Ο Harari στο παγκόσμιο best seller (ίσως το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο μετά την Αγία Γραφή) «Sapiens: μια σύντομη ιστορία του ανθρώπου» περιγράφει πως στην αυγή της ανθρώπινης ιστορίας, περίπου εκατόν εξήντα χιλιάδες έτη ζωής, για μυστήριους λόγους εξαφανίστηκαν οι ανθρωπίδες Νεάντερταλ ενώ επιβίωσαν οι Σάπιενς.

Οι πρώτοι ήταν σαφώς πιο προικισμένοι σωματικά και διανοητικά δεν υστερούσαν από τους βραχύσωμους Σάπιενς (αυτό φάνηκε από τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν αμφότεροι). Μια εξήγηση που δίνει ο ταλαντούχος αυτός ιστορικός (δηλωμένη αδελφή και έγγαμη) είναι πως οι μικρόσωμοι Σάπιενς νίκησαν γιατί απλά συνεργάστηκαν, ενώ οι άλλοι τσακωνόντουσαν με τα ρόπαλα φωνάζοντας το γνωστό: «Ξέρεις ποιός είμαι εγώ ρεεεεεε;!»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Απόγονοι αυτής της πρωτόγονης φυλής ευδοκιμούν, ίσως λόγω μικροκλίματος, τόσο στα βόρεια εδάφη της χώρας αλλά και στα νότια όπως της Μεσσηνίας, και υπερασπίζονται το όνομα της Μακεδονίας με ρόπαλα εναντίον όποιου ατυχή έχει την τύχη να βρεθεί στον δρόμο τους (Μπουτάρης πιο παλιά και Κωνσταντινέας μόλις προ ολίγων ημερών).

Αυτοί οι υπερπατριώτες που φαντάζονται πως μπορούν να ξαναμπούν στην Αγία Σοφία με άσπρα άλογα όπως οι Βυζαντινοί πρόγονοί τους, δε μπορούν να διανοηθούν πως υπάρχουν και πράσινα άλογα αλλά και αλογάκια στο λούνα παρκ για να εκτονώνονται τα παιδάκια τις συννεφιασμένες Κυριακές των γονιών τους.

Δε μπορούν να διανοηθούν πως αυτή η ωραία ιδέα που λέγεται Ελλάς, μπορεί να είναι και Βαλκάνια απλά και μακεδονική σαλάτα, όπως και είναι εδώ και μερικούς αιώνες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αυτή η Ελλάς των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, που οι μικροί ηγέτες της ακολουθώντας τις εντολές των «κουτόφραγκων» πίστεψαν πως θα κυβερνούσαν την Ασία ξυπόλυτοι και πεινασμένοι.

Ο μέγας Κουνέλλης, εικαστικός που πήρε των ομματιών του και έζησε στη Ρώμη κάνοντας μια διεθνή καριέρα, έλεγε πως η Ελλάδα είναι μια τόσο μεγάλη ιδέα που δεν χωρά σε καμιά περιοχή των Βαλκανίων.

Τα έθνη – κράτη δυστυχώς δεν ακολούθησαν ποτέ την ιδέα ούτε του Περικλή (ἔδοξε τῇ βουλή καί τῷ δήμω), ούτε και την ιδέα του Αλεξάνδρου πως μόνο μέσα από τους γάμους και τις ανταλλαγές σωματικών υγρών και γονιδίων μεγαλώνουν τα σύνορα ˙ αντίθετα συνεχίζουν να σφάζονται για μια γεωγραφία, μια φαντασίωση και μια σκιά, συνήθως μεγαλύτερη από το μπόι των ηγετών και των υπηκόων τους.

Η μόνη εξήγηση για την πρωτόγονη επιθυμία να μεγαλώνεις τη σκιά σου και όχι το μπόι σου (γιατί για την σκέψη ούτε λόγος να γίνεται…) βρίσκεται ίσως σε μια ερμηνεία των ψυχαναλυτών Γκουαταρί και Ντελέζ στο βιβλίο τους «Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια: 1. Ο Αντι –Οιδίπους».

Οι καλοί αυτοί Σάπιενς εξηγούν πως τα συλλογικά φαντάσματα (ιδέες, έθνη, κράτη) γίνονται κατ’ εικόνα της πυρηνικής φάρμας που ονομάζεται οικογένεια. Ο Οιδίπους και τη μαμά του πήδηξε για την εξουσία, ανεξάρτητα αν έβγαλε τα ματάκια του από ενοχές, το συμβάν αυτό δείχνει πως όλοι οι ανθρωπίδες μπορούν να γίνουν Οιδίποδες για το χρήμα, την εξουσία και τα σύνορα, αφού μέσα στην «αγία» αυτή φωλιά που μεγαλώνουν με αγάπη και θαλπωρή, παίρνουν και το ανάποδο της αγάπης που είναι το μίσος για τον άλλο, τον διαφορετικό (στο βιβλίο «Behave: The Biology of Humans at our Best and Worst» του Robert Sapolsky θα βρείτε την εξήγηση πως στις διαδρομές μίσους – αγάπης στον εγκέφαλο η ντοπαμίνη παίζει μπάλα μόνη της).

Οι μονογενείς της λαμπρής αυτής εφεύρεσης για την αναπαραγωγή του είδους μας, θα μεγαλώσουν ως αδηφάγες μηχανές επιθυμιών τουτέστιν «τα θέλω όλα για να υπάρχω» και όχι σκέφτομαι άρα υπάρχω, που μάλλον και ο Καντ αν ζούσε θα έφτυνε την σκέψη του βλέποντας την ανθρώπινη κωμωδία σαν σαπουνόπερα, αλλά και σαν εφιάλτη.

Υπάρχει η εξήγηση επίσης πως οι ιστορικοί εφιάλτες (πόλεμοι, ολοκαυτώματα, ολοκληρωτισμοί) ξεκινούν από ένα απλό παιχνίδι παιδικό και μια σεξουαλική φαντασίωση των μονογενών, όταν αντιγράφουν στην ζωή αυτά που υποψιάζονται ότι γίνονται στην κρεβατοκάμαρα των γονιών τους. Για να γίνει επίσης κατανοητό αυτό το επιχείρημα, δείτε την ταινία του Χάνεκε «Η Λευκή Κορδέλα» που περιγράφει τις ρίζες του φασισμού σε ένα χωριό της Αυστρίας, όπου ο πατέρας έχει σχέση με την έφηβη κόρη του με τη μητέρα της να παίρνει μάτι.

Δυστυχώς, έλεγε ο Μάρκος Αυρήλιος, οι πιο κατάλληλοι άνθρωποι για να διεκδικήσουν την εξουσία είναι και οι πλέον ακατάλληλοι να την διαχειριστούν, γιατί μεθούν στα δωμάτια της εξουσίας με το αίμα των αντιπάλων ως μόνη τροφή επιβίωσης, ενώ οι οπαδοί τους σαν έτοιμοι από καιρό, θα παραδώσουν και την τελευταία πιθανότητα σκέψης στην αγία πλειοψηφία, που ξεπλένει όλα τα σφάλματα της φύσης μέσα στο ποτάμι του φανατισμού και της ευκολίας των συνθημάτων.

Στον «Άνθρωπο χωρίς Ιδιότητες» του Νομπελίστα Ρόμπερτ Μούζιλ, ο ήρωας είναι ένας κομμουνιστής φανατικός καπνιστής που ξεμένει από τσιγάρα και βγαίνει να πάει απέναντι από το σπίτι του για να αγοράσει. Στον δρόμο όμως τον προλαβαίνει η πορεία των ναζί και το πληθος τον παρασέρνει και βρίσκεται πλέον να περπατά μαζί τους, φωνάζοντας συνθήματα ενάντια στους κομμουνιστές, τους Εβραίους και τους ομοφυλόφιλους. Ο παλιός κομουνιστής μέθυσε από την δύναμη του πλήθους και τον φανατισμό των συνθημάτων.

Έτσι και οι γείτονες μας ανθρωπίδες, όπως και εμείς οι ίδιοι, πολλές φορές αποκτούν ιδιότητες που στους άλλους σιχαίνονται και κατηγορούν. Όσο και να λέει ο Δον Κιχώτης πως δεν είναι πρέπον να κρίνουμε τις αμαρτίες των άλλων πριν δούμε τις δικές μας, την δική μας καμπούρα λόγω θέσης δεν την βλέπουμε ενώ των άλλων οι πομπές, οι αμαρτίες και η ασχήμια είναι ορατές…

Στους γείτονές μας στα Βαλκάνια βλέπουμε τον εθνικισμό τους και τον ονομάζουμε βαρβαρότητα ˙ οι Τούρκοι, οι Βόρειοι Μακεδόνες, κατηγορούνται για επιθετικότητα αλυτρωτισμούς κλπ. ενώ οι δικοί μας αντίστοιχοι είναι απλά πατριώτες και ευαίσθητοι στα εθνικά ζητήματα.

Αυτή η φυλή (συνότζιερη του κόσμου, κατά τον Κύπριο βάρδο Μιχαηλιδη), ενώ στατιστικά βγάζει τους πιο ευφυείς ανθρώπους -αυτά λένε τα δέκα εκατομμύρια πρωθυπουργοί που ευδοκιμούν στο καφενείο η Ελλάς-, αυτή η φυλή τελικά είναι απλά ατυχής γιατί έχει κακούς γείτονες, γιατί αν είχε τους Δανούς δίπλα της θα γινόταν απλά μια Μεγάλη Γερμανία, ενώ τώρα με τους γυφτοσκοπιανούς και τους βρωμότουρκους έμεινε απλά μια μικρή και φτωχή Κοκινοσκουφίτσα, πλην τίμια όμως… Τουλάχιστον λύκος δεν έγινε, αν και θα ήθελε φαντάζομαι.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης