Αυλαία έριξε η Δικαιοσύνη σε μία διπλή τραγωδία, το τελευταίο μέρος της οποίας είχε γραφτεί, έξω από τα ανακριτικά γραφεία στην Ευελπίδων, πριν από 6 χρόνια, όταν μία Ρομά σκότωσε τον δολοφόνο του γιου της.

Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας την έκρινε ένοχη όπως και πρωτοδίκως, επιβάλλοντάς της ποινή φυλάκισης 10 ετών, οδηγώντας την με αυτό τον τρόπο στη φυλακή. Με οριακή πλειοψηφία 4 -3, το δικαστήριο της αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου αλλά και μειωμένο καταλογισμό, ωστόσο η κατηγορουμένη, παρότι πρωτοδίκως είχε αφεθεί ελεύθερη, αυτή φορά, πήρε το δρόμο για τη φυλακή προκειμένου να εκτίσει τα 2/5 της ποινής.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Αυτό το παιδί ήταν ο έρωτάς μου, η ανάσα μου, η πνοή μου. Έχουν περάσει 6 χρόνια αλλά για μένα είναι 6 δευτερόλεπτα. Μου άφησε τρία εγγόνια. Πέθανε στην αγκαλιά μου, κρατώντας την κοιλιά του και φώναζε μανούλα». Η εικόνα αυτή ήταν ακόμη και σήμερα νωπή για την κατηγορουμένη η οποία παρότι δήλωσε μετανιωμένη και ζήτησε συγγνώμη τόνισε: «Όταν τον σκότωσα, ένιωσα ανακούφιση».

Η εισαγγελέας στην αγόρευσή της πρότεινε την ενοχή της για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με μειωμένο καταλογισμό, επισημαίνοντας ότι «ήξερε τι έκανε, αλλά με μειωμένο καταλογισμό».

Ο σύζυγός της γυναίκας κατέθεσε στο δικαστήριο πως επί ένα χρόνο, το μόνο που έκανε ήταν να βρίσκεται όλη την ημέρα στο νεκροταφείο. «Βρισκόταν σε άλλο κόσμο, έπαιρνα ηρεμιστικά. Όταν έμαθε ότι μπορεί να αποφυλακιζόταν ο δράστης της δολοφονίας του παιδιού μας, έσκιζε τα ρούχα της και φώναζε».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στην απολογία της η κατηγορουμένη είπε πως ήθελε να πεθάνει κι η ίδια, μετά το χαμό του παιδιού της. «Όταν πήγα στο ΚΑΤ, και είδα το γιο μου, ήταν ανοιγμένος σαν αρνί. Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι πέθανε. Το ορκίζομαι στο Θεό…. Εμείς οι τσιγγάνοι όταν έχουμε πένθος για 40 μέρες δεν κάνουμε μπάνιο, δεν βάζουμε ούτε σαπουνάδα στα χέρια. Στα 9μερα του γιου όμως πήγα και έκανα μπάνιο, έκοψα τα μαλλιά μου και ήθελα να πάω αυτοκτονήσω. Δυο λεπτά πριν αυτοκτονήσω, όμως είδα το νεκρό γιο μου σε μια καρέκλα να κλαίει και να λέει ότι η μητέρα μου αυτοκτόνησε εξαιτίας μου». Αναφερόμενη στο έγκλημα που διέπραξε η ίδια μέσα στα δικαστήρια, είπε: «Εκείνη τη μέρα άλλαξα λίγο την εμφάνιση μου για να μην με καταλάβουν οι συγγενείς του. Τον είδα να μπαίνει στην Ευελπίδων, τον ακολούθησα και πήγα στο κτίριο 9. Φοβόμουν ότι θα τον αφήσουν ελεύθερο. Άδειασα όλες τις σφαίρες από το πιστόλι γιατί ήθελα να πεθάνει. Όταν πυροβόλησα περίμενα να με σκοτώσουν οι αστυνομικοί».

Στην κατάθεσή του αστυνομικός που τη συνέλαβε είπε πως το βλέμμα της ήταν απλανές και έδειχνε ήρεμη. «Την είδαμε, έβγαλε απότομα όπλο και πυροβόλησε αρκετές φορές. Δεν πρόβαλε αντίσταση πέταξε το όπλο και είπε παραδίνομαι. Ήταν άδειο το όπλο .Γινόταν χαμός από τους συγγενείς του θύματος».

Στο δικαστήριο κατέθεσε ως μάρτυρας η Διευθύντρια του 6ου Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, η οποία παρακολουθεί ψυχιατρικά την κατηγορούμενη. Όπως ανέφερε, πάσχει από σχιζοσυναισθηματική ψύχωση. Λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και παρακολουθείται ψυχιατρικά. «Αν ξαναφυλακιστεί, μπορεί να υποτροπιάσει. Το να ζει με την οικογένειά της είναι ο τρόπος για να ανταπεξέρχεται στην ασθένεια της. Όταν ακολουθούνται αυτοί οι όροι, παύει η επικινδυνότητα. Η γυναίκα αυτή από 22 ετών είχε νοσήσει, κάνοντας απόπειρα αυτοκτονίας. Έπαθε ένα τεράστιο σοκ το παιδί της ξεψύχησε στην αγκαλιά της. Δεν είχε καταλάβει ότι πέθανε. Έλεγε στην θεραπεύτρια της ο γιος της είναι η ψυχή και αυτή τα χέρια του».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης