Γιώργος Αρκουλής

Τον γνώρισα πριν λίγα χρόνια, συγκεκριμένα με αφορμή της έκδοσης δύο βιβλίων συναδέλφων που θέλησα να κάνω μικρή παρουσίαση. Της Λάινας Αλεξίου και του Γιώργη Μασσαβέτα που τον είχαν εμπιστευτεί. Μάλιστα, ένεκα καλής θελήσεως, του πρόσφερα το βιβλίο «Ιστορία γράφουν και οι δεύτεροι» που μόλις είχα κυκλοφορήσει  για τα 90χρονα του Εθνικού Πειραιά. Το κράτησε, το χάϊδεψε, έριξε μια πολύ προσεκτική ματιά, ερευνώντας τόσο το τύπωμα όσο και στο δέσιμο και μου έσφιξε το χέρι πολύ φιλικά. Ξανασυναντηθήκαμε μετά από καιρό. Τον βρήκα πάλι στο καταπληκτικό καφέ-αναγνωστήριο του Οίκου στην οδό Αγίας Ειρήνης, να συζητάει χαμηλόφωνα με τον Πέτρο Μάρκαρη πίσω από την αριστερή μικρή βιτρίνα, εκεί όπου ο σπουδαίος συγγραφέας περνάει τις περισσότερες ώρες της ημέρας, παρατηρώντας τον κόσμο που βιαστικά περνάει για να βγει στην Αθηνάς. «Πότε θα γράψεις ποίηση να τα πούμε;» με ρώτησε. Τον αντιμετώπισα με χαμόγελο γιατί διέγνωσα πως το ερώτημα δεν ήταν ούτε ρητορικό ούτε ψεύτικο. Μιλήσαμε αρκετά, μου εξήγησε –στην απορία μου γιατί τα βιβλία του δεν εμφανίζονται στις εκθέσεις του Ζαππείου- ότι «αποφεύγει τα πανηγύρια όταν πρόκειται για πολύ σοβαρή υπόθεση όπως είναι το βιβλίο» για να καταλήξει: «Φίλε μου, ο αναγνώστης όταν θελήσει κάτι καλό, να είσαι σίγουρος πως θα το ψάξει και θα το βρει».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όλα αυτά ήρθαν στη μνήμη μου, με το που έσκασε χθες η πικρή είδηση για τον Σάμη Γαβριηλίδη, αυτόν τον πολύ αγαπητό φίλο των συγγραφέων, που έβαζε πάνω απ’ όλα το μεράκι του για την τυπογραφία και την εμμονή του να προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό υπέροχες εκδόσεις, αγνοώντας το αν θα κερδίσει πολλά ή αν θα κάνει με το ζόρι απόσβεση. Ο Σάμης υπήρξε πολύ μάστορας και ελάχιστα έμπορος. Κι’ αυτό σπανίζει στην εκδοτική κοινότητα αυτού του τόπου. Καλό σου ταξίδι φίλε.   

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης