Κείμενο: Νίκος Τσαμάνδουρας
Φωτογραφίες: Νίκος Τσαμάνδουρας, Μάνος Δερμιτζάκης

Να ξεκαθαρίσουμε κάτι τώρα που είναι αρχή. Δεν πρόκειται για συμβατική δοκιμή μοτοσυκλέτας. Ήταν οι διακοπές μου, που περιελάμβαναν ένα Roadtrip στα Βαλκάνια. Το πώς εξελίχθηκε από ένα απλό «test ride» σε μια πλήρη δοκιμή 3.500 χιλιομέτρων για το Tiger 800 XCx θα το διαβάσετε τις επόμενες μέρες στο ταξιδιωτικό που είναι υπό συγγραφή. Το ενδιαφέρον είναι πως πολλά από αυτά που πέρασε ο «Τίγρης» δεν τα ξέρουν ούτε οι άνθρωποι της Triumph -που ευγενικά μας τον παραχώρησαν- και πιθανότατα θα τα μάθουν διαβάζοντας μαζί σας το κείμενο που ακολουθεί (και τα ταξιδιωτικά άρθρα που ετοιμάζονται).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σχεδιαστικά μιλώντας

Η πρώτη εντύπωση είναι αυτή που δίνει η εικόνα. Σε μια εποχή που κυριαρχεί η εμφάνιση και ο εντυπωσιασμός, οι σχεδιαστές της Triumph διάλεξαν έναν άλλο δρόμο, πιο συμβατικής αισθητικής, χωρίς designάτες υπερβολές. Αυτό ήταν και ένα στοιχείο που με ξένισε κάπως στην αρχή. Στην πορεία όμως και παρατηρώντας τη μοτοσυκλέτα άλλαξα γνώμη, καθώς πίσω από την απλότητα κρύβεται ένα ουσιώδες «form follows function». Εν ολίγοις γνώμονας είναι η λειτουργικότητα. Βλέποντας τη μοτοσυκλέτα από μπροστά ξεχωρίζει πρώτα ο διπλός προβολέας που σε κοιτά.. κατάματα. Σαν σχήμα δεν ανακαλύπτει την Αμερική, αποδίδει ωστόσο εξαιρετικά με τη μεγάλη σκάλα να κάνει τη νύχτα μέρα. Στη θέση πόλης ανάβουν μόνο τα led, τα οποία δίνουν και μια σύγχρονη πινελιά στο φωτιστικό σώμα της μοτοσυκλέτας. Από κάτω υπάρχει ένα .. ρύγχος. Το οποίο στη δική μας περίπτωση ήταν ταλαιπωρημένο, βανδαλισμένο θα λέγαμε, από «συνάδελφους» που οδήγησαν το XCx πριν από εμάς. Οι δυο μικρές του βάσεις είχαν ταλαιπωρηθεί τόσο όσο να χαλαρώσουν και να μας αναγκάσουν να το αφαιρέσουμε από τη θέση του. Το εν λόγω ρύγχος, όσο ήταν πάνω στη μοτοσυκλέτα, θύμιζε τις σχεδιαστικές προσταγές της αγοράς από μοντέλα της σειράς GS μέχρι τα Multistrada νέας γενιάς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Βέβαια, η απώλεια του αγρίεψε την εικόνα του Tiger δίνοντας μια dakarίζουσα νότα, που τη λες και… αγωνιστική ελάττωση βάρους. Γενικά μας άρεσε καλύτερα χωρίς! Πάνω από τους προβολείς έχουμε τη ρυθμιζόμενη ζελατίνα. Πολύ μεγάλη τη λες στην αρχή μέχρι να καταλάβεις πόσο καλά αποδίδει. Στη χαμηλότερη θέση «μαζεύεται αρκετά» (αισθητικά μιλώντας), ενώ στην ψηλότερη καλύπτει άριστα τον οδηγό. Αναβάτες μετρίου αναστήματος στα 140χλμ/ω θα τύχουν πολύ καλής αεροδυναμικής υποστήριξης. Τουλάχιστον σε αυτά τα χιλιόμετρα μου επετράπη να ανοίξω τη ζελατίνα του κράνους, να φτιάξω τη μπαλακλάβα (που με ενοχλούσε στη μύτη) κοιτώντας τον καθρέφτη χωρίς να με ταρακουνήσει καθόλου ο αέρας ή να «σφυρίξει» το κράνος. Το λες και επιτυχία. Ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία ο τρόπος ρύθμισης της, απλά πιέζοντας την προς τα εμπρός, ακόμα και εν κινήσει! Προχωρώντας στο ρεζερβουάρ των 19 λίτρων υπάρχει όγκος που παραπέμπει σε πιο touring μοτοσυκλέτες. Το μεταλλικό ρεζερβουάρ έχει εκατέρωθεν πλαστικά που συμπληρώνουν τον όγκο του. Το καλό είναι πως σε περίπτωση πτώσης αλλάζεις αυτά τα πλαστικά αντί να επέμβεις στο μεταλλικό δοχείο καυσίμων. Συμπληρωματική προστασία τα διακριτικά κάγκελα στον κινητήρα, που ολοκληρώνουν το μοτίβο της προστασίας της μοτοσυκλέτας, αλλά και η προστασία του ψυγείου και η ποδιά από κάτω, αμφότερα από αλουμίνιο.

Συνεχίζοντας στις γραμμές της ρυθμιζόμενης σέλας εντύπωση μου έκανε το δεύτερο επίπεδο για το συνεπιβάτη, που τον τοποθετεί ιδιαίτερα ψηλά. Το gel που την αποτελεί σίγουρα προσφέρει άνεση. Πέντε και πλέον ώρες τη μέρα εκεί πάνω για εννιά συνολικά μέρες μπορούν να μου το επιβεβαιώσουν. Το σχαράκι πίσω, αλλά και το υποπλαίσιο, υπόσχονται φόρτωμα και αυτό ακριβώς συνέβη για τις ανάγκες του ταξιδιού. Όχι με βαλίτσες και μπαγκαζιέρα αλλά με σακβουαγιάζ, χταπόδια και ιμάντες. Τα κάμποσα γαντζάκια στο πίσω μέρος της μοτοσυκλέτας ήταν εκεί για κάθε διαφορετικό συνδυασμό φόρτωσης, ανάλογα τα πράγματα, τη μέρα και τον καιρό (αδιάβροχα κτλ). Πίσω μένει το αντίστοιχο φωτιστικό σώμα με τα Led. Λιτό και απέριττο, ακολουθεί τη σχεδιαστική φιλοσοφία των υπόλοιπων γραμμών της μοτοσυκλέτας χωρίς να είναι παράταιρο. Τέλος, στην περιγραφή της εικόνας αξίζει να σημειωθούν οι τροχοί. Με 21 ίντσες μπροστά και φυσικά ακτίνες στις ζάντες, ο χωμάτινος, εντουράδικος με ένα δικό του τρόπο, προορισμός γίνεται πιο εύκολα συνειδητός, παρά τα πάνω από 230 κιλά της μοτοσυκλέτας.

Άρχισαν τα όργανα

Ανεβαίνοντας πάνω στη μοτοσυκλέτα αυτό που ξεχωρίζει είναι η έγχρωμη TFT οθόνη των 5 ιντσών, που αποτελεί και το πολυόργανο ενδείξεων. Υπερπλήρης αλλά όχι φορτική, μπορεί να δείξει όλα της τα δεδομένα με τρεις διαφορετικές απεικονίσεις. Οι χειρισμοί γίνονται εύκολα με ένα joystick στο αριστερό χέρι, το οποίο συνηθίζεται ακόμα πιο εύκολα. Μπορεί να «κόλλησε» σε κάποιες φάσεις λόγω νερού, αλλά αυτό είναι μάλλον αναμενόμενο με βάση τις συνθήκες και με τον πρώτο καθαρισμό λειτουργούσε κανονικά. Μεγάλο υπέρ των ηλεκτρονικών βοηθημάτων της μοτοσυκλέτας είναι αφενός η προσαρμογή τους στο κάθε mode (Road, Sport, Rain, Enduro και Enduro Pro), αφετέρου δε η κατά το δοκούν απενεργοποίηση τους. Η παρεμβατικότητα του Traction Control και του ABS είναι ανάλογη των περιστάσεων χωρίς να γίνεται κουραστική. Στα απρόσμενα συν του ταξιδιάρικου «μικρού» Tiger είναι και το cruise control, που ξεκουράζει τον δεξιό καρπό όταν οι αποστάσεις μεγαλώνουν. Και στη δική μου περίπτωση οι αποστάσεις ήταν σεβαστές, κυμαινόμενες μεταξύ 300 και 500 χλμ ημερησίως. Ένα ακόμα γκατζετάκι που ήρθε να με κακομάθει ήταν και τα θερμαινόμενα γκριπ. Όπως και να το κάνουμε, αν οδηγείς 3 ώρες υπό βροχή στους 2 βαθμούς Κελσίου, αυτή η ζέστη είναι μια κάποια καλοδεχούμενη πολυτέλεια. Τέλος, στην οθόνη πέρα από τις τρέχουσες πληροφορίες και συνθήκες εμφανίζονταν και μηνύματα όπως το ενδεχόμενο σχηματισμού πάγου όταν η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από τους 4C αλλά και το κάθε πότε έμπαινε σε λειτουργία το traction control ή αν κάτι ανάλογο είχε ξεχαστεί σε απενεργοποιημένη θέση.

Οδηγώντας  

Όταν ξεκινάς από Αθήνα και τελικά ξαναγυρνάς εκεί αφού έχεις αλλάξει 6 χώρες (Σκόπια, Σερβία, Μαυροβούνιο, Βοσνία, Κροατία, Αλβανία) σε 9 μέρες και εν μέσω φθινοπώρου, ένα είναι σίγουρο. Θα συναντήσεις κάθε είδους καιρό και κάθε είδους τερέν, ενώ παράλληλα θα κινηθείς και με κάθε είδους ταχύτητα. Ας πάρουμε πρώτα την άσφαλτο. Στο ταξίδι συναντήσαμε και καλή, τραχιά και καθαρή άσφαλτο αλλά και τη «βαλκανική», δηλαδή τη μπαλωμένη και κακής ποιότητας. Η ποιότητα κύλισης του Tiger είναι εξαιρετική, με τους όποιους περιορισμούς να έρχονται όταν οι ταχύτητες έχουν τριψήφιο χαρακτήρα και περιλαμβάνουν στροφές με απότομη αλλαγή κατεύθυνσης.

Είπαμε, 21 ίντσες είναι αυτές και τα λάστιχα χωμάτινου προσανατολισμού (Bridgestone Battlewing), μην είμαστε και –τόσο- πλεονέκτες. Στο σύνηθες σενάριο της κακής ασφάλτου με τα μπαλώματα ξεκινούσε να αναγνωρίζεται ο εντουράδικος χαρακτήρας του Τίγρη. Να ‘ναι καλά οι αναρτήσεις της WP, που κατάπιναν μασημένες τις ανωμαλίες. Αντίστοιχα κορυφαία και τα φρένα της Brembo, που αν μην τι άλλο έδιναν πολύ καλή αίσθηση, ενώ και το ABS δεν είχε τον ενοχλητικό παρεμβατισμό που υπάρχει σε άλλες μοτοσυκλέτες. Όταν αποχωρίστηκα για πρώτη φορά την άσφαλτο ήταν σε κάποια δασικά λασπωμένα μονοπάτια της Σερβίας. Ο Τίγρης στο είδος του και οι λιμνούλες λάσπης ο παιδότοπος του (και μου). Εδώ πλέον η απόσταση από το έδαφος, η διαδρομή των αναρτήσεων και τα On/Off ελαστικά άρχισαν να δείχνουν για τι είδους περιπέτεια προορίζεται. Το ίδιο και στο ξερό χώμα και στο πετρώδες έδαφος πάνω στις κορυφές του Μαυροβουνίου.

Εδώ χρειάζεται ειδική αναφορά στο Enduro Mode. Αποχαιρετάμε το πίσω ABS και το traction control «χαλαρώνει», ενώ πλέον τα 95 άλογα αρχίζουν να κάνουν τη μοτοσυκλέτα να φαίνεται πιο ανάλαφρη από ότι είναι. Ταυτόχρονα το «μπαντιλίκι» και το παιχνίδι επιβάλλονται από την ίδια την Triumph χάρη στην πιο κοντή πρώτη σχέση του κιβωτίου (από ότι στις άλλες εκδόσεις της μοτοσυκλέτας). Στις άλλες χαρτογραφήσεις και τα συνδυαστικά τους βοηθήματα, το Tiger 800 XCx δείχνει υποδειγματικό χαρακτήρα. Στο «Rain» όλα είναι πιο ήπια για να ζωηρέψουν προοδευτικά από άποψη απόκρισης και ξεσπάσματος στο «Road» και στο «Sport» αντίστοιχα. Όσον αφορά στο TC (Traction Control), αυτό που έχω να πω είναι πως δουλεύει στην πράξη και εξηγούμαι. Βρέθηκα σε μια έκταση γεμάτη χόρτα νωπά, με όλη την υγρασία του πρωινού. Ναι, ήταν ένα λιβάδι-παιδότοπος. Όταν όμως βρήκα στο διάβα μου μια μεγάλη λακούβα κρυμμένη στην πρασινάδα έγινε το αναμενόμενο. Το Tiger μπήκε, βγήκε με μια μικρή αναπήδηση και για κάποια δευτερόλεπτα αγωνίας «δίπλωσε». Εκεί είδα για πρώτη φορά την ένδειξη «ΤC» να αναβοσβήνει στην οθόνη. Το ride by wire γκάζι έκλεισε μόνο του παρά τη θέση του καρπού μου, η μοτοσυκλέτα «μαζεύτηκε» κατ’ επέκταση μόνη της και εγώ έπρεπε απλά να ισορροπήσω και τελικά να την κατευθύνω στον σαφώς πιο ασφαλή χωματόδρομο, όρθιος. Ηλεκτρονική μαγεία!   

Ο κινητήρας

Έχουν κάνει κάτι απίστευτο οι μηχανικοί της Triumph και αυτό είναι κυρίως η κατανάλωση που έχει ο κινητήρας τους. Μέση κατανάλωση 4.80 λίτρα με καθόλου –για τα δεδομένα των εκάστοτε συνθηκών- πολιτισμένη οδήγηση! Βέβαια, μια μικρή κρίση ταυτότητας υπάρχει, καθώς ο τρικύλινδρος κινητήρας του Tiger 800 ταιριάζει περισσότερο στο Speed Triple ή κάποιο μελλοντικό Daytona. Μέχρι τις 3.000 χαρακτηρίζεται από οκνηρία σε βαθμό παρεξήγησης, πιθανά για να μην τρομάζει τους πρωτόλειους αναβάτες στο χώμα. Μεταξύ 3.000 και 5.000 στροφών τα κάνει όλα και συμφέρει αξιοπρεπέστατα. Από εκεί και πάνω ξεκινά το πάρτυ! Είναι μια άλλη μοτοσυκλέτα, πολύ πιο ζωηρή, με τον ήχο να σε παρασύρει σε ένα οδηγικό ρυθμό που δεν αρμόζει σε καθημερινή χρήση και Κ.Ο.Κ. Η κρίση ταυτότητας που προανέφερα επιβεβαιώνεται από το πόσο πολύστροφος και υψηλόστροφος είναι ο κινητήρας, του οποίου το peak των 95 ίππων συναντάται στις 9.500 στροφές! Όχι και ότι προτιμότερο για χώμα, αλλά από την άλλη ότι πρέπει για επιδόσεις σε ανοικτούς δρόμους.

Επίλογος

Αν έδινα έναν τίτλο στις 9 μέρες που πέρασα με το Tiger 800 XCx σε όλες αυτές τις ποικίλες συνθήκες, αυτός θα ήταν «Το προξενιό που κατέληξε σε έρωτα». Πρόκειται για μια ποιοτική On/Off μοτοσυκλέτα με χαρακτηριστικά που σε κερδίζουν σε πολλές της λεπτομέρειες. Το μεγάλο της ατού όμως είναι ο all around χαρακτήρας της. Μπορείς να κινηθείς χαλαρά μέσα στην πόλη, καθώς το μεγάλο τιμόνι «κόβει» αρκετά, μπορείς και να κάνεις τη χωμάτινη ή ασφάλτινη εκδρομή σου το σαββατοκύριακο, δεν θα πει όχι σε τίποτα. Η συγκεκριμένη έκδοση του Tiger 800 δεν είναι ο ασφάλτινος χιλιομετροφάγος, υπάρχουν άλλες με περισσότερο ασφάλτινο χαρακτήρα (ΧR), πηγαίνει όμως παντού αξιοπρεπέστατα και αυτό πρέπει να μείνει σαν συμπέρασμα. Τα κάνει όλα και συμφέρει, ειδικά ως προς την κατανάλωση. Όποιος την οδηγήσει και μπει στη λογική της μπορεί να το καταλάβει. Στο επερχόμενο ταξιδιωτικό, το οποίο ετοιμάζεται και θα δημοσιευθεί σε τρεις συνέχειες, θα ανακαλύψετε και άλλες κρυφές πτυχές του χαρακτήρα της. Μείνετε συντονισμένοι!

Ευχαριστώ ιδιαίτερα την Triumph Greece για την παραχώρηση της μοτοσυκλέτας, το Motomarket.gr  για τον πλήρη εξοπλισμό που μου παρείχε και τη Blue Star Ferries για τη συνδρομή της στις θαλάσσιες μετακινήσεις μου (μένω μόνιμα στην Κρήτη). Επίσης, τα παιδιά του 2WO Moto Club, ξέρουν αυτά!

Τεχνικά Χαρακτηριστικά:

Κινητήρας/Μετάδοση:

ΤΥΠΟΣ Liquid-cooled, 12 valve, DOHC, in-line 3-cylinder
ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ 800 cc
ΔΙΑΜΕΤΡΟΣ/ΔΙΑΔΡΟΜΗ 74.05 mm / 61.9 mm
ΣΥΜΠΙΕΣΗ 11.3:1
ΜΕΓΙΣΤΗ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗ EC 95 PS/ 94 bhp (70 kW) @ 9,500 rpm
ΜΕΓΙΣΤΗ ΡΟΠΗ EC 79Nm @ 8,050rpm
ΣΥΣΤΗΜΑ Multipoint sequential electronic fuel injection
ΕΞΑΤΜΙΣΗ Stainless steel 3 into 1 header system, side mounted stainless steel silencer
ΤΕΛΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ O-ring chain
ΣΥΜΠΛΕΚΤΗΣ Wet, multi-plate
ΚΙΒΩΤΙΟ 6 speed

Πλαίσιο/Διαστάσεις:

ΠΛΑΙΣΙΟ Tubular steel trellis frame
ΨΑΛΙΔΙ Twin­sided, cast aluminium alloy
ΕΜΠΡΟΣ ΤΡΟΧΟΣ Spoked, 21 x 2.15 in
ΠΙΣΩ ΤΡΟΧΟΣ Spoked, 17 x 4.25 in
ΕΜΠΡΟΣ ΕΛΑΣΤΙΚΟ 90/90­-21
ΠΙΣΩ ΕΛΑΣΤΙΚΟ 150/70 R17
ΕΜΠΡΟΣ ΑΝΑΡΤΗΣΗ WP 43 mm upside down forks, with adjustable rebound and compression damping, 220 mm travel
ΠΙΣΩ ΑΝΑΡΤΗΣΗ WP monoshock with remote oil reservoir, hydraulically adjustable preload, 215 mm rear wheel travel
ΦΡΕΝΑ ΕΜΠΡΟΣ Twin 305 mm floating discs, Brembo 2­piston sliding calipers, Switchable ABS
ΦΡΕΝΑ ΠΙΣΩ Single 255 mm disc, Nissin single piston sliding caliper, Switchable ABS
ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ TFT multi­functional instrument pack with digital speedometer, trip computer, digital tachometer, gear position indicator, fuel gauge, service indicator, ambient temperature, clock and five rider modes (Rain/Road/Off-Road/Off-Road Pro/Sport). 

ΠΛΑΤΟΣ ΤΙΜΟΝΙΟΥ 805 mm
ΥΨΟΣ ΧΩΡΙΣ ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ 1,390 mm
Seat Height 840 – 860 mm
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ 1,545 mm
ΚΑΣΤΕΡ 23.4 º
ΙΧΝΟΣ 93.5 mm
ΞΗΡΟ ΒΑΡΟΣ 205 Kg
ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΥΣΙΜΟΥ 19 L

Εξοπλισμός αναβάτη:

Κράνος Caberg Jackal
Μπουφάν 4 εποχών Nordcap Apollo
Παντελόνι 4 εποχών Nordcap Adventure
Γάντια Nordcap Bergen
Μπότες Forma Nero

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης