Πρόσφατα άκουσα στην πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή του Kosmos 93.6, τον Προκόπη Δούκα να αναμεταδίδει το σχόλιο ενός πολύ καλού δημοσιογράφου, που δεν συγκρατώ το όνομα του τώρα.
Ο αναφερόμενος συγγραφέας του άρθρου ξεκινούσε το σχόλιο του με ιδιοφυή τρόπο κατά την άποψη μου. Σε ελεύθερη από μνήμης αναφορά, στο κείμενο του νομίζω έλεγε:

«Είμαι άνδρας, Έλληνας, ετεροφυλόφιλος και όταν περπατώ στονδρόμο δε με ενοχλεί κανένας, δε μου ζητούν αστυνομική ταυτότητα, αλλά και δε με ρωτούν για την ερωτική μου ζωή, αφού όλα πάνω μου δείχνουν πως σε αυτή την χώρα είμαι τυπικό είδος υγιούς ανδρός και πολίτη αξιοσέβαστου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεν χρειάστηκε ποτέ να υπερασπιστώ την σεξουαλική μου επιλογή, αφού ανήκω στην πλειοψηφία των ετεροφυλόφιλων, δεν χρειάστηκε να δείχνω ταυτότητα σε αστυνομικούςγιατί το χρώμα μου δεν παραπέμπει σε πρόσφυγα.

Μιλώ άπταιστα ελληνικά και όλοι με βλέπουν με συμπάθεια, γιατί είμαι και καλοντυμένος .
Τα σεξιστικά μου ανέκδοτα για γυναίκες και αδελφές προκαλούν πάντα γέλιο και ομόφωνα αναγνωρίζομαι ως καλός εραστής από τις γυναίκες που αποδέχονται την ανατομία μου και τηνταυτότητα των σεξουαλικών μου επιλογών.

Είμαι ιδανικός εκπρόσωπος της πλειοψηφίας των ανδρών Ελλήνων πολιτών, που δεν θα τολμήσει κανείς να τους φωνάξει συκιά, αδελφή, πούστρα, που δεν θα τολμήσει κανείς να γελάσει πίσω από την πλάτη μου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο κόσμος είναι δικός μου και δεν το αμφισβητεί κανείς… Το βλέπω στα μάτια των άλλων, που με αποδέχονται πλήρως και χωρίς αντιρρήσεις και υπονοούμενα. Είμαι ευτυχής.»

Κάπως έτσι φέρνω στη μνήμη μου το άρθρο του καλού δημοσιογράφου, στο οποίο αναφέρθηκε ο Προκοπής Δούκας στην εκπομπή του.

Αυτό μου θύμισε επίσης τον διάλογο ανάμεσα σε δυο φεμινίστριες, μια λευκή και μια μαύρη, που αναφέρει η Batinder στο διάσημο βιβλίο της «ΧΥ, η Ανδρική Ταυτότητα».

Η λευκή λέει στη μαύρη γυναίκα πως η ισότητα δεν έχειχρώμα καιφύλο και πως με τον κοινό αγώνα τους κατόρθωσαν να ρίξουν τα τείχη των προκαταλήψεων .

Η μαύρη ρωτά τότε τη λευκή «Όταν κοιτάς τον καθρέφτη σου, τι βλέπεις;» Η λευκή γυναίκα απαντά: «Μα φυσικά μια γυναίκα!»

Η μαύρη της λέει τότε «Ναι, εσύ είναι φυσικό να βλέπεις τη γυναίκα, ενώ εγώ βλέπω πάντα μια μαύρη γυναίκα», υπονοώντας πως το χρώμα κατασκεύαζε αμέσως μια διαφορά κοινωνική, ταξική, πολιτική, που κανένας κοινός αγώνας δε μπορούσε να εξαλείψει.

Ο ρατσισμός του χρώματος είναι τουλάχιστον ορατός και πλήρωσε με αίμα και εμφύλιους πολέμους την προσπάθεια να πετάξει η κοινωνίααυτό το σάβανο, χωρίς να το έχει καταφέρει, αφού το μεταναστευτικό – προσφυγικό θα υπενθυμίζει στις ήσυχες ξανθές κοινωνίες του βορρά τον κίνδυνο της επιμειξίας του «καθαρού» έθνους.

Ο άλλος ρατσισμός, της διαφοράς με ποιον το κάνεις στο κρεβάτι σου, ποιόν ερωτεύεσαι και τι εσώρουχα φοράς, δυστυχώς δεν είναι ορατός για τα μάτια της υγιούς ετερόφυλης κοινωνίας.
Και αυτό τον καθιστά πιο επικίνδυνο,ακόμα και από τον φυλετικό ρατσισμό.

Τους μαύρους τους βλέπεις εύκολα, ακόμα και αν έχεις μυωπία. Τους βλέπεις ακόμα και στο σκοτάδι. Τους άλλους όμως, τους «διαφορετικούς», δυστυχώς δε μπορείς να τους ξεχωρίσεις, εκτός και αν σου την πέσουν σε κανένα μπαρ που πήγες κατά λάθος, ή αν είναι εμφανώς και προκλητικά γυναικείες καρικατούρες, που είναι βέβαια η ελάχιστη μειοψηφία σε ένα συνήθως αόρατο πλήθος γκέι ανδρών που πολλές φορές μοιάζουν πιο άνδρες από τους άνδρες.

Στις ετεροφυλόφιλες πλειοψηφικά κοινωνίες, μεταφράζεται πάντα η πολιτική δημοκρατία, καταξιωμένη με το κλέος του Περικλέους: «ἔδοξε τῇ βουλή καίτῷ δήμω…» και σαν σεξουαλική δημοκρατία όπου οι πολλοί έχουν μεγαλύτερο κοινωνικό και αξιακό βάρος στην ανθρωπινή ιεράρχηση, οι άλλες φυλές που μειοψηφούν θα πρέπει να σιωπούν στο νόμο του πλήθους.

Αυτός ο υπόγειος ρατσισμός απέναντι στους διαφορετικούς σεξουαλικά πολίτες μιας δημοκρατίας, έγινε στην πορεία του πολιτισμού πιο επικίνδυνος, αφού έπρεπε να πείσει με επιστημονικά επιχειρήματα την φοβία μας ως ανθρώπων για την σκοτεινή πλευρά της πρωτόγονης και αρχέγονης επιθυμίας, της σωματικής ηδονής, που είναι ακόμα και για την επιστήμη το μυστήριο της Διοτίμας.

Οι «άλλοι», που δεν είναι τόσο άνδρες ώστε να μοιάζουν σε αυτό που οι πολλοί φωνάζουν ότι είναι, έπρεπε να είναι και άρρωστοι, ανώμαλοι και αφύσικοι. Κάτι που δυστυχώς δεν τεκμηριώθηκε ούτε από γαμψές μύτες, ούτε από περίεργα χρώματα, ούτε καν από τα χρωμοσώματα τους.

Αυτή είναι ηαδυναμία της λογικής των πολλών να βρουν τα τέρατα στις μειοψηφίες και να τα ενοχοποιήσουν για την δική τους αποτυχημένη ερωτική ζωή, μέσα σε πεθαμένους γάμους με δυστυχισμένα παιδιά, όπου έγιναν συνήθως κατά λάθος σε μια ώρα μυστηρίου, ή σε μια μονάδα εξωσωματικής όταν τους πήραν τα χρόνια και φοβήθηκαν τη μοναξιά.

Αυτοί οι φυσιολογικοί, οι ωραίοι ετεροφυλόφιλοι, οι καλοί γονείς με τις άγιες οικογένειες με τα κατασταλμένα πάθη της κρεβατοκάμαρας και τους εκτονωμένους οργασμούς στα μπορντέλα και τις εξωσυζυγικές σχέσεις, φωνάζουν σαν υστερικές παρθένες για τα προνόμια που θα χάσουν αν αποδειχτεί πως κάποιοι άλλοι, που δεν είναι τόσο ανδρούκλες, θα μπορούν να μεγαλώνουν «μονογενείς» με τον ίδιο τρόπο που μεγάλωσαν και οι ίδιοι: με έναν πατέρα αφέντη και μια κοκκινοσκουφίτσα που θα ξορκίζει τους κακούς λύκους των πόθων των ανθρώπων και των Αγίων Παθών, που κρύβουν το απαίσιο πρόσωπο της «Θεάς Εξουσίας», της μόνης ίσως ανθρώπινης αξίας που πιστεύουν τόσο οι εξουσιαστές, όσο και οι εξουσιαζόμενοι.

Η ελέω θεού βασιλεία δεν έφυγε ποτέ από τα μυαλά των ανθρώπων, ή και αν έφυγε από τα συντάγματα των δημοκρατικών καθεστώτων, ξαναθρονιάστηκε στις απλές οικογενειακές εστίες που μεγαλώνουν «μονογενείς» μηχανές επιθυμιών, άπληστες, αχόρταγες, πλην όμως πλειοψηφικές, που θα φωνάζουν «Σκοτώστε το τέρας του άλλου,αλλά αφήστε το δικό μου τέρας, γιατί στον καθρέφτη μου μοιάζει με πεντάμορφη Σταχτοπούτα»…

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης