γοητεία. Και τούτο, γιατί ο φακός εστιάζει στον πραγματικό χώρο όπου εκδηλώνεται η ποικιλομορφία της πολιτικής και όπου συντελούνται οι παραταξιακές ταυτίσεις. Αν όμως, το πλάνο δεν ανοίξει στο ευρύτερο εθνικό περιβάλλον, ακόμα και στο διεθνές, τότε η τοπική πολιτική ιστορία παραμένει αυτοαναφορική και συνεπώς μετέωρη. Πώς θα ήταν δυνατόν, επί παραδείγματι, να παρακολουθήσει κανείς τις τοπικές εκλογικές τάσεις, χωρίς τη σύγκριση με τις εκλογικές τάσεις σε εθνικό επίπεδο; Γι’ αυτό και ο διαρκής διάλογος του τοπικού και με το εθνικό αποτελεί κεφαλαιώδη παράμετρο της μελέτης. Εξάλλου, η συναρμογή του τοπικού με το εθνικό είναι ούτως ή άλλως, επιβεβλημένη σε μια περιοχή όπως η Μαγνησία, όπου πολύ σύντομα η τοπική ιστορία απέκτησε πανελλήνια σημασία».

Παράλληλα με τα εκλογικά του ευρήματα και πορίσματα, ο ερευνητής χαρτογραφεί την οικονομική και κοινωνική ιστορία της Μαγνησίας, κυρίως της μεταπολεμικής Μαγνησίας. «Η ιστορική αποτίμηση μιας εποχής προϋποθέτει σφαιρική θεώρηση», παρατηρεί ως προς αυτό ο Π. Σκοτινιώτης: «Εξ ου και το βιβλίο δεν εξαντλείται στην πολιτική και εκλογική ιστορία, αλλά καταπιάνεται και με τις οικονομικές, κοινωνικές και δημογραφικές εξελίξεις. Μόνο μέσα από μια τέτοια πανοραμική ματιά μπορεί να κατανοηθεί η διάταξη των πολιτικών δυνάμεων και η εξέλιξη της εκλογικής επιρροής τους. Κι αυτό, παρότι στην Ελλάδα τα κομματικά ρεύματα υπήρξαν περισσότερο απότοκα των εθνικών διχασμών και των εμφύλιων συγκρούσεων παρά των ταξικών διαιρέσεων της ελληνικής κοινωνίας».

Η παρουσία και η συμμετοχή του Τύπου αποτελεί οργανικό μέρος των ερευνητικών στόχων του έργου και αποδεικνύει αμέσως την κρισιμότητά της. Ο συγγραφέας το ξέρει από πρώτο χέρι και εξηγεί σχετικά: «Το βάρος του Τύπου στο ερευνητικό μου έργο, και δη του τοπικού με τη μεγάλη παράδοση που έχει στον Βόλο, υπήρξε καταλυτικό. Από τον τοπικό Τύπο άντλησα άφθονο πρωτογενές υλικό. Η συναρμολόγηση του υλικού αυτού και η αναγκαία ισορροπία ανάμεσα στη μαγεία που προσφέρει το καθημερινό ιστορικό ”ρεπορτάζ”, αφενός, και στην αξία της αφαίρεσης, αφετέρου, αποδείχθηκε ιδιαιτέρως δυσχερής, αλλά και εξόχως ενδιαφέρουσα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεν πρόκειται μόνο για την ιστορία και την ανάλυση των εκλογικών αναμετρήσεων στη Θεσσαλία, αλλά και για το βάρος των προσώπων τα οποία συμμετείχαν σε αυτές. Ξεχωρίζουν ο Γεώργιος Καρτάλης και ο Μιλτιάδης Πορφυρογέννης, δυο πολιτικές φυσιογνωμίες που με σημείο εκκίνησης τη Μαγνησία διαμόρφωσαν το πολιτικό τοπίο της Κεντροαριστεράς και του ΚΚΕ στα προδικτατορικά χρόνια ενώ από τη συντηρητική παράταξη διακρίθηκε ο Ανδρέας Αποστολίδης. Παρατηρεί ο Π. Σκοτινιώτης: «Ο Καρτάλης και ο Πορφυρογένης υπήρξαν δύο συναρπαστικές πολιτικές προσωπικότητες, που σε άλλες συνθήκες, αλλά και αν δεν έφευγαν τόσο πρόωρα από τη ζωή, θα άφηναν βαθύ αποτύπωμα στην πολιτική ζωή της χώρας. Η αμοιβαία εκτίμηση και η σχέση εμπιστοσύνης που αναπτύχθηκε μεταξύ τους, τους επέτρεπαν να κρατούν ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας ακόμα και στις πιο ζοφερές εποχές. Ο Καρτάλης, με σπουδές στα καλύτερα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ήταν γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, η οποία υπήρξε και η σημαντικότερη πολιτική οικογένεια του Βόλου, σταθερά ενταγμένη στην αντιβενιζελική παράταξη. Τη ρήξη με το συντηρητικό οικογενειακό παρελθόν την έκανε στη διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά και την περίοδο της Κατοχής. Με πατριωτικό και δημοκρατικό σθένος σε δύσκολες εποχές, με προσήλωση στην ανάγκη της εθνικής συμφιλίωσης και με σπάνια πολιτική διαύγεια, αναδείχθηκε σε ηγετική μορφή του κεντρώου χώρου, εκφράζοντας την υπό διαμόρφωση κεντροαριστερή τάση, η οποία ήταν ευέλικτη στη συνεργασία με την Αριστερά. Μετά την ανάδειξη του συνομηλίκου του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην ηγεσία της συντηρητικής παράταξης (1955), πρόβαλλε ως ο επόμενος φυσικός ηγέτης του Κέντρου/Κεντροαριστεράς. Ο θάνατός του το 1957, σε ηλικία μόλις 49 ετών, στέρησε τη χώρα από ένα σπουδαίο πολιτικό κεφάλαιο.

Ο Πορφυρογένης καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια. Τη ζωή του σημάδεψε η γνωριμία του με τον Νίκο Ζαχαριάδη και η στενή φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ τους. Δικηγόρος, με ευρυμάθεια και κοσμοπολίτικο αέρα λόγω και των ξένων γλωσσών που μιλούσε, αναδείχθηκε στα ηγετικά κλιμάκια του ΚΚΕ και υπήρξε το στέλεχος των πιο δύσκολων και ευαίσθητων αποστολών, καθώς και πρωτεργάτης μιας δυναμικής πολιτικής συμμαχιών με την Κεντροαριστερά. Έπεσε σε δυσμένεια από την ηγεσία Κολιγιάννη, και το 1958 πέθανε στην Τσεχοσλοβακία σε ηλικία 55 ετών. Από τη συντηρητική παράταξη, ξεχώρισε ο Ανδρέας Αποστολίδης. Γόνος μεγάλης βιομηχανικής και πολιτικής οικογένειας, υπήρξε υπουργός Οικονομικών του Μεταξά, για να ενσωματωθεί τη μετεμφυλιακή περίοδο στην επίσημη δεξιά και να φτάσει μέχρι και την αντιπροεδρία της δεύτερης κυβέρνησης Καραμανλή. Η σύγκρουσή του με τον Καραμανλή ανέκοψε την πολιτική του άνοδο».

Ξεκινώντας από την ενεργό πολιτική, ο Π. Σκοτινιώτης καταπιάνεται σήμερα με μακρόπνοη έρευνα πολιτικής επιστήμης. Μας λέει δυο λόγια γι’ αυτή τη διαδρομή: «Όσο προχωρούσε η έρευνα, τόσο πιο πολύτιμη αποδεικνυόταν η πολιτική μου εμπειρία αφού με βοηθούσε όχι μόνο να ερμηνεύω, αλλά και να βλέπω πίσω από κάποια γεγονότα. Πρέπει πάντως να πω ότι αυτό το βιβλίο το αντιλαμβάνομαι και ως μια αλλότροπη ανταπόδοση προς τους συμπολίτες μου, για το ανεκτίμητο προνόμιο που πολλές φορές μού επιφύλαξαν, να υπηρετήσω από διάφορες θέσεις υψηλής ευθύνης τον Βόλο και τη Μαγνησία».

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης