Αδιάβαστο… έπιασε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, υπενθυμίζοντάς του με νόημα πως έχουν ήδη θεσμοθετηθεί εισαγγελείς σε θέσεις-«κλειδιά» για την εποπτεία των ερευνών στις υποθέσεις του οργανωμένου εγκλήματος οι οποίοι θα πρέπει να αξιοποιηθούν από την πλευρά των αστυνομικών αρχών.

Απαντώντας εγγράφως στον κ. Χρυσοχοΐδη, μετά τα στοιχεία που του προσκόμισε ο υπουργός για τον τρόπο δράσης των κυκλωμάτων της νύχτας, μαζί με κατάλογο 500 ονομάτων υπόπτων, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Βασίλης Πλιώτας, αφενός του περιγράφει το υφιστάμενο πλαίσιο καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και αφετέρου του επισημαίνει πως η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να υποκαθιστά τη νομοθετική ή εκτελεστική εξουσία με υποδείξεις ή με προώθηση σχετικών ρυθμίσεων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σε κάθε περίπτωση βέβαια ο κ. Πλιώτας υπογραμμίζει την αναγκαιότητα «εγρήγορσης των προανακριτικών, ανακριτικών και εισαγγελικών αρχών για σε βάθος, ταχύτερη και πληρέστερη έρευνα στις υποθέσεις του οργανωμένου εγκλήματος, με τήρηση βεβαίως των νομίμων δικονομικών διαδικασιών». Επιπλέον συστήνει στην Αστυνομία να αποστέλλει αναφορά για τις δικογραφίες που χρήζουν ιδιαίτερου ενδιαφέροντος στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, η οποία και θα αποφασίσει για τις κινήσεις οι οποίες είναι αναγκαίες προς την κατεύθυνση της ταχείας διαλεύκανσής τους με σκοπό την επίσπευση της παραπομπής των κατηγορουμένων στο ακροατήριο.

Ωστόσο, ο κ. Πλιώτας καλεί τον αρμόδιο υπουργό να αξιοποιήσουν οι αστυνομικές αρχές τους «Εισαγγελείς Ειδικών Καθηκόντων», όπως είναι:

1) ο εισαγγελέας Εφετών που έχει οριστεί να εποπτεύει και να καθοδηγεί στη Διεύθυνση Ασφαλείας Αττικής το έργο των αρχών ασφαλείας στη δίωξη του οργανωμένου εγκλήματος και

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

2) το  Επιστημονικό Συμβούλιο  Ανάλυσης, Έρευνας και Προγραμματισμού που έχει συσταθεί στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, του οποίου προεδρεύει εισαγγελέας Εφετών.

Η αποστολή του τελευταίου αυτού συμβουλίου, σημειώνει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, εντάσσεται στο πλαίσιο καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και μπορεί να συνεργάζεται με όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες, την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας και το Λιμενικό Σώμα, ενώ παράλληλα έχει τη δυνατότητα να αντλεί πληροφορίες από τις δημόσιες αρχές. Επίσης ο κ. Πλιώτας διευκρινίζει ότι για την καταπολέμηση του εγκλήματος στο πεδίο διακίνησης ναρκωτικών, η προκαταρκτική εξέταση και η προανάκριση τελούν σε καθεστώς ειδικής νομοθετικής ρύθμισης (άρθρο 44 ν. 4139/2013), υπό την άμεση εποπτεία και καθοδήγηση του κατά νόμο αρμόδιου εισαγγελέα Εφετών.

Σχετικά με τις υποβαλλόμενες συναφείς δικογραφίες κατά του οργανωμένου εγκλήματος, σημειώνει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, «γίνεται ιδιαίτερη μέριμνα και ζητείται η υποβολή από τις Εθνικές Αρχές Ασφαλείας, που υποβάλλουν αυτεπαγγέλτως σχηματισθείσες ποινικές δικογραφίες, να κοινοποιούν αντίγραφο της υποβλητικής αναφοράς και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, για να αξιολογείται κάθε φορά από εισαγγελικό λειτουργό της υπηρεσίας μας και να διατάσσεται, εξαιρετικώς, υπό τους όρους του άρθρου 32 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η άμεση επίσπευση της προδικασίας και η κατά προτεραιότητα εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο και να εξετάζεται, ακόμη, η δυνατότητα να επιληφθεί η Ολομέλεια του Εφετείου σε Συμβούλιο για την κίνηση της ποινικής δίωξης και την ανάθεση της ανάκρισης σε έμπειρο εφέτη ανακριτή, όπως εσχάτως πολλές φορές έχει επισυμβεί».

Και προσθέτει ο κ. Πλιώτας: «Οι αστυνομικοί, μόνον ως γενικοί ανακριτικοί υπάλληλοι υπόκεινται στην Εισαγγελική αρχή, κατ’ εξοχήν εποπτική του ανακριτικού έργου τους, ενώ ως έμμεσα διοικητικά όργανα του κράτους, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη δημόσια ειρήνη, ευταξία και απρόσκοπτη κοινωνική διαβίωση των πολιτών δραστηριοποιούνται υπό την ευθύνη της πολιτικής τους ηγεσίας – εκτελεστικής εξουσίας… Οι εισαγγελείς, ως ισόβιοι δικαστικοί λειτουργοί, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφαρμόζουν το Σύνταγμα και τους νόμους και δεν εμπλέκουν τη δικαστική εξουσία στις αρμοδιότητες των άλλων λειτουργών της Πολιτείας (του άρθρου 26 του Συντάγματος), ούτε, πράγμα αδιανόητο άλλωστε, μπορούν να αξιώνουν υποκατάσταση της νομοθετικής ή εκτελεστικής εξουσίας με υπόδειξη ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο προώθηση είτε νομοθετικών ρυθμίσεων είτε διοικητικών επιλογών της σκοπιμότερης λύσης».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης