Η πραγματικότητα βρίσκεται στο ότι οι οικονομολόγοι και οι επενδυτές δεν πίστεψαν την παράδοξη οικονομική θεωρία που προσπάθησε να πουλήσει ο πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν, δικαιολογώντας τα χαμηλά επιτόκια που υποσχόταν, για να αντιμετωπίσει την αύξηση του πληθωρισμού και την κατάρρευση της τουρκική λίρας.
Οι διεθνείς παρατηρητές δεν παύουν να επισημαίνουν την κατρακύλα της Τουρκίας στον αυταρχισμό, για να ικανοποιηθούν τα φιλόδοξα σχέδια του προέδρου της Τουρκίας να αποκτήσει κι άλλες εξουσίες, αλλά και τις δυσμενείς επιπτώσεις των οικονομικών του σχεδιασμών.
Έτσι, όταν ο Ερντογάν προκήρυξε τις πρόωρες εκλογές τον Απρίλιο, ενώ από πολλούς μήνες υπήρχαν ανησυχητικά οικονομικά νέα, στο εσωτερικό υπήρχαν κάποιοι που ξέφραζαν ελπίδες πως η λίρα και το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης σε εκλογική νίκη του θα τελείωναν και οι οικονομικές πιέσεις λόγω της προεκλογικής λαϊκίστικης πολιτικής του.
Οι επενδυτές είχαν επίσης ελπίδες πως ο Ερντογάν θα σταματούσε τις πιέσεις στην κεντρική τράπεζα της χώρας του να κρατηθούν χαμηλά τα επιτόκια.
Αλλά συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Με τις ανορθόδοξες οικονομικές αντιλήψεις του ο πρόεδρος της Τουρκίας προκάλεσε την παράλυση της κεντρικής τράπεζας καθώς συνεχιζόταν η μείωση της αγοραστικής αξίας της τουρκικής λίρας, προκαλώντας γενικότερη οικονομική αναταραχή.
Το 2007 το δολάριο άξιζε όσο 1,3 τουρκικές λίρες. Η σημερινή τιμή ήταν 4,71100 λίρες ενώ στις 23 Μαΐου ήταν 4,92 χαμηλότερη ιστορικά.

Η λίρα σημείωνε συνεχή πτώση εκτός από τρεις ημέρες αυτόν τον μήνα, και παρά την ελπίδα που είχε εκφράσει η τουρκική αγορά, δεν υπήρξε παρέμβαση από την κεντρική τράπεζα. Υπήρξε μόνον η φραστική ανακοίνωση της 16ης Μαΐου ότι «παρακολουθείται από κοντά η ανθυγιεινή διαμόρφωση της αγοράς και θα ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τις πληθωριστικές τάσεις».
Το δολάριο υποχώρησε μόνο για μερικές ώρες, αλλά κατόπιν πήρε πάλι την ανηφόρα.
Το νομισματικό ζήτημα για την Τουρκία φούντωσε με την επίσκεψη Ερντογάν στο Λονδίνο στις 13-15 Μαΐου. Οι δηλώσεις του σε σειρά συνεντεύξεών του προκάλεσαν κλονισμό της εμπιστοσύνης προς την Τουρκία από τους επενδυτές.
Αντί να καθησυχάσει τους επενδυτές επιτέθηκε «στους εξωτερικούς παράγοντες που πλήττουν την οικονομία στη χώρα του».
«Σοκ και δυσπιστία», ήταν ο τίτλος τηλεγραφήματος του Reuters σε συνέντευξη με τον Ερντογάν.
Ο Okan Akin, χρηματοπιστωτικός αναλυτής της Alliance Bernstein του Λονδίνου, δήλωσε στο Bloomberg, «οι παρατηρήσεις του προέδρου Ερντογάν για την κεντρική τράπεζα της χώρας του ότι «ενισχύει τον αγώνα για την αποτροπή αύξησης των τιμών ήταν το τελευταίο καρφί στο φέρετρο».
Στην Τουρκία όσοι μπορούν καταφεύγουν στα σκληρά νομίσματα για να προστατεύσουν τις αποταμιεύσεις τους εναντίον του πληθωρισμού. Αυτό όμως αυξάνει την ζήτηση ξένων νομισμάτων.
Η κεντρική τράπεζα υπολογίζει τώρα το εξωτερικό χρέος της χώρας στα 188 δισεκατομμύρια δολάρια.
Αλλά αν προσθέσει κάποιος τις επενδυτικές ανάγκες για την αντιμετώπιση του τρέχοντος ελλείμματος που ξεπερνά τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια και το ποσό των εξωτερικών χρηματοδοτήσεων που απαιτούνται για την εξασφάλιση της τουρκικής οικονομίας τους επόμενους 12 μήνες, τότε το χρέος ξεπερνά τα 230 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στην περίπτωση που ο Ερντογάν εκλεγεί στον πρώτο γύρο των εκλογών, στις 24 Ιουνίου, οι παρατηρητές υποστηρίζουν πως η κεντρική τράπεζα δεν θα επιτρέψει η τιμή του δολαρίου να φτάσει τις 5 λίρες. Για να μην επηρεασθούν άλλο οι ψηφοφόροι.

Τι θα γίνει στο μεσοδιάστημα όμως, αν χρειαστεί και δεύτερος γύρος, στις 8 Ιουλίου;

Πληροφορίες από al Monitor
Σύνταξη: Κ. Μπετινάκης

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης