Εξαιρετική η νέα καμπάνια τής Δημόσιας Τηλεόρασης·

μία σειρά από σποτάκια γεμάτα με αυτοσαρκασμό, με αμεσότητα,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

με αποδοχή τού παρελθόντος και υποδοχή τού μέλλοντος.

 

Όμως,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

το μέγα πρόβλημα που αδυνατεί παραδοσιακά να υπερκεράσει η Ε.Ρ.Τ.,

είναι η ατολμία της να αντιμετωπίσει στην πράξη

τις παθογένειες που αναγνωρίζει στη θεωρία.

 

Η Δημόσια Τηλεόραση παραμένει αδιάφορη

για τη συντριπτική πλειοψηφία των τηλεθεατών,

όχι επειδή οι καλλιεργημένοι Έλληνες είναι συντριπτική μειοψηφία,

αλλά λόγω των άτολμων επιλογών που γίνονται σε πρόσωπα και σε ιδέες.

 

Το «γυαλί» δεν αποτελεί την καθολικότητα τής αξίας ενός ανθρώπου,

αλλά σίγουρα είναι αυστηρός κριτής

και αντιπροσωπεύει συγκεκριμένα μαζικά χαρακτηριστικά·

το σημαντικότερο εξ’ αυτών ορίζεται από την ίδια τη λέξη «Τηλεόραση»

και αυταπόδεικτα θέτει ως αβαντάζ για όσους αποφασίσουν να εκτεθούν,

να θέλεις να τούς βλέπεις (και να τούς ακούς, βεβαίως-βεβαίως).

 

Συνελόντι ειπείν,

όποιος παρουσιάζει εκπομπή δεν νοείται να μη διαθέτει τηλεοπτικότητα.

Η Τηλεοπτικότητα είναι αυτός ο άλλοτε προσδιορίσιμος

και άλλοτε απροσδιόριστος μαγνήτης,

ο οποίος σού λέει ότι «Ναι, αυτόν θέλω να τον βλέπω.»

(ή, αντιθέτως, «Αυτόν δεν τον αντέχω με τίποτα.»).

 

Η «Αθλητική Κυριακή» βιώνει μία εξαιρετική συγκυρία,

την οποία, όμως, αδυνατεί να εκμεταλλευθεί στον δέοντα βαθμό.

Ο ερχομός των τηλεοπτικώς άστεγων ομάδων στην Ε.Ρ.Τ.

αποτελεί αξιέπαινη συνεισφορά τού υφυπουργού Αθλητισμού, Γιώργου Βασιλειάδη,

αλλά η Δημόσια Τηλεόραση δείχνει να μην μπορεί να προσποριστεί

την εξόχως ευνοϊκή συνθήκη

(παρ’ ότι θεματολογικώς παίζει σχεδόν χωρίς αντίπαλο,

έχοντας απέναντί της μόνον το αμήχανο «Total Football» τού «Open»).

 

Η ευθύνη έχει ονοματεπώνυμο: Γιώργος Λυκουρόπουλος.

Αυτός είναι που έχει το κεντρικό πρόσταγμα στην ιστορική εκπομπή,

ενώ ο συμπαρουσιαστής Περικλής Μακρής είναι -κατά βάση- συνεπικουρών.

 

Ο Γιώργος Λυκουρόπουλος, λοιπόν,

είναι καλός μεν στη διαχείριση τής αθλητικής θεματολογίας,

αλλά σε ό,τι ξεφεύγει από αυτήν είναι δύσκαμπτος, άτολμος

και συνάμα πατερναλιστικός·

προσφάτως μού είχε προκαλέσει άκρως αρνητική εντύπωση,

όταν έκανε αχρείαστη και αγενέστατη επίδειξη δύναμης

εις βάρος τού ανταποκριτή τής εκπομπής στη Θεσσαλονίκη, Τάσου Πακλατζή,

ο οποίος υπέπεσε στο «έγκλημα»

να θελήσει να εκφράσει την άποψή του για μία φάση.

Ναι, σύμφωνοι,

ο Παναγιώτης Βαρούχας αμείβεται για να διατυπώνει τις επίσημες διαιτητικές θέσεις

και ο ρόλος του είναι σεβαστός,

αλλά αυτό δεν σημαίνει

ότι η υπόλοιπη ανθρωπότητα θα πρέπει να περιπέσει σε υποχρεωτική σιωπή

και να περιμένουμε την επί πληρωμή ετυμηγορία.

 

Είναι νόμος, λοιπόν· δεν προσβάλλεις τούς συνεργάτες σου στον «αέρα»·

πόσω μάλλον,

δεν τούς εγκαλείς με τρόπο που μοιάζει σαν να (τούς) λέει ότι

«Αυτή η γαλέρα είναι δική μου, το δικό μου χέρι είναι οπλισμένο με μαστίγιο,

και εσείς το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να τραβάτε κουπί

για να μη σάς χαράξω ισοβίως την πλάτη.».

Εν’ κατακλείδι,

ένα θέμα το οποίο θα μπορούσε να είχε λυθεί με ευγένεια, με διακριτικότητα

και μέσα από εσωτερικές διαδικασίες συνεννόησης,

βγήκε προς τούς τηλεθεατές με τον χείριστο τρόπο.

 

Και όχι, δεν ήταν απλώς μία κακή στιγμή τού Γιώργου Λυκουρόπουλου.

Η έχουσα αρνητικό πρόσημο τηλεοπτικότητά του,

αποδεικνύεται και από τις αντιδράσεις του

σε φαινομενικώς ήσσονος σημασίας στιγμές.

Όπως αυτή χτες, όπου ο περιβόητος Γιώργος Μίνος,

ένας -αδιαμφισβήτητα- character τής Αθλητικογραφίας,

είπε ότι θα παρίστατο την Καθαρά Δευτέρα

στις φαλλικές εκδηλώσεις τού Τυρνάβου

και ερώτησε αν εσκόπευαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο

και οι εξ’ Αθηνών συνάδελφοί του.

 

Αντί ο Λυκουρόπουλος να αξιοποιήσει την ατάκα,

έκανε αέρα στο πρόσωπό του (ούτε «Κυρία επί των Τιμών» τόση σεμνοτυφία)

και ξαπέστειλε τον… αιρετικό Μίνο με την κοφτή φράση

«Γιώργο, ραντεβού την επόμενη Κυριακή. Να ’σαι καλά.».

 

Απολύτως λανθασμένος χειρισμός εκ’ μέρους τού παρουσιαστή.

Εντάξει,

δεν είπαμε να μετατρεπόταν σε μετεμψύχωση τής αείμνηστης Δόμνας Σαμίου

που επιδιδόταν ακομπλεξάριστη στη λαογραφική αθυροστομία,

αλλά θα μπορούσε να πάρει την πάσα και να την αξιοποιήσει.

Όμως,

όταν ο εγκέφαλός σου είναι προσκολλημένος σε στερεότυπα σοβαροφάνειας,

αδυνατείς να αντιληφθείς πότε μία πάσα θεωρείται «ασίστ» στην Τηλεόραση.

 

Εν’ κατακλείδι,

ακριβώς επειδή ουδέναν από τούς αναφερόμενους συναδέλφους γνωρίζω προσωπικά

(και ως εκ’ τούτου,

η τοποθέτησή μου αποτελεί αμιγώς μία τηλεοπτική προσέγγιση),

καλό θα είναι για την «Αθλητική Κυριακή»

και για την Ε.Ρ.Τ. εν’ τω συνόλω της

να υπάρξει αναθεώρηση στις προσεγγίσεις.

 

Στην προκειμένη περίπτωση,

ναι μεν ο Γιώργος Μίνος έχει αναμφίβολα μία εσάνς γραφικότητας

(αξέχαστες, άλλωστε, είναι οι μιμήσεις τού Γιώργου Μητσικώστα,

ο οποίος παρωδούσε ξεκαρδιστικά την εμμονή που έχει με τον Π.Α.Ο.Κ.),

αλλά οφείλουμε να καταγράψουμε

ότι ο Θεσσαλονικιός ρεπόρτερ διαθέτει μακράν μεγαλύτερη τηλεοπτικότητα

από αυτήν που έχουν οι άνθρωποι που παρουσιάζουν την «Αθλητική Κυριακή».

… 

 

Εδώ, λοιπόν, έχουμε ένα εκπληκτικό παράδοξο:

Οι Έλληνες πολίτες πληρώνουν για ένα προϊόν που δεν βλέπουν·

μιλάμε για την υπέρτατη σουρεαλιστική επιτυχία-αποτυχία τού Μάρκετινγκ.

 

Όπερ μεθερμηνευόμενον,

θέλουμε μία «Δημόσια Τηλεόραση»

που να είναι πολιτισμένη χωρίς να είναι αποστειρωμένη,

θέλουμε μία «Δημόσια Τηλεόραση»

που να μην κουνάει το δάχτυλο τού Ελιτισμού,

θέλουμε μία «Δημόσια Τηλεόραση»

που να έχει τον (αυτο)σαρκασμό και την αυτογνωσία

τής πρόσφατης καμπάνιας της.

 

Όταν συμβούν τούτα,

είναι βέβαιο ότι η συντριπτική μειοψηφία των τηλεθεατών

θα πάψει -σε πρώτο επίπεδο- να είναι συντριπτική

και θα μετατραπεί -σε βάθος χρόνου- σε πλειοψηφία.

Τόλμη χρειάζεται και όχι στείροι ναπολεοντισμοί.

ΤΟΛΜΗ!

 

*** Φεύγω για να σάς λείψω

και θα επιστρέψω για να μη σάς λείπω…

 

*** Ες σήμερον τα σπουδαία, ες αύριον τα σπουδαιότερα…

 

*** Τα λέμε αύριο…

 

Ο Υπο-Κοσμικός

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης