Ως θετικό πρώτο βήμα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην οικονομία, την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αλλά επίσης και τη μελλοντική έξοδο της χώρας στις αγορές, χαρακτηρίζει τη συμφωνία που επετεύχθη με τους θεσμούς το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Συγκεκριμένα, στην τριμηνιαία έκθεσή του μεταξύ άλλων υπογραμμίζει πως «η κατάσταση απαιτεί διπλή προσπάθεια: Από μεν την ελληνική πλευρά να ενστερνισθεί το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, από δεν την ευρωπαϊκή να αναθεωρήσει τη στάση της στο ζήτημα του χρέους και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτή η διπλή προσπάθεια θα ήταν ένας έντιμος συμβιβασμός».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η έκθεση παράλληλα υπογραμμίζει αναφερόμενη στην οικονομική κατάσταση το πρώτο τρίμηνο 2017 πως είναι «απογοητευτική» σε σχέση με τις προσδοκίες, ενώ ξεκαθαρίζει ότι η «κατάσταση στις επενδύσεις είναι συγκεχυμένη».

Παράλληλα το Γραφείο Προϋπολογισμού σημειώνει: «Αναγγέλλονται μεν επενδυτικά σχέδια κυρίως στον τουρισμό, σε super-markets και σε υποδομές (λόγω ιδιωτικοποιήσεων), αλλά γενικά υποθέτουμε ότι η αβεβαιότητα για την πορεία της οικονομίας, την έκβαση των διαπραγματεύσεων και επομένως την οικονομική πολιτική των επόμενων ετών, καθιστούν επιφυλακτικούς πολλούς επενδυτές, παρά το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα δεν λείπουν οι ευκαιρίες για επενδύσεις» ενώ προσθέτει:

«Οι εξαγωγές -και λόγω των δομικών τους προβλημάτων- αδυνατούν να παίξουν ρόλο ατμομηχανής, έστω βοηθητικής. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών και των πλοίων».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όπως εξηγεί το Γραφείο Προϋπολογισμού «διάφοροι οργανισμοί πάντως προβλέπουν πλέον ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί από 0,5% έως 2,2% το 2017. Τον Απρίλιο 2017 το ΔΝΤ τροποποίησε μεν προς τα κάτω τις προβλέψεις του για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2017 σε 2,2% από 2,8% αλλά προβλέπει (υπό όρους) επιτάχυνση στο 2,7 % για το 2018. Αυτό σημαίνει ότι αναμένεται απώλεια ΑΕΠ το 2017 περίπου €1 δισ. Με δεδομένη την εξέλιξη, το τέταρτο τρίμηνο του 2016 και τη μεταφορά της στο νέο έτος, θα πρέπει η ελληνική οικονομία τα επόμενα τρίμηνα να κάνει άλματα, πράγμα βέβαια που εξαρτάται από τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης (και ειδικά την ταχύτητα και ποιότητα των μεταρρυθμίσεων) και των εταίρων (ως προς την ελάφρυνση του χρέους και μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων)».

Σημειώνει ότι η οικονομία έχει επομένως βρεθεί σε μια «παγίδα λιτότητας», όπου οι συνεχείς αυξήσεις φορολογίας και μειώσεις δαπανών μειώνουν το ΑΕΠ και αυξάνουν το χρέος.

Οι συντάκτες της έκθεσης διευκρινίζουν ότι αμφιβάλλουν αν τα πρωτογενή πλεονάσματα μπορούν να διατηρηθούν επί μακρόν στο επίπεδο του 3,5% ΑΕΠ μετά το 2018, χωρίς ζημία για την οικονομία. Και δηλώνουν ότι «θα ήταν καλύτερα οι στόχοι για το 2018 και μετά να ήταν χαμηλότεροι, περίπου 2% ΑΕΠ όπως προ- τείνουν μεταξύ άλλων το ΔΝΤ και η Τράπεζα της Ελλάδος».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης