Πάρ’ την στο «Me Too» σου, να σού πει «Και τού χρόνου…».
 

Στα μέσα τής δεκαετίας τού 2000,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

όταν ακόμη η χώρα μας βρισκόταν στο νηπιακό στάδιο εξοικείωσης με το Διαδίκτυο,

είχα δημιουργήσει μία από τις πρώτες προσωπικές δημοσιογραφικές ιστοσελίδες.

Τότε ήταν, λοιπόν, που ήρθα σε τηλεφωνική επικοινωνία με τη Βάνα Μπάρμπα,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

προκειμένου να μού έδινε μία συνέντευξη.

 

Ήταν ευγενική και είχε δεχθεί αμέσως,

παρ’ ότι δεν υπήρχε προσωπική γνωριμία μεταξύ μας,

ενώ και η ιστοσελίδα δεν ήταν υψηλής επισκεψιμότητας.

Μού έδωσε τη διεύθυνσή της και η συνάντηση κλείσθηκε για τρεις ημέρες μετά·

μάλιστα, μού είχε κάνει εντύπωση,

πως όταν τής επρότεινα να τής τηλεφωνούσα ξανά

για να οριστικοποιούσαμε το ραντεβού, 

μού είχε απαντήσει πως δεν χρειαζόταν διότι θα ήταν συνεπής στη δέσμευσή της.

«Μπράβο της.», είχα σκεφτεί.

«Τι ωραίο να βρίσκεις συνεπείς ανθρώπους σε μία εποχή ασυνέπειας…»,

είχα καταλήξει χαρούμενος.

 

Η ημέρα τής προγραμματισμένης συνάντησης-συνέντευξης έφτασε.

Μπήκα στο αυτοκίνητο· είχα μεγάλη διαδρομή να διήνυα,

καθώς το σπίτι της βρισκόταν στην άλλη άκρη τής Αθήνας·

συγκεκριμένα, στην Άνω Γλυφάδα.

 

Κατέφθασα στην ώρα μου.

Εχτύπησα το κουδούνι τής ισόγειας κατοικίας

και μού άνοιξε μία γυναίκα ασιατικής καταγωγής·

μία από αυτές τις γυναίκες, 

που ανεξαρτήτως αν κατάγονται ή δεν κατάγονται από τις Φιλιπίνες,

ο ρατσιστής φανφαρόνος «Ελληναράς» τις συμπυκνώνει όλες

στον θλιβερά υπεραπλουστευτικό όρο «Φιλιπινέζες»

(διότι, ως γνωστόν, ο «Ελληναράς» είναι γεννημένος για εφέντης,

ενώ οι Φιλιπινέζες είναι γεννημένες για υπηρέτριες).

 

Η γυναίκα μιλούσε σιγανά, ψιθυριστά, έως τρομοκρατημένα·

συνάμα, μιλούσε τόσο σπαστά Ελληνικά,

που είχα δυσκολευθεί να τής εξηγήσω για ποιον λόγο βρισκόμουν εκεί.

Μού έλεγε συνεχώς ότι η «κυρία της» κοιμόταν·

έδειχνε ότι φοβόταν να πάρει την πρωτοβουλία να την ξυπνήσει.

Εν τέλει,

επείσθη ότι έπρεπε να ξεπεράσει τούς δισταγμούς της

και ανέβηκε την εσωτερική σκάλα που οδηγούσε στο άνω επίπεδο,

προκειμένου να ενημέρωνε την κοιμωμένη οικοδέσποινα ότι είχε επισκέψεις. 

 

Έμεινα μόνος στον χώρο·

το σπίτι είχε εξαιρετική διακόσμηση, εξαιρετική διαρρύθμιση,

ενώ ένας κήπος με μικρή πισίνα στη μέση έβαζε την τελική σφραγίδα τής χλιδής.

Όμως…

 

Θυμάμαι μέχρι και σήμερα την αύρα εκείνου τού σπιτιού·

είχε μία δηθενιά η αύρα του, μία αφόρητη μοναξιά, μία ματαιότητα.

Θυμάμαι ότι είχα σκεφτεί και μονολογήσει «Τι αξία έχουν τα πλούτη…».

Αν τα πλούτη έχουν τέτοια αύρα, να μού λείπουν.

Ήθελα να φύγω…

Ήθελα να φύγω, αλλά όφειλα να υπεστήριζα την αιτία τής παρουσίας μου. 

 

Τα λεπτά περνούσαν και εγώ εσυνέχιζα να ήμουν μόνος στο ξένο σπίτι.

Από τον πάνω όροφο ακουγόντουσαν διάφοροι ήχοι

που (μού) ανανέωναν τις ήδη κατατονικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις·

η κοιμωμένη οικοδέσποινα που είχε σηκωθεί από το κρεβάτι,

τα αργά βήματά της, η βρύση τού μπάνιου που άνοιξε κι έκλεισε,

ο πνιχτός βήχας, η βαριά, άτονη, βραχνιασμένη φωνή της,

το ψέλλισμα λίγων λέξεων προς την «υπηρέτρια»,

ήταν το πλαίσιο που ήμουν αναγκασμένος να υφιστάμην.

Τα λεπτά περνούσαν κι εγώ εσυνέχιζα να ήμουν μόνος στο ξένο σπίτι·

το ένστικτό μου με προειδοποιούσε ότι κάτι δεν (θα) επήγαινε καλά.

Και όντως…

 

Η γυναίκα που μού είχε ανοίξει την πόρτα,

κατέβηκε την εσωτερική σκάλα και ήρθε προς το μέρος μου.

«Η κυρία δεν μπορεί να έρθει.», μού είπε.

 

Έμεινα σύξυλος.

Μιλάμε για αισχρή ασυνέπεια.

Μιλάμε για αισχρή αγένεια. 

Μιλάμε για αισχρό βεντετισμό.

Δεν με ενοχλούσε η ακύρωση τής συνέντευξης·

με ενοχλούσε αφόρητα ότι δεν είχε η ίδια η οικοδέσποινα το στοιχειώδες τακτ 

να ερχόταν και να μού εδήλωνε αυτοπροσώπως την αδυναμία της.

 

Όμως, συνάμα αισθανόμουν μία αλλόκοτη λύτρωση.

Βγήκα από εκείνο το σπίτι με ανακούφιση·

δεν με ένοιαζε η συνέντευξη που δεν είχε γίνει,

καθώς εδέσποζε η ανάγκη μου να απομακρυνόμουν από τη Νεκρική Σιωπή.

 

Έκτοτε,

ουδέποτε είχα την οποιανδήποτε επαφή με τη Βάνα Μπάρμπα

και ουδέποτε ανεφέρθην στο πρόσωπό της·

ακριβώς επειδή δεν ήθελα -βάσει τής αρνητικής εμπειρίας μου-

να περιέπιπτα σε υποκειμενικότητες εις βάρος της,

περιοριζόμουν να παρατηρώ την καριέρα της και τον χαρακτήρα της,

αποφεύγοντας να γράφω οτιδήποτε γι’ αυτήν.

 

Όμως, η απαράδεκτη και ανάλγητη πρόσφατη δήλωσή της,

με οδηγεί να αναρτήσω σήμερα το -εφ’ όλης τής ύλης- παρόν πόνημα.

Ιδού τι εξεστόμισε η «κοιμωμένη οικοδέσποινα»:

«Θέλω να κάνω θέατρο… 

Θέλω να κάνω· ετοιμάζω μια παράσταση. Θέλω πάρα πολύ· μού λείπει.

Αλλά…, θα χτύπαγα την πόρτα τού Κιμούλη ξανά, ξέρετε·

εγώ είμαι και λίγο αντισυμβατική.

– (ερώτηση ρεπόρτερ) Θα θέλατε δηλαδή να συνεργαστείτε με τον Γιώργο Κιμούλη;

– Σοβαρολογείς τώρα; Σοβαρολογείτε;

Μιλάτε για έναν τόσο μεγάλο ηθοποιό,

για έναν άνθρωπο που ήταν πρότυπο για όλους μας και είναι…

Τι είν’ αυτά που λέτε;

Κάποιες κακές στιγμές δεν αναιρούνε την ιστορία κάποιων ανθρώπων.

Σάς παρακαλώ πολύ· θα ’ταν μεγάλη μου τιμή αν ο Γιώργος ο Κιμούλης…, 

μπορούσα να κάνω και να μάθω κάτι μαζί του.

Κι ο Πέτρος ο Φιλιππίδης επίσης…».

 

Τάδε έφη Βάνα Μπάρμπα.

Τάδε έφη η γυναίκα,

που από τη μία κάνει παραστάσεις αφιερωμένες στη Γυναίκα και στον Φεμινισμό,

κι από την άλλη αθωώνει a priori τον Φιλιππίδη για τις κατηγορίες περί βιασμών

και τον Κιμούλη για τις κατηγορίες περί εργασιακού εκφοβισμού.

 

Είναι τρομακτικός και αποκρουστικός ο τρόπος

που η Βάνα Μπάρμπα επιχειρηματολογεί υπέρ τής αθώωσης·

σε γενικόλογο επίπεδο διατείνεται,

ότι όποιος είναι σημαντικός στο αντικείμενό του,

δικαιούται να έχει παραβατικές συμπεριφορές.

 

Επίσης,

προσέξτε την απολύτως εγωκεντρική και άκρως επικίνδυνη διατύπωση

«…ήταν πρότυπο για όλους μας και είναι…».

Με ποιο δικαίωμα η Βάνα Μπάρμπα μιλάει για «όλους μας»;

Με ποιο δικαίωμα η Βάνα Μπάρμπα μιλάει για λογαριασμό τής Κοινωνίας;

 

Το γελοίον τής υπόθεσης είναι,

ότι η Βάνα Μπάρμπα αρέσκεται διαχρονικώς

να συστήνεται ως «αντισυμβατική» και ως «αντισυστημική».

Ποια; Η Βάνα Μπάρμπα.

Αντισυμβατική η Βάνα Μπάρμπα. Αντισυστημική η Βάνα Μπάρμπα.

Είναι αντισυμβατική και αντισυστημική

η «Μις Ελλάς 1984» και «Playmate» στο τεύχος τού «Playboy» τον Δεκέμβριο τού 1989,

είναι αντισυμβατική και αντισυστημική

η πιο συμβατική και συστημική γκόμενα που έχει υπάρξει στον τόπο

(ο όρος «γκόμενα» δεν είναι υβριστικός,

παρά μόνον περιγράφει την «Κουλτούρα τού Σεξισμού»

που η εν λόγω γυναίκα έχει υπηρετήσει με τις προαναφερθείσες επιλογές της

και με πλείστες ακόμη).

 

Λοιπόν,

για να τελειώνουν άπαξ και διά παντός

τα διάφορα «παραμυθάκια» και οι διάφοροι «αστικοί μύθοι»

που υπάρχουν για τη Βάνα Μπάρμπα

(«παραμυθάκια» και «αστικοί μύθοι» που ενίοτε κι η ίδια υποδαυλίζει).

 

Η Βάνα Μπάρμπα αρέσκεται να εντάσσεται στην κατηγορία «Σταρ»·

όμως, ατυχώς γι’ αυτήν, δεν είναι «Σταρ» αλλά απλώς «Βεντέτα».

Συχνά, τα όρια ανάμεσα στις δύο έννοιες είναι δυσδιάκριτα,

μα πάντοτε (θα) υπάρχουν οι διαχωριστικές γραμμές που (θα) κάνουν τη διαφορά·

ναι μεν χρειάζονται τόμοι για να εξηγηθούν και να τεκμηριωθούν

οι διαχωριστικές γραμμές και οι διαφορές των δύο εννοιών,

αλλά για να μην αφήσω παντελώς κενή την αιτιολόγηση θα πω σχηματικά ότι,

το ζεύγος «Σταρ-Βεντέτα» είναι συνώνυμο με το ζεύγος «Αλήθεια-Ψέμα»

(όπου «Αλήθεια» -εν προκειμένω- η Αυθεντικότητα

και όπου «Ψέμα» η Προσποίηση, η Μίμηση, η Στημένη Πόζα).

 

Η Βάνα Μπάρμπα αρέσκεται, επίσης, να δηλώνει αληθινή και ειλικρινής.

Μμμ…, όπως λένε κι οι πιτσιρικάδες στην καθομιλουμένη τους..: ΔΕΝ ΤΟ ΑΓΟΡΑΖΩ.

Αυτή η γυναίκα, η -πάλαι ποτέ- αδιαμφισβήτητα σέξι,

αυτή η γυναίκα που με τα καπρίτσια, με το νάζι

και με την ικανότητά της να παίζει τούς άντρες στα δάχτυλα (ευτυχώς όχι όλους),

αυτή η γυναίκα, λοιπόν, είναι αναμφιβόλως καπάτσα, αλλά όχι και μπεσαλού

(επί παραδείγματι,

ένας μπεσαλής άνθρωπος ουδέποτε θα είχε τη συμπεριφορά

που εξεδήλωσε η «κοιμωμένη οικοδέσποινα» στα μέσα τής δεκαετίας τού 2000).

 

Εν κατακλείδι,

εδώ και πολλά-πολλά χρόνια εντάσσω τη Βάνα Μπάρμπα

σε μία αυτοσχέδια κατηγορία με τίτλο «Επαγγελματίες Αληθινοί»·

ήτοι,

«Αυτοσυστήνομαι διαρκώς ως “αληθινός” και “ειλικρινής”,

δημιουργώντας και προμοτάροντας ένα δημοφιλές αφήγημα

με πρωταγωνιστή τον ίδιο μου τον εαυτό.».

 

Σε αυτό το σημείο, μάλιστα,

θα επισημάνω ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει την εκφορά τού λόγου της·

ένα στοιχείο

που σε επίπεδο κοινωνικής ηθογραφίας και ατομικού ψυχογραφήματος

παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον…

 

Παρατηρήστε, λοιπόν, τον τρόπο με τον οποίο αναφέρεται στους δύο ηθοποιούς·

λέει «ο Γιώργος ο Κιμούλης», λέει «ο Πέτρος ο Φιλιππίδης»,

και όχι «ο Γιώργος Κιμούλης» κι «ο Πέτρος Φιλιππίδης».

 

Διπλό άρθρο στο ονοματεπώνυμο.

Τι δηλώνει το διπλό άρθρο στο ονοματεπώνυμο;  

Δηλώνει γνωριμία (ή, διάθεση για γνωριμία),

δηλώνει οικειότητα (ή, διάθεση για απόκτηση οικειότητας). 

 

Πρόκειται για διατύπωση που είναι έμπλεη υφέρπουσας καυχησιάς, αλλά και μεγαλομανίας.

Καυχησιά,

διότι αισθάνεται ότι έχει το δικαίωμα

να αναφέρει το ονοματεπώνυμό τους με πιο εντυπωσιακό τρόπο.

Μεγαλομανία,

διότι επί τής ουσίας εκφράζει τη μύχια σκέψη της:

«Εγώ δεν έχω οικειότητα με έναν απλό “Γιώργο”.

Εγώ έχω οικειότητα με έναν Γιώργο που είναι κοτζάμ “Κιμούλης”.»,

«Εγώ δεν έχω οικειότητα με έναν απλό “Πέτρο”.

Εγώ έχω οικειότητα με έναν Πέτρο που είναι κοτζάμ “Φιλιππίδης”.».

 

Και τι μένει στο τέλος;

Μένει μία γυναίκα που είναι εκκωφαντικά συστημική

και στην κρίσιμη ώρα που έπρεπε να σταθεί δίπλα στις γυναίκες,

δίπλα στη Ζέτα Δούκα, δίπλα στην Τζένη Μπότση, δίπλα στην Αγγελική Λάμπρη

(και σε τόσες ακόμη παθούσες),

αυτή συνετάχθη

-ακολουθώντας το συμφέρον της και υποκλινόμενη σε μία ξοφλημένη ιεραρχία-

με τούς φερόμενους ως θύτες.

 

Βάνα Μπάρμπα, άντε, και καλές δουλειές όταν ανοίξουν τα θέατρα·

οι θιασώτες των υποστηριζομένων σου, 

θα είναι εκεί για να σε χειροκροτήσουν που υπεστήριξες τα πρότυπά τους.

 

Βάνα Μπάρμπα, άντε, και καλές δουλειές όταν ανοίξουν τα θέατρα·

οι υποστηριζόμενοί σου θα είναι επίσης εκεί για να σε ευχαριστήσουν 

(εκτός αν κάποιοι από αυτούς δεν θα μπορούν να παρευρεθούν

επειδή θα είναι προφυλακισμένοι).

 

Βάνα Μπάρμπα, μην είσαι τόσο αντισυμβατική πχια.

Άσε λίγο και για ’μάς… 

 

Ο Υπο-Κοσμικός

(Twitter: @Ypokosmikos

https://twitter.com/Ypokosmikos)

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης