Ο «κοινωνικός ανελκυστήρας» παρουσιάζει βλάβη σε πολλές βιομηχανικές χώρες, καθώς χρειάζονται κατά μέσον όρο πέντε γενιές στις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για να καταφέρει κάποιος που προέρχεται από φτωχή οικογένεια να φτάσει στο μέσο εισόδημα στη χώρα του, ανακοίνωσε σήμερα ο οργανισμός αυτός.

Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ που δόθηκε στη δημοσιότητα, η Ελλάδα και η Ισπανία βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο, καθώς σε αυτές χρειάζονται τέσσερις γενιές, ενώ στη Γαλλία και τη Γερμανία απαιτούνται έξι γενιές για να ανέλθει κάποιος στην κοινωνική κλίμακα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Δεν υπάρχει πλέον κοινωνική κινητικότητα στις χώρες του ΟΟΣΑ: τα εισοδήματα, το επάγγελμα, το επίπεδο εκπαίδευσης μεταφέρονται από τη μια γενιά στην άλλη» σημείωσε η Γκαμπριέλα Ράμος, ειδική σύμβουλος του γενικού γραμματέα του ΟΟΣΑ, κατά την παρουσίαση της έκθεσης του οργανισμού σε δημοσιογράφους.

«Στο σύνολο του ΟΟΣΑ, χρειάζονται πλέον τουλάχιστον πέντε  γενιές κατά μέσον όρο ώστε ένα παιδί που προέρχεται από μια οικογένεια που βρίσκεται χαμηλά στην εισοδηματική κλίμακα να φτάσει στον μέσο όρο της» πρόσθεσε.

Στη Γαλλία, όπως και στη Γερμανία και τη Χιλή, χρειάζονται έξι γενιές για να μπορέσουν τα παιδιά μιας οικογένειας που βρίσκεται χαμηλά στην κλίμακα εισοδημάτων (στο κατώτερο 10%) να ανέβουν στο μέσο επίπεδο της χώρας τους. Δηλαδή 180 χρόνια, σημείωσε η Ράμος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση στη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική, όπου χρειάζεται να περάσουν εννέα γενιές για να ανέβει κάποιος στην κοινωνική κλίμακα, ενώ τα πράγματα είναι πολύ πιο άσχημα στην Κολομβία, όπου χρειάζεται να περάσουν 11 γενιές.

Αντιθέτως, στη Δανία χρειάζονται δύο γενιές και στις άλλες σκανδιναβικές χώρες (Νορβηγία, Φινλανδία, Σουηδία) τρεις, σύμφωνα με την έκθεση, ενώ στην Ισπανία και στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες έξι χώρες (Νέα Ζηλανδία, Καναδάς, Βέλγιο, Αυστραλία, Ιαπωνία, Ολλανδία) απαιτούνται τέσσερις.

Η μικρότερη κινητικότητα εντοπίζεται στο χαμηλότερο και το υψηλότερο επίπεδο της κοινωνικής κλίμακας.

Κατά μέσον όρο σε 16 χώρες του ΟΟΣΑ, μόνο το 17% των παιδιών «ταπεινής» καταγωγής καταφέρνει να ανέβει στην κοινωνική κλίμακα όταν ενηλικιωθεί, ενώ την ίδια ώρα το 42% των παιδιών από ευκατάστατες οικογένειες καταφέρνει να παραμείνει στο επίπεδο αυτό.

Στη Γαλλία τα ποσοστά αυτά βρίσκονται πολύ κοντά στον μέσο όρο, αλλά στις ΗΠΑ ή στη Γερμανία, η διαφορά είναι ακόμη μεγαλύτερη. Αντιθέτως, αυτή είναι λιγότερο εμφανής στην Ισπανία, στην Ελλάδα και την Πορτογαλία, όπου έχει γίνει μεγάλη πρόοδος όσον αφορά στην πρόσβαση στην παιδεία, και στη Δανία.

Η ανισότητα στις ευκαιρίες δεν αφορά μόνο στο εισόδημα από την εργασία, αλλά και στο επάγγελμα, στην παιδεία και στην κατάσταση της υγείας.

Η έκθεση του ΟΟΣΑ δείχνει ότι τα παιδιά των στελεχών έχουν διπλάσιες πιθανότητες να γίνουν και τα ίδια στελέχη από ό,τι τα παιδιά των χειρωνακτών: στη Γαλλία, 27% αυτών των τελευταίων γίνονται στελέχη, ποσοστό που πλησιάζει τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.

Επίσης, μόλις το 17% των παιδιών γονέων που δεν έχουν πτυχία (12% κατά μέσον όρο στον ΟΟΣΑ) κάνει ανώτατες σπουδές, σε σύγκριση με περισσότερο από το 60% των παιδιών γονιών που ακολούθησαν τέτοιες σπουδές.

«Η έλλειψη κοινωνικής κινητικότητας δεν είναι κάτι το αναπόφευκτο, μπορούμε να τα πάμε καλύτερα. Με καλύτερα προσαρμοσμένες πολιτικές, μπορούμε να ενισχύσουμε τις ίσες ευκαιρίες (…)» τόνισε η Ράμος.

Ο ΟΟΣΑ υπογράμμισε ως εκ τούτου ότι «οι χώρες που έχουν ήδη επενδύσει πολύ στην εκπαίδευση ή την υγεία δείχνουν εν γένει μια πολύ μεγαλύτερη κινητικότητα».

Ωστόσο, το σημαντικό δεν είναι μόνο, σύμφωνα με τον οργανισμό, «το ύψος των δημόσιων πόρων που διατίθενται», αλλά και «ο τρόπος με τον οποίο τίθενται στο επίκεντρο οι πιο υποβαθμισμένες κατηγορίες του πληθυσμού».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης