Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Οι ανησυχίες σχετικά με τη στάση της Ευρώπης απέναντι στο Πεκίνο, ρίχνουν σκιά σε ένα – κατά τα άλλα – ρόδινο ντεμπούτο των σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η εκλογή του Joe Biden ως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών προκάλεσε έκρηξη ενθουσιασμού στην Ευρώπη για μια νέα σελίδα στις διατλαντικές σχέσεις. Από ότι φαίνεται, όμως, η Κίνα βάζει φρένο στο πάρτι.

Μετά τις ταραχές στο Καπιτώλιο, καθώς ο επικεφαλής Βιομηχανίας της ΕΕ Thierry Breton  ζήτησε μια διατλαντική συμμαχία για τη ρύθμιση της ψηφιακής σφαίρας, αξιωματούχοι των ΗΠΑ και Ευρωπαίοι διπλωμάτες, προειδοποίησαν ότι η υπογραφή της επενδυτικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Κίνας, δημιουργεί  σύννεφα στις προοπτικές μιας πλήρους και βαθιάς επαναφοράς των διατλαντικών δεσμών. 

Καθώς ο Biden έχει πλέον αναλάβει τα καθήκοντά του, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ελπίζουν ότι μπορεί να δώσει λύσεις στην συνεχιζόμενη διαφωνία σχετικά με τους ψηφιακούς φόρους, να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες τους σχετικά με την προστασία της ιδιωτικότητας και την παρακολούθηση και να βρει κοινούς τρόπους ρύθμισης της λειτουργίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Προώθησαν ένα νέο «Διατλαντικό Συμβούλιο Εμπορίου και Τεχνολογίας», ως φόρουμ στο οποίο θα μπορούσε να σφυρηλατηθεί ένα νέο διατλαντικό συμπαγές σύμπλεγμα, μετά από χρόνια συγκρούσεων σε πολλά θέματα, από το 5G έως την  κατασκοπεία και τις επιδοτήσεις στον τομέα της αεροπορικής βιομηχανίας. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όμως, ενώ οι Ευρωπαίοι θεωρούν πως τέτοια ζητήματα δεν σχετίζονται με την συμφωνία τους με την Κίνα, αξιωματούχοι των ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι τα θέματα αυτά, δεν μπορούν να διαχωριστούν. Η ομάδα του Biden επιμένει πως θα συνεργαστεί με τους συμμάχους της για την ανάπτυξη κοινών προτύπων για την τεχνολογία και τα ανθρώπινα δικαιώματα – αλλά μόνο στο βαθμό που εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική αντιμετώπισης όσων θεωρούν αθέμιτες, τις πρακτικές της Κίνας και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η υπογραφή της επενδυτικής συμφωνίας ΕΕ-Κίνας, λίγο πριν από το νέο έτος, θεωρείται, από ορισμένους αξιωματούχους της Ουάσιγκτον, πως θα περιορίσει την ικανότητα των Βρυξελλών να ασκήσουν επιρροή στο Πεκίνο, καθώς θέτει τις οικονομικές επιταγές πάνω από άλλους στόχους πολιτικής.

«Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να αναρωτηθούν, τι βάρος αποδίδει η ΕΕ στις προτεραιότητες της στρατηγικής αυτονομίας, διμερούς εμπλοκής με την Κίνα και συμμαχικής συνεργασίας», δήλωσε η Jeremie Waterman , αντιπρόεδρος του τομέα της Κίνας στο Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ. «Δυστυχώς, η Συνολική Συμφωνία ΕΕ-Κίνας για τις επενδύσεις δεν φαίνεται να είναι ουδέτερη όσον αφορά τη συμμαχική συνεργασία έναντι της Κίνας», συμπλήρωσε η ίδια. 

Η διαίρεση αυτή, είναι ενδεικτική του τι αναμένει και προσδοκά κάθε πλευρά από οποιαδήποτε διατλαντική εταιρική σχέση. Εδώ και χρόνια, η ΕΕ επιμένει ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να λάβει ουσιαστικά μέτρα για να προστατεύσει τα δεδομένα των Ευρωπαίων, να σταματήσει την κατασκοπεία εις βάρος της Ευρώπης, να καθορίσει πρότυπα για την τεχνητή νοημοσύνη, να εργαστεί για δικαιότερη φορολογία των ψηφιακών γιγάντων της και να αντιμετωπίσει τις στρεβλώσεις της αγοράς που προκαλούνται από το μέγεθος και τη δύναμη της Big Τech – μαζί με την επανένταξη στη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα.

Σε πολλά από αυτά τα ζητήματα, υπάρχει ελπίδα για βελτίωση. Ο Biden επιβεβαίωσε ότι θα επανέλθει στη συμφωνία του Παρισιού και οι ΗΠΑ ανέστειλαν την επιβολή δασμών σε αντίποινα για τον ψηφιακό φόρο της Γαλλίας. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η διοίκησή του θα μπορούσε να ξεκινήσει εκ νέου διαπραγματεύσεις για τη φορολογία των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας, στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.

Εν τω μεταξύ, σημαντικές αντιμονοπωλιακές αγωγές που στοχεύουν την Big Tech προχωρούν σε πολλές πολιτείες και ο Biden εξέφρασε ενδιαφέρον για τη βελτίωση της προστασίας της ιδιωτικής ζωής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Βοηθά επίσης το γεγονός ότι ο νέος πρόεδρος έχει ορίσει έναν – φιλικό προς την Ευρώπη – υπουργό Εξωτερικών στο πρόσωπο του Antony Blinken, ο οποίος πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας στο Παρίσι.

Ωστόσο, η απόφαση της ΕΕ να επιταχύνει την υπογραφή επενδυτικής συμφωνίας με το Πεκίνο έχει δημιουργήσει αμφιβολίες στην Ουάσινγκτον για το κατά πόσον ο Λευκός Οίκος θα είναι ποτέ σε θέση να «κοιταχτεί στα μάτια» με τις Βρυξέλλες – και μάλιστα με το Βερολίνο – σχετικά με τον ρόλο της Κίνας.

Ο Biden κατέστησε σαφές ότι, ενώ δεν θα ακολουθήσει την πολιτική του Trump έναντι του  Πεκίνου, η χώρα αυτή θα παραμείνει κρίσιμο επίκεντρο της ατζέντας εξωτερικής πολιτικής του. Στόχος του είναι να συγκρατήσει το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, μέσω μιας πολυμερούς προσέγγισης, στην οποία η ΕΕ, ως πρωταρχικός σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, θα είχε πιθανώς βασικό ρόλο.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους στόχους, ο νέος σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Biden, Jake Sullivan λίγο πριν από την υπογραφή της συμφωνίας, αναφέρθηκε έμμεσα σε αυτήν, λέγοντας ότι βλάπτει τις διατλαντικές σχέσεις σε μια εποχή που η αναθέρμανση τους είναι άκρως απαραίτητη.

Πρέπει οπωσδήποτε να είναι έτσι;

Οι ανησυχίες είναι ακόμη πιο ενοχλητικές, δεδομένου ότι συμπίπτουν με μια αύξηση της αισιοδοξίας, από τις Βρυξέλλες και ορισμένες πρωτεύουσες της ΕΕ, προς τις ΗΠΑ. Λίγο μετά τη νίκη του Biden, η κορυφαία διαπραγματεύτρια της ΕΕ στον τομέα εμπορίου, Sabine Weyand συνέστησε ένα νέο «Συμβούλιο Εμπορίου και Τεχνολογίας», στο οποίο η Ουάσινγκτον και  οι Βρυξέλλες θα μπορούσαν να διευθετήσουν διαφορές σε θέματα που κυμαίνονται από τον ψηφιακό φόρο έως την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις ελεγκτικές ρυθμίσεις του Διαδικτύου.

Την περασμένη Κυριακή, ο επικεφαλής του κλάδου Βιομηχανίας της ΕΕ, Thierry Breton σε άρθρο γνώμης, υπερθεμάτισε ζητώντας από την Ευρώπη και τη διοίκηση Biden να «ενώσουν τις δυνάμεις τους, ως σύμμαχοι του ελεύθερου κόσμου, για να ξεκινήσουν έναν εποικοδομητικό διάλογο που θα οδηγεί σε παγκόσμια  συνεκτικές αρχές», για τη ρύθμιση του διαδικτύου. Εν τω μεταξύ, αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσε ότι τα μέλη της ομάδας Biden, έρχονται ήδη σε επαφή με τους ομολόγους τους στις Βρυξέλλες για να ξεκινήσουν τις διαδικασίες ενίσχυσης της  συνεργασίας.

Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς γιατί οι Ευρωπαίοι ακούγονται τόσο ζεστοί και ενθουσιώδεις για την ομάδα του Biden. Εκτός από τον «ευρωπαϊστή» Blinken, ο Sullivan, η επιλογή του Biden για τη θέση συμβούλου εθνικής ασφάλειας, σφυρηλάτησε το μήνυμα ότι ο Λευκός Οίκος σκοπεύει να καλλιεργήσει συμμάχους αντί να τους χτυπά. Στο τεχνολογικό μέτωπο, πολλοί Ευρωπαίοι προσδοκούν ότι ο Anthony Gardner, πρώην πρεσβευτής του Obama στην ΕΕ, θα πάρει την εντολή να διευθύνει οποιαδήποτε διατλαντική ειδική ομάδα – σε αυτό που θα ισοδυναμούσε με μια «dream team» διπλωματών των ΗΠΑ, φιλική προς την Ευρώπη.

Ήδη, η απόφαση της Ουάσινγκτον να καθυστερήσει την επιβολή δασμών ως αντίποινα για τον ψηφιακό φόρο της Γαλλίας ήταν ένα σημάδι νέου τόνου στις σχέσεις – μια ένδειξη θερμότερων εποχών.

«Η άποψή τους για τον κόσμο είναι πολύ κοντά στη δική μας», δήλωσε ο Γερμανός συντηρητικός πολιτικός Robert Rontgen, ο οποίος θα είναι πιθανόν, υποψήφιος για να διαδεχθεί την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, αναφερόμενος στην εισερχόμενη ομάδα Biden. Μπορούν να «φέρουν μια νέα ενέργεια στη διατλαντική σχέση», είπε σε μια ομάδα γερμανικών εφημερίδων τον Δεκέμβριο.

Όμως, καθώς η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ μόλις έχει αναλάβει τα καθήκοντά της, η  αποκλίνουσα προσέγγιση προς την Κίνα, δείχνει να ψυχραίνει κάπως το κλίμα.

Οι πρωταγωνιστές της συμφωνίας ΕΕ-Κίνας, της οποίας το περιεχόμενο δεν έχει ακόμη, δημοσιευθεί, υποστηρίζουν ότι δεν έχει καμία σχέση με τις διατλαντικές σχέσεις, αλλά αυτό  πιθανό να μη γίνει αποδεκτό από μια διοίκηση Biden, που έχει τοποθετήσει τις κοινές συμμαχικές θέσεις έναντι της Κίνας, στην κορυφή της ατζέντας της εξωτερικής πολιτικής της.

Για την εισερχόμενη προεδρική ομάδα, η συμφωνία φαίνεται προβληματική, από δύο σκοπιές: Πρώτον, η οπτική υποδηλώνει ότι η συμφωνία ολοκληρώθηκε για να επωφεληθεί από την εξασθένηση της πίεσης έναντι της Huawei από μια αποχωρούσα κυβέρνηση Trump. Δεύτερον, δεν περιέχει αξιόπιστους μοχλούς πίεσης προς το Πεκίνο σε ζητήματα όπως η καταναγκαστική εργασία και κανένα πραγματικό μηχανισμό για την επιβολή των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί. Η Ουάσινγκτον είναι ενήμερη ότι η συμφωνία ΕΕ-Κίνας έχει επίσης πολλούς αντιπάλους στην Ευρώπη – όχι μόνο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο θα μπορούσε να μην την επικυρώσει – αλλά και σε χώρες όπως η Γαλλία.

«Μέσω αυτής της συμφωνίας, η ΕΕ όχι μόνο προδίδει τις αξίες της», έγραψε ο αρχισυντάκτης της Le Monde, Jérome Fenoglio σε εβδομαδιαίο άρθρο , «αλλά δεν πήρε και τίποτα σε αντάλλαγμα».

Στο Κοινοβούλιο, ευρωβουλευτές όπως ο Guy Verhofstadt και ο Raphaël Glucksmann, στο κέντρο και στα αριστερά του πολιτικού  φάσματος, έχουν δεσμευτεί να εμποδίσουν την επικύρωση της συμφωνίας, λόγω ανησυχιών σχετικά με τη συνεχιζόμενη καταστολή εναντίον ακτιβιστών υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ και τη μεταχείριση της μειονότητας των Ουιγούρων στο Σινγιάνγκ.

«Η δημοκρατία του Χονγκ Κονγκ πεθαίνει μπροστά στα μάτια μας. Και η προτεραιότητα των αγαπημένων μας Ευρωπαίων ηγετών είναι να μας πουλήσουν την επενδυτική τους συμφωνία με το Πεκίνο. Πώς μπορούν να είναι τόσο εκτός επαφής με το χρόνο;» αναρωτήθηκε στο Twitter o Raphael Glucksmann, Γάλλος ευρωβουλευτής από την ομάδα Σοσιαλιστών & Δημοκρατών.

Αλλά ακόμη και αν η συμφωνία τορπιλιστεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο Βιden είναι πολύ πιθανό πως θα δυσκολευτεί να πείσει την Ευρώπη να συνταχθεί μαζί του, έναντι του Πεκίνου. Η Ευρώπη είναι διαιρεμένη έναντι της Κίνας – με τη Merkel να διατηρεί την πρόσβαση στην αγορά της, για τα γερμανικά αυτοκίνητα και προηγμένα κατασκευαστικά  προϊόντα.

Το μόνο πράγμα που θα άλλαζε τη δυναμική είναι, η νέα ηγεσία στη Γερμανία μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Αλλά, ανεξάρτητα από το ποιος θα διαδεχθεί τη Merkel, η πρόσβαση στις κινεζικές αγορές αναμένεται να παραμείνει προτεραιότητα για το Βερολίνο. Το ερώτημα είναι –  με τι κόστος.

Πηγή: Politico

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης