Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχασε έναν στρατηγικό εταίρο μετά την ήττα του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, όμως έτεινε ήδη το χέρι του στον εκλεγμένο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, «έναν μεγάλο φίλο του Ισραήλ», η εκλογή του οποίου γεννά ελπίδες στους Παλαιστίνιους.

Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, η στήριξη στην ανάπτυξη των εβραϊκών οικισμών στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, η ευλογία στην προσάρτηση του Γκολάν και η μεσολάβηση για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και των αραβικών χωρών: ο Ρεπουμπλικάνος απερχόμενος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ άφησε το σημάδι του στο Ισραήλ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Νετανιάχου, ο οποίος έχει χαρακτηρίσει στο παρελθόν τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο «τον καλύτερο φίλο που είχε ποτέ το Ισραήλ στον Λευκό Οίκο», τον ευχαρίστησε σήμερα που έφερε «την αμερικανοϊσραηλινή συμμαχία σε πρωτόγνωρα ύψη».

Παράλληλα κάλεσε τον Μπάιντεν να ενισχύσει περισσότερο τη σχέση αυτή: «Τζο, γνωριζόμαστε εδώ και σχεδόν 40 χρόνια, η σχέση μας είναι θερμή και γνωρίζω ότι είσαι μεγάλος φίλος του Ισραήλ», έγραψε ο Νετανιάχου στον επίσημο λογαριασμό του στο Twitter.

Ο Νετανιάχου ήλπιζε, όπως η πλειονότητα των Ισραηλινών, σε νίκη του μεγιστάνα των ακινήτων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σύμφωνα με δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, το 63% των Ισραηλινών προτιμούσαν τον Τραμπ από τον Μπάιντεν (17-18%), οι υποστηρικτές του οποίου ήταν λιγότεροι από τους αναποφάσιστους (20%).

Ωστόσο ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ γνωρίζει εδώ και χρόνια το Ισραήλ, το οποίο πρώτη φορά επισκέφθηκε το 1973. Εξάλλου το 2015 είχε υποστηρίξει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να σεβαστούν «την ιερή υπόσχεσή τους να προστατεύσουν τη γενέτειρα των Εβραίων».

Πολλοί στο Ισραήλ είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα την εκλογή Μπάιντεν.

Ισραηλινοί βουλευτές φοβούνται την εμφάνιση μιας νέας γενιάς, λιγότερο θετικής ή ακόμη και εχθρικής προς τη χώρα τους, μέσα στο Δημοκρατικό κόμμα και τη χαλάρωση της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στο Ιράν.

Ο επικεφαλής της ισραηλινής αντιπολίτευσης, ο κεντρώος Γιάιρ Λάπιντ, εξέφρασε πρόσφατα την ανησυχία του για την εμφάνιση «ακραίων φωνών» και «αντι-ισραηλινών» στο Δημοκρατικό κόμμα. Όμως συνεχάρη ήδη από χθες τον Μπάιντεν και τη Χάρις, καλώντας τους να ενισχύσουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ βάσει «των αξιών» και «των συμφερόντων» των δύο χωρών.

Η ισραηλινή κυβέρνηση έχει ήδη κατηγορήσει δύο γυναίκες βουλευτές των Δημοκρατικών Ρασίντα Τλάιμπ και Ιλχάν Ομάρ ότι στηρίζουν την εκστρατεία μποϊκοτάζ της χώρας λόγω της πολιτικής της στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

«Παρατηρείται μια αυξανόμενη επιρροή της προοδευτικής, ακραίας πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος. Οι περισσότεροι είναι κατά του Ισραήλ, αλλά δεν γνωρίζουμε τι επιρροή θα έχουν στην επόμενη κυβέρνηση», σχολίασε η Εϊτάν Γκιλμπόα καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο ισραηλινό πανεπιστήμιο Bar-Ilan.

Ιρανικό ντόμινο

Οι σχέσεις μεταξύ των Δημοκρατικών και του Ισραήλ επιδεινώθηκαν επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα, με κύρια αιτία τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, από την οποία απέσυρε τις ΗΠΑ ο Τραμπ, ενώ επανέφερε και τις οικονομικές κυρώσεις στην Τεχεράνη.

Ο Μπάιντεν θα προσπαθήσει να επαναφέρει τη χώρα στη συμφωνία αυτή, την οποία καταγγέλλει το Ισραήλ; «Οι πιθανότητες είναι πολλές», απαντά ο Μάικλ Ορέν πρώην πρέσβης του Ισραήλ στην Ουάσινγκτον.

Τους τελευταίου μήνες τρεις αραβικές χώρες, ανάμεσά τους τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, που συμμερίζονται την εχθρότητα του Ισραήλ προς το Ιράν, εξομάλυναν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ. Συμφωνίες τις οποίες οι Παλαιστίνιοι κατήγγειλαν ως «προδοσία».

Αν ο Μπάιντεν ξεκινήσει συζητήσεις με το Ιράν, τι θα γίνει με αυτές τις συμφωνίες; «Οι Ιρανοί θα πουν το εξής: δεν μπορείτε από τη μία να διαπραγματεύεστε μαζί μας και από την άλλη να επεκτείνεται τον συνασπισμό εναντίον μας», σημειώνει ο Γκιλμπόα.

«Το μεγάλο ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό η αμερικανική κυβέρνηση θα δεσμευθεί σε αυτές τις συμφωνίες εξομάλυνσης», σημειώνει ο Ορέν.

«Το χειρότερο»

Στη Ραμάλα της Δυτικής Όχθης η παλαιστινιακή ηγεσία ανέμενε με αγωνία τα αποτελέσματα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, αφού ο Τραμπ άλλαξε τόσο την πολιτική της Ουάσινγκτον υπέρ του Ισραήλ που ανάγκασε τους Παλαιστίνιους να διακόψουν κάθε σχέση μαζί της.

Υπό την προεδρία του Ρεπουμπλικάνου οι ΗΠΑ έκλεισαν το προξενείο τους στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, το κομμάτι της πόλης που διεκδικούν οι Παλαιστίνιοι, διέκοψαν την παροχή βοήθειας στους Παλαιστίνιους και σταμάτησαν να συνεισφέρουν στην υπηρεσία του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες.

Εξάλλου το σχέδιο του Τραμπ για τη Μέση Ανατολή προβλέπει την προσάρτηση μεγάλου μέρους της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ.

Υπό τον Μπάιντεν οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν να συνομιλήσουν «πολύ περισσότερο» με τους Παλαιστίνιους, εκτιμά η Σάρα Φοίερ, αναλύτρια του Washington Institute for Near East Policy.

Όμως λίγοι αναλυτές πιστεύουν ότι ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ θα προωθήσει νέες ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων.

Η Κάμαλα Χάρις είχε δηλώσει πρόσφατα ότι είναι αντίθετη «στην προσάρτηση» και «την επέκταση» των εβραϊκών οικισμών.

Αν και δεν αντιμετωπίζουν με ενθουσιασμό τον Μπάιντεν, κάποιοι από την παλαιστινιακή πλευρά χαίρονται με την ήττα Τραμπ. «Δεν έχει υπάρξει χειρότερο από την εποχή Τραμπ! Το τέλος της αποτελεί νίκη», σχολιάζει ο Νάμπιλ Σάατ σύμβουλος του Παλαιστίνιου προέδρου Μαχμούντ Αμπάς.

Από την πλευρά της η Χαμάς, που κυβερνά τη Λωρίδα της Γάζας, κάλεσε τον Μπάιντεν να “ακυρώσει” το σχέδιο Τραμπ για τη Μέση Ανατολή.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης