Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Έρευνα συνδέει την κατανάλωση τροφίμων – όπως ο καφές και η σοκολάτα – με την παγκόσμια αποψίλωση των δασών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο μέσος δυτικός καταναλωτής καφέ, σοκολάτας, βοδινού, φοινικέλαιου και άλλων προϊόντων, είναι υπεύθυνος για την υλοτόμηση τεσσάρων δέντρων κάθε έτος, πολλών σε τροπικά δάση πλούσια σε άγρια ​​ζωή, υπολογίζει η έρευνα.

Η καταστροφή των δασών είναι μια σημαντική αιτία τόσο της κλιματικής κρίσης όσο και της εξαφάνισης πληθυσμών άγριας ζωής, καθώς τα φυσικά οικοσυστήματα καταστρέφονται για χάρη καλλιεργειών. Η μελέτη είναι η πρώτη που συνδέει πλήρως τους χάρτες υψηλής ανάλυσης της παγκόσμιας αποψίλωσης με το ευρύ φάσμα προϊόντων που εισάγονται από κάθε χώρα σε ολόκληρο τον κόσμο.

Η έρευνα αποδεικνύει τους άμεσους δεσμούς μεταξύ της κατανάλωσης προϊόντων και την απώλεια δασών σε ολόκληρο τον πλανήτη. Για παράδειγμα, η κατανάλωση σοκολάτας στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία αποτελεί σημαντικό παράγοντα αποψίλωσης των δασών στην Ακτή Ελεφαντοστού και τη Γκάνα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, ενώ η ζήτηση βοείου κρέατος και σόγιας στις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Κίνα έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή των δασών στη Βραζιλία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι πότες καφέ στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ιταλία αποτελούν σημαντική αιτία αποψίλωσης στο κεντρικό Βιετνάμ, σύμφωνα με την έρευνα, ενώ η ζήτηση ξυλείας στην Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία οδηγεί σε απώλεια δέντρων στο βόρειο Βιετνάμ.

Ως μια πλούσια, πυκνοκατοικημένη χώρα, οι ΗΠΑ έχουν ένα ιδιαίτερα μεγάλο αποτύπωμα αποψίλωσης, καθώς είναι ο κύριος εισαγωγέας μιας ευρείας ποικιλίας προϊόντων από τροπικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων φρούτων και ξηρών καρπών από τη Γουατεμάλα, καουτσούκ από τη Λιβερία και ξυλείας από την Καμπότζη. Η Κίνα φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη για την αποψίλωση των δασών στη Μαλαισία, που οφείλεται στις εισαγωγές φοινικέλαιου και άλλων αγροτικών προϊόντων.

Η κατανάλωση στα κράτη του G7, αντιπροσωπεύει μια μέση απώλεια τεσσάρων δέντρων ετησίως ανά άτομο, λέει η έρευνα. Οι ΗΠΑ είναι πάνω από το μέσο όρο με πέντε δέντρα που χάνονται κατά κεφαλήν. Σε πέντε χώρες του G7 – Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία – πάνω από το 90% του αποτυπώματος αποψίλωσης ήταν σε ξένες χώρες και το μισό από αυτό σε τροπικές.

Ο Δρ Nguyen Hoang, στο Ινστιτούτο Ερευνών για την Ανθρωπότητα και τη Φύση, στο Κιότο της Ιαπωνίας, ηγήθηκε της έρευνας και δήλωσε ότι οι λεπτομερείς χάρτες θα μπορούσαν να βοηθήσουν στοχευμένες δράσεις για να σταματήσει η αποψίλωση. Ο ίδιος πρόσθεσε οτι: «Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι εταιρείες μπορούν να πάρουν μια ιδέα για το ποιές αλυσίδες εφοδιασμού προκαλούν αποψίλωση. Εάν το μάθουν, μπορούν να επικεντρωθούν σε αυτές τις αλυσίδες εφοδιασμού για να εντοπίσουν τα συγκεκριμένα προβλήματα και λύσεις».

Ο Δρ Chris West, στο Πανεπιστήμιο του York, στο Ηνωμένο Βασίλειο, που δεν ήταν μέλος της ερευνητικής ομάδας, δήλωσε: «Η κατανάλωση μπορεί να έχει μεγάλες επιπτώσεις στο εξωτερικό, δεδομένης της εξάρτησής μας από τις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού. Ενώ η πολιτική σε κυβερνητικό επίπεδο εστιάζεται συχνά σε εγχώριες ανησυχίες, το γεγονός είναι ότι αν δεν αντιμετωπίσουμε αυτό το διεθνές αποτύπωμα, θα συνεχίσουμε να προκαλούμε καταστροφικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο».

«Αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από μεμονωμένα κράτη μόνο και δεν είναι μόνο ζήτημα των δυτικών χωρών. Η άνοδος του αποτυπώματος αποψίλωσης της Κίνας, για παράδειγμα, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή και μιλά για την ανάγκη πολυμερούς δράσης», πρόσθεσε.

Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Ecology and Evolution, συνδύασε δεδομένα υψηλής ανάλυσης για την απώλεια δασών και τους οδηγούς της, με μια παγκόσμια βάση δεδομένων διεθνών εμπορικών σχέσεων μεταξύ 15.000 βιομηχανικών τομέων από το 2001 έως το 2015. Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να ποσοτικοποιήσουν το αποτύπωμα της αποψίλωσης κάθε χώρας με βάση την κατανάλωση του πληθυσμού της.

Οι επιστήμονες της έρευνας δήλωσαν: «Παρά την αυξανόμενη αναγνώριση της σοβαρότητας της αποψίλωσης των δασών στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα ίχνη αποψίλωσης (σε πλούσιες χώρες) παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητα, από το 2000». Η Κίνα, η Ινδία και οι χώρες του G7 έχουν αυξήσει τη δασική κάλυψη στις χώρες τους, αλλά έχουν επίσης αυξήσει τα αποτυπώματα αποψίλωσης εκτός των συνόρων τους.

Ένας περιορισμός της μελέτης, που αναγνωρίζεται από τους ερευνητές, είναι ότι η έλλειψη δεδομένων σήμαινε πως δεν ήταν σε θέση να συνδέσει σαφώς την κατανάλωση με συγκεκριμένες περιοχές εντός των χωρών. «Χρειαζόμαστε ανάλυση υψηλότερης κλίμακας όπου αυτό είναι δυνατό», δήλωσε ο West.

Το project Trase στο οποίο εργάζεται επιτρέπει στενότερη διασύνδεση ανάμεσα σε ορισμένες περιοχές και τον προσδιορισμό των παραγόντων που εμπλέκονται στην αποψίλωση τους. Τα δεδομένα πάντως, δεν μπόρεσαν να διαχωρίσουν τα φυσικά δάση από τις καλλιεργούμενες περιοχές – οι τελευταίες είναι σημαντικές σε χώρες όπως ο Καναδάς.

Ο Paul Morozzo, υπεύθυνος εκστρατείας στην Greenpeace UK, δήλωσε: «Η έκθεση ρίχνει φως στην υπερβολική κατανάλωση και δείχνει ότι οι μεμονωμένες επιλογές – για παράδειγμα για τη μείωση του κρέατος και των γαλακτοκομικών προϊόντων – είναι σημαντικές. Όμως οι εταιρείες δεν είναι ειλικρινείς. Δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των προϊόντων τους και αυτό πρέπει να αλλάξει άμεσα».

«Η αναστροφή της απώλειας δασών θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για την επερχόμενη σύνοδο κορυφής της G7, που φιλοξενείται από το Ηνωμένο Βασίλειο», πρόσθεσε ο ίδιος.

Δυστυχώς, η ιδέα ότι οι δυτικοί καταναλωτές θα μπορούσαν να φυτέψουν τέσσερα δέντρα για να αντισταθμίσουν το αποτύπωμα αποψίλωσης τους, ήταν λανθασμένη, είπε η West. «Η μείωση ενός τροπικού δάσους δεν μπορεί να αντισταθμιστεί με την φύτευση ενός πεύκου».

Πηγή: The Guardian 

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης