Έντονα επικριτικός έναντι των θέσεων του ΣΕΒ για τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά εμφανίστηκε ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης κατά την τοποθέτησή του στην ημερίδα του ΣΕΒ με θέμα “Το μέλλον της εργασίας μετά το μνημόνιο”.

Σχολιάζοντας, μάλιστα, το μοντέλο επιχειρηματικότητα που οραματίζεται ο ΣΕΒ “με ολίγον από εργασιακά”, ο κ. Κορκίδης είπε ότι επιθυμεί ένα, προσχηματικό διάλογο για να δημοσιοποιήσει αυτά που έχει ήδη αποφασίσει.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αναλυτικά ο κ. Κορκίδης ανέφερε τα εξής:

«Ξεκινώντας από την “Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση”, η οποία ήταν θέμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, τον Ιανουάριο του 2016 (Industry 4.0), ο ΣΕΒ επιχειρεί σήμερα να δώσει μια δική του ερμηνεία της ελληνικής κρίσης, όπου βασική ευθύνη έχουν:

α) η διαρθρωτική ανεργία,
β) οι ανελαστικοί μισθοί,
γ) η δύσκαμπτη και μη ανταγωνιστική αγορά εργασίας
δ) η οργάνωση των εργασιακών σχέσεων και
ε) το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Επίσης, να καταθέσει κάποιες προτάσεις όπως:

α)περισσότερη ευελιξία στην εργασία, αλλά και
β) μια άλλη οργάνωση των εργασιακών σχέσεων –θέτοντας μάλιστα και ζήτημα αντιπροσωπευτικότητας των οργανώσεων- και
γ) τέλος, να οριοθετήσει ένα ακόμα “Νέο” Βήμα Κοινωνικού διαλόγου.

Θα ήθελα, ωστόσο, αρχικά να υπενθυμίσω ότι ο εργασιακός όρος “Βιομηχανική Επανάσταση” μόνο νέος δεν είναι, αφού έχει χρησιμοποιηθεί πριν από 75 χρόνια. Αρχικά, πρωτοεμφανίστηκε το 1940, σε ένα κείμενο με τίτλο:”Τελευταία Ευκαιρία της Αμερικής” του AlbertCarr, για να αναδείξει τις “σύγχρονες επικοινωνίες, απλώς ως μια επιπλέον εκδήλωση της βιομηχανικής επανάστασης ή ως τις αρχές μιας νέας φάσης, βιομηχανικής επανάστασης”.

Από τότε, οι ιστορικοί και οι επιστήμονες κήρυξαν την έναρξη αυτής της “νέας” επανάστασης άλλοτε με την άφιξη της ατομικής ενέργειας το 1948, την εποχή των υπολογιστών της δεκαετίας του 1970, μέχρι τις αρχές της σύγχρονης εποχής των πληροφοριών μας το 1984: ακόμη και η νανοτεχνολογία ως προάγγελο της “επόμενης βιομηχανικής επανάστασης”.

Η άποψή μας είναι ότι κάθε τεχνολογική εξέλιξη και ότι αυτή συνεπάγεται στην οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, δεν μπορεί να αγνοεί τις επιπτώσεις στην υφιστάμενη δομή (π.χ. ύπαρξη και την επιβίωση των ΜμΕ).

Η “τέταρτη βιομηχανική επανάσταση”, όπως και κάθε τεχνολογική μεταλλαγή θα πρέπει να προσεγγίζεται διττά: τόσο από την άποψη της παραγωγής όσο και από αυτήν της διανομής. Δηλαδή, οι τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας, που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες δεν πρέπει να οδηγήσουν στην όξυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων, σε υψηλών ποσοστά ανεργίας και σε εργασιακή αβεβαιότητα. Η διαδικασία αυτή θα έχει σημαντικές επιδράσεις σε όρους σχέσεων εργασίας και σε όρους δημοκρατίας και αντιπροσώπευσης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθούν πρόνοιες για να μην προκύψουν επικίνδυνες διολισθήσεις.

Για να έρθω τώρα και στην ουσία της συζήτησης και συγκεκριμένα στα εξής:

1. Τη θέση της εργασίας και των εργαζομένων στην κοινωνία μας.
Η ΕΣΕΕ κατανοεί τις μεταβολές στην αγορά εργασίας ως ένα φαινόμενο που έχει καταγραφεί με διάφορους τρόπους και σε άλλες ιστορικές περιόδους της σύγχρονης ιστορίας. Μάλιστα, σε αντίστοιχες φάσεις κρίσης, όπως η σημερινή, ο τρόπος που επιλέχτηκε να αντιμετωπιστεί το εργασιακό πρόβλημα ήταν η συνεργασία των επιχειρήσεων με τον κόσμο της εργασίας, την αύξηση και ενίσχυση της ενεργούς ζήτησης (NewDeal).

Στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας δεν πρέπει να παρουσιάζονται ως “η μία και μοναδική λύση”. Οι υψηλοί μισθοί και οι ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας θεωρούνται, από την εισήγηση του ΣΕΒ, ότι επηρεάζουν κατά κύριο λόγο αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Ωστόσο, οι πολιτικές “σοκ” που εφαρμόστηκαν στην ελληνική αγορά εργασίας επέφεραν βαθιές απορρυθμίσεις, οι οποίες εκφράστηκαν με εντονότερες ανισότητες στη διανομή του προϊόντος, κλείσιμο μικρών επιχειρήσεων και υψηλά ποσοστά ανεργίας.

Η ΕΣΕΕ υποστηρίζει ότι “οι μισθοί ισοδυναμούν με αγοραστική δύναμη και άρα με κατανάλωση”. Οι ασφαλείς και σταθερές θέσεις εργασίας δημιουργούν πιο παραγωγικούς εργαζόμενους. Άρα, υποστηρίζουμε εξαρχής ότι θα πρέπει το ζήτημα αυτό να αντιμετωπιστεί διαφορετικά.

2.Τη Διαθρωτική Ανεργία και Ελλάδα

Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ, στις χώρες κρίσης χρέους, επιδεινώθηκε η ποιότητα των θέσεων εργασίας, των αποδοχών και της ασφάλειας εργασίας. Στοιχείο που τεκμηριώνει την ύπαρξη ανεργίας, η οποία με τη σειρά της τροφοδοτείται από την ανεπαρκή ζήτηση λόγω των διακυμάνσεων της οικονομίας.

Για παράδειγμα, η σωρευτική μείωση της απασχόλησης κατά -61,52% μεταξύ 2008-2016 στον τομέα των κατασκευών αντανακλά τη μείωση της ζήτησης για τις υπηρεσίες του συγκεκριμένου κλάδου και δεν οφείλεται στη μη ύπαρξη εξειδικευμένων μηχανικών, οικοδόμων κ.α. Επίσης, η χαμηλή εισοδηματική ελαστικότητα των προϊόντων της εγχώριας παραγωγής αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα που σχετίζεται με το παραγωγικό μοντέλο και επηρεάζει την απασχόληση και την επιχειρηματικότητα.

Αναμφίβολα, ένα μεγάλο ποσοστό της ανεργίας συμπυκνώνει διαρθρωτικές υστερήσεις της αγοράς εργασίας, αλλά δε μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την ανεργία στην Ελλάδα ως συνολικά διαθρωτική.
Μάλιστα, πρέπει να αναρωτηθούμε πόση ακόμα κατάρτιση μπορεί να χρειαστεί η ελληνική αγορά εργασίας;

3. Τα Νέα και παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα

Ταυτόχρονα, ο ΣΕΒ είναι εξαιρετικά επικριτικός για να μην πω προκλητικός στις παρατηρήσεις της ΕΣΕΕ και άλλων φορέων, οι οποίοι επισημαίνουν τη σημασία και τις ιδιαιτερότητες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τον ρόλο που διαδραματίζουν στον οικονομικό και κοινωνικό ιστό.

Λέγοντας, μάλιστα, ότι τα παραδοσιακά μοντέλα –εννοώντας προφανώς τις Μμε – λειτουργούν σε πολύ περισσότερο ρυθμισμένο πλαίσιο. Μήπως, τελικά, αυτό που υπονοείται είναι να εδραιωθεί ένα πλαίσιο ρύθμισης πιο κοντά στις ανάγκες του ΣΕΒ και εις βάρος των υπολοίπων; Ας μη βαπτίζεται “οικονομική ελευθερία” ο δίχως ηθικά όρια ανταγωνισμός και η καταστροφή των λοιπών οικονομικών δρώντων».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης