Η συμφωνία Αθηνών – Σκοπίων προκαλεί ανακατατάξεις στην Κεντροαριστερά, στα δεξιά της ΝΔ και στον πυρήνα της Κεντροδεξιάς.
Οι πρώτες κινήσεις αφορούν τον ευάλωτο χώρο της Κεντροαριστεράς, ο οποίος δεν καταφέρνει να αντιμετωπίσει συλλογικά την πρόκληση ήδη από το πρώτο σοβαρό ζήτημαΗ πολιτική αρθρογραφία ανεξαρτήτως τοποθέτησης ή αναφοράς ήδη χαρακτηρίζει το πολιτικό σκηνικό των ημερών ως ένα εν δυνάμει «Big Bang», το οποίο οδηγεί σε μείζονες ανακατατάξεις στον υφιστάμενο πολιτικό χάρτη.
Οι δυναμικές που αναπτύσσονται είναι πολυεπίπεδες και διατρέχουν οριζόντια όλα τα κόμματα εκτός του ΚΚΕ και της Χρυσής Αυγής.
Οι πρώτες κινήσεις αφορούν τον ευάλωτο χώρο της Κεντροαριστεράς, ο οποίος δεν καταφέρνει να αντιμετωπίσει συλλογικά την πρόκληση ήδη από το πρώτο σοβαρό ζήτημα το οποίο καλείται να διαχειριστεί. Ο δεύτερος χώρος, ο οποίος κινείται προς το παρόν σε χαοτικές μεν αλλά καταγράψιμες τροχιές, είναι αυτός στα «δεξιά της Νέας Δημοκρατίας».
Εκεί επιχειρείται η δημιουργία ενός «αθροιστικού συνονθυλεύματος» από όλα εκείνα τα πρόσωπα και κινήσεις που κατά καιρούς τέθηκαν εκτός της Νέας Δημοκρατίας ή αποχώρησαν από αυτήν. Σε αυτές τις «τροχιές» το τελευταίο διάστημα και με στοιχείο αναφοράς το συσπειρωτικό «Μακεδονικό» κινούνται πρόσωπα όπως ο Φαήλος Κρανιδιώτης, ο Τάκης Μπαλτάκος, ο Κυριάκος Βελόπουλος, ο επανεμφανιζόμενος Γιώργος Καρατζαφέρης, μία μεγάλη ομάδα Μητροπολιτών της Ιεράς Συνόδου, συλλογικότητες κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα και ορισμένες προσωπικότητες από τον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, ο αριθμός των οποίων είναι περιορισμένος, αλλά που διαθέτουν επιρροή στις οργανώσεις αποστράτων.
Ας τα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Στον χώρο της Κεντροαριστεράς η συμφωνία Αθηνών – Σκοπίων διεμβόλισε καθέτως τη νεοσύστατη ενωτική πρωτοβουλία του Κινήματος Αλλαγής, όπου η πρώτη καταγραφή κατέδειξε πως όλα τα ηγετικά στελέχη τάσσονται απέναντι στη Φώφη Γεννηματά και μάλιστα με αναλογία 5 προς 1.
Ο Γιώργος Παπανδρέου (ΚΙΔΗΣΟ), ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος (ΔΗΜΑΡ), ο Γιώργος Καμίνης, ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Σταύρος Θεοδωράκης τάχθηκαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο υπέρ της συμφωνίας για το «Μακεδονικό».
Αντιθέτως, ο Ευάγγελος Βενιζέλος προτίμησε να κρατήσει μία στάση που κινείται μεταξύ του «Μεν… δε… αλλά», αφήνοντας να εννοηθεί πως όταν κληθεί να ψηφίσει για τη συμφωνία, θα αναλογιστεί «τότε» τους διεθνείς συσχετισμούς και θα αποφασίσει σύμφωνα με το «εθνικό συμφέρον».
Τουτέστιν, θα πει «ναι», αν και τότε ο διεθνής παράγων διατηρεί την ίδια στάση που σήμερα εκφράζει στηρίζοντας αναφανδόν τη συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ. Είναι προφανές πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος παίζει με τις λέξεις και τις «αποχρώσεις», έως ότου καταγραφούν πλήρως στο πολιτικό σκηνικό οι δυναμικές που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Ο Γιώργος Παπανδρέου με δημόσια ανακοίνωσή του το πρωί της Παρασκευής καθώς και ο Σταύρος Θεοδωράκης με δημόσιες δηλώσεις του έχουν ταχθεί υπέρ της συμφωνίας. Το ίδιο και η συνιστώσα της ΔΗΜΑΡ. Με τοποθετήσεις τους και ενδεχομένως με διαφορετική επιχειρηματολογία και τόνους έχουν εκδηλώσει τις προθέσεις τους και οι Νίκος Ανδρουλάκης και Γιώργος Καμίνης. Απέναντί τους μόνη βρίσκεται η Φώφη Γεννηματά, πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, η οποία ωστόσο διαθέτει την πλειοψηφία των βουλευτών της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
Στον χώρο των ΑΝΕΛ καταγράφονται ήδη δύο αντιφατικές κινήσεις. Η πρώτη του βουλευτή Θανάση Παπαχριστόπουλου, ο οποίος εξ αρχής δήλωσε ότι στηρίζει τη συμφωνία Αθηνών – Σκοπίων και άρα τοποθετείται εκτός πλαισίου που έθεσε ο πρόεδρος του κόμματος Πάνος Καμμένος, όστις την απορρίπτει και μάλιστα εφαρμόζοντας κομματική πειθαρχία (αν και όποτε η συμφωνία επικυρωθεί από τη Βουλή). Η δεύτερη κίνηση αφορά τον Δημήτρη Καμμένο, όστις ενεργεί από την αντίθετη ακριβώς άποψη και υπονοεί με δημόσιες δηλώσεις του πως «το Μακεδονικό είναι μία καλή ευκαιρία για να χωριστούμε από τον ΣΥΡΙΖΑ».
Η στάση του αυτή εγκυμονεί τον κίνδυνο να τεθεί εκτός παράταξης, διότι κεντρικά οι ΑΝΕΛ μετά τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας τους αποφάσισαν ότι στηρίζουν την κυβέρνηση, θα καταψηφίσουν την πρόταση μομφής αλλά και πως διαφωνούν με τη συμφωνία Αθηνών – Σκοπίων. Όλα αυτά τουλάχιστον για το επόμενο χρονικό διάστημα.
Στον χώρο της λεγόμενης «Υπερδεξιάς» τώρα, η οποία ευθυγραμμίζεται με τον «Μοντέλο Βίκτορ Όρμπαν», τα πράγματα, αν και σε ομιχλώδη κατάσταση, κινούνται με σαφή προσανατολισμό που αφορά στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση. Οι διάφορες κινήσεις και πρόσωπα, αν και με εμφανείς προσωπικές διαφορές και διαφορετικού τύπου φιλοδοξίες, επιχειρούν να συγκροτήσουν έναν χώρο στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, με την προσδοκία να αποσπάσουν ένα 3% στις επόμενες εκλογές, προκειμένου να εισέλθουν στο Κοινοβούλιο. Το πολιτικό περίγραμμα αυτής της κίνησης δεν είναι καθόλου σαφές.
Επιθυμούν οι πρωταγωνιστές της πρωτοβουλίας αυτής από τη μία να διατηρήσουν σαφή απόσταση από τη Χρυσή Αυγή και τις τακτικές της, αλλά από την άλλη στοχεύουν και σε ένα ποσοστό ψηφοφόρων του ακροδεξιού χώρου που δεν ταυτίζεται απόλυτα με τις απόψεις του Νίκου Μιχαλολιάκου και των συνεργατών του. Το επιτελείο της Νέας Δημοκρατίας παρακολουθεί αυτές τις κινήσεις γνωρίζοντας πως ένα ικανό εκλογικό ποσοστό της τάξεως του 3% θα αφαιρούσε μία σημαντική μάζα ψήφων από τη ΝΔ την κρίσιμη στιγμή των εκλογών, με άμεση επίπτωση και στο τελικό εκλογικό ποσοστό της αλλά και στην περίπτωση που το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη διεκδικεί την αυτοδυναμία.
Διπλωματικοί κύκλοι στην Αθήνα, οι οποίοι για λογαριασμό των πρεσβειών τους παρακολουθούν αυτές τις κινήσεις – πρωτοβουλίες, εξηγούν πως ακριβώς ο φόβος του Μητσοτάκη να απολέσει την Υπερδεξιά του καθορίζει την τακτική που ακολουθεί, χαϊδεύοντας τα αφτιά του συντηρητικού – εθνικιστικού χώρου που κινείται προς το παρόν εντός της Νέας Δημοκρατίας.
Οι ίδιοι κύκλοι επισημαίνουν πως αυτή η τακτική που ακολουθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και εξηγήσιμη, εντούτοις τον καταδικάζει σε μία συνολική διεθνή απομόνωση τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από τις κεντρικές ευρωπαϊκές δυνάμεις.
Σε αυτό το παιχνίδι διασφάλισης της κυριαρχίας στην «υπερσυντηρητική-εθνικιστική» ψήφο έχει εισέλθει και ο Αντώνης Σαμαράς και μάλιστα από θέση ισχύος. Κατά τους ξένους διπλωμάτες, ο Αντώνης Σαμαράς με το come back που επιχειρεί προσπαθεί αφενός να ταυτίσει το όνομά του με κάθε «άρνηση εκ δεξιών της συμφωνίας Αθηνών – Σκοπίων αλλά ταυτόχρονα να διασφαλίσει θεμελιώδη ρόλο σε περίπτωση που η ΝΔ υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη οδηγηθεί σε πλήρη ή περιορισμένη διάσπαση».
Επί της ουσίας δηλαδή, οι δυτικοί παρατηρητές στην Αθήνα βλέπουν να εξελίσσεται ένα έργο που παίχτηκε το 1993, υπό διαφορετικές συνθήκες αλλά με αρκετά ίδια πρόσωπα, τα οποία τότε πρωταγωνίστησαν στη δημιουργία της Πολιτικής Άνοιξης και την πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Zougla Newsroom
Διαβάστε επίσης:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης