Με αφορμή το μακεδονικό…

Από την εποχή του Αχιλλέα που προτίμησε να πάει να πεθάνει στην Τροία νέος, ωραίος και ήρωας παρά να γεράσει στη Λάρισα με δισέγγονα, μέχρι τις σύγχρονες ανθρωποθυσίες των παγκόσμιων πολέμων αλλά και τις πολεμικές συρράξεις στις γειτονιές μας, η ανθρώπινη σκέψη και οι ιδέες που την κατατρύχουν ως ερινύες δεν έχουν αλλάξει σχεδόν καθόλου.

Μοιάζει δηλαδή η ανθρώπινη κοινωνία την ίδια ώρα που γεννά επαναστάσεις επιστημονικές που παράγουν πλούτο, που σταματούν την αρρώστια και που επιβραδύνουν ακόμα και το μοιραίο του θανάτου, να γεννά παράλληλα το τέρας μιας ιδεολογίας θανάτου ως αντίδοτο του φυσικού τέλους, ξορκίζοντας το μέσα σε εκκλησίες, πατρίδες και πυραμίδες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όπως την εποχή του πιο πρόσφατου πολέμου που έκανε στάχτη την Ευρώπη, οι αιτίες που άναψαν φωτιά δεν ήταν ούτε η πείνα αλλά ούτε και η φτώχια, αλλά οι ιδέες μεγαλείου των εθνών, πως κάποια κράτη είναι καλυτέρα από τα αλλά και πως κάποιοι ανθρωπίδες ήταν πιο όμορφοι από άλλους και ψηλοί χωρίς γαμψές μύτες, μέχρι και την εποχή όπου σε κράτη άθεα, οι άθεοι πολίτες ξανάγιναν θεούσοι και σταυροφόροι του πιο άγριου εθνικισμού που οδήγησε σε γενοκτονίες στα Βαλκάνια, στην Σοβιετία και όχι μόνο, έτσι και στη γειτονιά μας εμείς και οι άλλοι κακοί γείτονες με τις ίδιες ιδέες για τα λαμπρά έθνη μας, ένθεν κακείθεν, βράζουμε στον παραλογισμό να προτιμούμε να πεθάνουμε ηρωικά σε μάχες και πολέμους, πάρα να μας προλάβει ο φυσικός θάνατος μιας αρρώστιας, ενός ατυχήματος, έστω ενός εγκεφαλικού.

Πίσω από αυτόν τον παραλογισμό πως μια μεγάλη ιδέα μπορεί να σε κάνει αθάνατο, κρύβεται μόνο ο άλλος παραλογισμός που είναι ο φόβος του θανάτου, που μεταφράζεται σε όλα τα έθνη ως ηρωικός εθνικισμός, ντυμένος και με τον αναγκαίο ρομαντισμό που αθωώνει την βία που κρύβουν οι επικίνδυνες συνήθως ιδέες πως οι δικοί μας καθρέφτες δεν δείχνουν τέρατα αλλά πρίγκιπες και βασιλοπούλες, ενώ των άλλων, των «εχθρών», βαρβάρους και κακομούτσουνους.

Ο ρατσισμός, ο κυνισμός, ο εθνικισμός, ο ναρκισσισμός ως αντίδοτα του φόβου του θανάτου και της άγριας εντολής των πρωτόγονων ενστίκτων επιβίωσης μόνο των ισχυρών, δεν είναι νέα πάθη αλλά τόσο παλιά όσο η άγρια φύση που μας γέννησε.
Γιατί η φύση γύρω μας και μέσα μας είναι μόνο άγρια και αν δεν το κατανοούμε, μπορούμε να δούμε στα ωραία ντοκιμαντέρ του National Geographic πως στην ζούγκλα τα μεγάλα ζώα τρώνε τα μικρά, στη θάλασσα τα μεγάλα ψάρια τα μικρά, στην φύση τα μεγάλα δέντρα κρύβουν τα μικρά, και ατέρμονα ο κύκλος της βίας μας γεννά αλλά και μας μαθαίνει να επιβιώνουμε πάντα σε βάρος κάποιου άλλου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Απέναντι σε αυτή τη φυσική βία και την βαρβαρότητα των ενστίκτων επιβίωσης, αποδείχτηκε πως οι ανθρωποκεντρικές ιδεολογίες για ισότητα και ειρήνη είναι σαν σκυλάκια του σαλονιού που γαβγίζουν σε μια τίγρη, μια άνιση δηλαδή μάχη που ο πιο αδύνατος θα χάσει με μαθηματική ακρίβεια.

Ο Arnold Toynbee, ο μεγάλος ιστορικός και φιλέλληνας του εικοστού αιώνα που τον κατηγορούσαν πως ήξερε καλυτέρα ελληνικά από αγγλικά, έδωσε ένα ιδιοφυές παράδειγμα για το πως η πρωτόγονη σκέψη στις σύγχρονες κοινωνίες επηρεάζει την ιδέα που έχει ο κόσμος για τον υπόλοιπο κόσμο. Φανταστείτε λέει την εποχή του χαλκού, που οι πρωτόγονοι ανθρωπίδες έβλεπαν την έκλειψη Σελήνης ως τιμωρία για τις κακές τους σκέψεις και την ξόρκιζαν με χορούς και μαγικά σιρόπια, χωρίς να υποψιάζονται πως η γη που ζούσαν έκρυβε τον ήλιο και προκαλούσε το φαινόμενο αυτό.

Κάπως έτσι και οι σύγχρονοι πολίτες του κόσμου όλου μέσα από τα παραμορφωτικά γυαλιά των εθνικισμών, θεωρούν πως οι δικές τους θέσεις είναι αθώες και δίκαιες, ενώ όλων των άλλων εθνικισμών λανθασμένες και κυρίως άδικες. Αυτή η μεταφυσική σκέψη, ντυμένη με ρομαντισμό και αγάπη για τη πατρίδα και την οικογένεια, αθωώνει την βία που κρύβει το μίσος για τους άλλους και την αγάπη μόνο για τους δικούς μας, ακόμα και όταν έχουν άδικο.

Αυτή η στενάχωρη σκέψη «πας μη Έλλην βάρβαρος» μίκρυνε το ανάστημα όλων των μεγάλων φιλοσοφικών ιδεών και έβαλε στη θέση τους τον επαρχιωτισμό και την αίσθηση πως για όλα τα πρόβλημα μας φταίνε πάντα οι ξένοι, κάνοντας και το βαλκανικό παθός μακεδονική σαλάτα που την τρώμε ανόρεχτα, ενώ θα έπρεπε να μας ανοίγει την όρεξη, όπως συνήθως κάνουν οι καλές σαλάτες όταν συνοδεύουν το κυρίως γεύμα.

Δυστυχώς ακόμα στην πρωτόγονη σκέψη των ανθρώπων, η πατρίδα ως πατριδοκαπηλία δεν θυμίζει τους ασεβείς στίχους του νεανικού Νερούδα «…πατρίδα, λέξη μελαγχολική / όπως θερμόμετρο και ανελκυστήρας…» αλλά υπενθυμίζει (ή τουλάχιστον πρέπει να υπενθυμίζει) πως το καταφύγιο των απατεώνων εξακολουθεί να είναι ο ρομαντικός εθνικισμός σε όλες τις παραλλαγές του και πως υποχρέωση της λογικής θα είναι ο αγώνας για μια εξορθολογισμένη θέση, όπου ο διάλογος δε θα γίνεται μονόλογος και μοιρολόι πάνω από πτώματα και τις ιδέες τους για αίματα και ηρωικές πράξεις, που θα ξορκίζουν άπλα τον φόβο του θανάτου χωρίς να μπορούν καν να τον έχουν δει˙ αφού ο άνθρωπος άπλα φοβάται μια ιδέα για τον θάνατο, γιατί όταν ήδη πεθάνει δε θα’ χει καμία ιδέα, γιατί κανείς πεθαμένος δε γύρισε από το βασίλειο των σκιών να μας πει για την κόλαση, πλην του Δάντη που την περιέγραψε ποιητικά.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης